Παρασκευή 4 Αυγούστου 2006
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 16
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ
Φακέλωμα και με «ρήτρες»
  • Από το 1995, όταν γράφηκαν τα πρώτα κείμενα για καταγραφή και ανταλλαγή στοιχείων, μέχρι σήμερα έγιναν πολλά

Καθώς ολοκληρώνεται το αρχικό, δωδεκαετές πλάνο της ΕΕ για φακέλωμα των υπηκόων της και ανταλλαγή των στοιχείων τους με άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, η Κομισιόν πιέζει για ευρύτερη χρήση κι άλλων τέτοιων εργαλείων. Των «τυποποιημένων συμβατικών ρητρών» για τη διαβίβαση στοιχείων σε τρίτες χώρες που δεν παρέχουν «επαρκές επίπεδο προστασίας». Μάλιστα, στη σύνταξη αυτών των συμβολαίων «δοσίματος» συνέβαλαν και εκπρόσωποι πολυεθνικών.

Το ευρωενωσιακό φακέλωμα αποφασίστηκε έξι ολόκληρα χρόνια πριν τους «δίδυμους πύργους». Η Οδηγία 95/46/ΕΚ του Συμβουλίου της ΕΕ και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 24ης/10/1995, μπορεί να θεωρηθεί η νομική μήτρα των κοινοτικών κειμένων και των εθνικών νόμων που ακολούθησαν και αφορούσαν παρακολουθήσεις και καταγραφή στοιχείων.

Τα προέβλεπε πολύ πριν εφευρεθεί η «τρομοκρατία», με άλλα εκείνη την εποχή προσχήματα, στην πραγματικότητα για να διευκολύνουν τις πολυεθνικές να ανταλλάσσουν πελατολόγια, ή στοιχεία για εργαζομένους και συναλλασσόμενούς τους, ή δεδομένα υγείας πελατών μεταξύ ασφαλιστικών εταιρειών και ιδιωτικών κλινικών. Μάλιστα, έθετε πλάνο δωδεκαετίας, προκειμένου τα σχετικά μέτρα να εφαρμοστούν σε κάθε κράτος - μέλος χωριστά.

Οι κοινοτικοί κατέληγαν στην Οδηγία εκτιμώντας, ανάμεσα σε άλλα εύηχα: Οτι τα συστήματα επεξεργασίας πρέπει να συμβάλλουν στην ανάπτυξη των εμπορικών συναλλαγών. Οτι για την εγκαθίδρυση και τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς απαιτείται η δυνατότητα κυκλοφορίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μεταξύ κρατών - μελών. Οτι η οικονομική ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς συνεπάγεται αισθητή αύξηση της διασυνοριακής ροής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μεταξύ όλων των πρωταγωνιστών της οικονομικής και κοινωνικής ζωής των κρατών - μελών, ιδιώτες ή Δημόσιο. Οτι η ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μεταξύ επιχειρήσεων που είναι εγκαταστημένες στα διάφορα κράτη - μέλη βρίσκεται σε ανέλιξη. Οτι η ενίσχυση της επιστημονικής και τεχνικής συνεργασίας, καθώς και η συντονισμένη εισαγωγή νέων δικτύων τηλεπικοινωνιών στην Κοινότητα απαιτούν και διευκολύνουν τη διασυνοριακή κυκλοφορία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Ζητούσαν την «προσέγγιση» των εθνικών νομοθεσιών στο ζήτημα, καθότι οι διαφορές ενδέχεται να φέρουν εμπόδια στην άσκηση πολλών οικονομικών δραστηριοτήτων σε κοινοτικό επίπεδο και να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό. Οριζαν το στόχο ότι «λόγω της ισοδύναμης προστασίας που θα προκύψει από την προσέγγιση των εθνικών νομοθεσιών, τα κράτη - μέλη δε θα μπορούν πλέον να εμποδίζουν τη μεταξύ τους ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για λόγους προστασίας των δικαιωμάτων και ελευθεριών των φυσικών προσώπων, και κυρίως της ιδιωτικής ζωής».

Υποστήριζαν ότι τάχα για να είναι νόμιμη η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, πρέπει να διενεργείται με τη «συναίνεση» όποιου φακελώνεται ή ότι τα δεδομένα που ενδέχεται να θίξουν τις θεμελιώδεις ελευθερίες ή την ιδιωτική ζωή δεν πρέπει να καθίστανται αντικείμενο επεξεργασίας.

Και αμέσως μετά: «...ωστόσο, πρέπει να προβλέπεται ρητά η δυνατότητα παρέκκλισης από αυτήν την απαγόρευση λόγω ειδικών αναγκών», «για λόγους σημαντικού δημόσιου συμφέροντος, θα πρέπει να επιτρέπεται στα κράτη - μέλη να παρεκκλίνουν από την απαγόρευση επεξεργασίας ευαίσθητων κατηγοριών δεδομένων σε τομείς όπως η δημόσια υγεία, η κοινωνική προστασία».

Είχαν αποφασίσει από το 1995 ακόμα ότι «τα δεδομένα μπορούν να ανακοινωθούν νομίμως σε τρίτο». Ακολούθησαν έκτοτε όλες οι γνωστές κι άγνωστες συμφωνίες μεταξύ ΕΕ - ΗΠΑ για φακέλωμα και ανταλλαγή στοιχείων μεταξύ των αρμόδιων υπηρεσιών τους.

Ολο το κείμενο χαρακτηρίζεται από τη γνωστή ευρωενωσιακή «ευελιξία» και σκόπιμη ασάφεια: «Οτι, αντίθετα, όταν μια τρίτη χώρα δεν παρέχει ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας, η διαβίβαση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς την εν λόγω χώρα πρέπει να απαγορεύεται. Οτι πρέπει να προβλέπονται εξαιρέσεις από την απαγόρευση αυτή σε ορισμένες περιπτώσεις όταν το ενδιαφερόμενο πρόσωπο έχει δώσει τη συγκατάθεσή του ή όταν η διαβίβαση είναι απαραίτητη στο πλαίσιο σύμβασης ή δικαστικής υπόθεσης ή για την προστασία δημοσίου συμφέροντος».

Τα πολιτικά φρονήματα

Οι κοινοτικοί έδιναν προθεσμία τριών ετών για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο της εξεταζόμενης Οδηγίας. Πράγματι μέχρι το 1999 ψηφίστηκαν αρκετοί σχετικοί νόμοι από τις ελληνικές κυβερνήσεις. Προέβλεπαν ότι «για να επιτευχθεί αποτελεσματική ως προς το κόστος εφαρμογή των διατάξεων αυτών, τα κράτη - μέλη μπορούν να προβλέψουν συμπληρωματική περίοδο, που θα λήγει δώδεκα έτη μετά την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας οδηγίας, προκειμένου να συμμορφωθούν προς ορισμένες διατάξεις της οδηγίας τα χειρόγραφα αρχεία, τα οποία θα υπάρχουν ήδη κατά την ημερομηνία αυτή».

Παρακάτω στο κείμενο, το άρθρο 8 ξεκινούσε απαγορεύοντας στην παράγραφο 1 «την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που παρέχουν πληροφορίες για τη φυλετική ή εθνική καταγωγή, τα πολιτικά φρονήματα, τις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις, τη συμμετοχή σε συνδικαλιστικές οργανώσεις και την υγεία και τη σεξουαλική ζωή».

Και αμέσως μετά διαβάζουμε «Η παράγραφος 1 δεν ισχύει εφόσον...» και προέβλεπε και νέες παρεκκλίσεις, προσθέτοντας μάλιστα ότι «εφόσον παρέχονται οι δέουσες εγγυήσεις, τα κράτη - μέλη δύνανται, όταν συντρέχουν σοβαροί λόγοι δημοσίου συμφέροντος, να θεσπίσουν και άλλες παρεκκλίσεις».

Το άρθρο 13 έλεγε ότι «τα κράτη - μέλη μπορούν να περιορίζουν με νομοθετικά μέτρα την εμβέλεια των υποχρεώσεων και δικαιωμάτων που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 6 παράγραφος 1 (σ.σ.: π.χ. «τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να υφίστανται σύννομη και θεμιτή επεξεργασία, να συλλέγονται για καθορισμένους, σαφείς και νόμιμους σκοπούς), του άρθρου 10 (σ.σ,: ο φακελωμένος να ενημερώνεται ότι φακελώνεται, από ποιον και γιατί), του άρθρου 11 παράγραφος 1 (σ.σ.: επίσης για ενημέρωση του φακελωμένου) και των άρθρων 12 (σ.σ.: επίσης για δικαίωμα πρόσβασης του φακελωμένου στα στοιχεία που έχουν συλλέξει οι αρχές ή άλλοι) και 21 (σ.σ.: να δημοσιοποιούνται οι «επεξεργασίες»), όταν ο περιορισμός αυτός απαιτείται για τη διαφύλαξη: α) της ασφάλειας του κράτους, β) της άμυνας, γ) της δημόσιας ασφάλειας, δ) της πρόληψης, διερεύνησης, διαπίστωσης και δίωξης παραβάσεων του ποινικού νόμου ή της δεοντολογίας των νομοθετικά κατοχυρωμένων επαγγελμάτων, ε) σημαντικού οικονομικού ή χρηματοοικονομικού συμφέροντος κράτους - μέλους ή της Ευρωπαϊκής Ενωσης, συμπεριλαμβανομένων των νομισματικών, δημοσιονομικών και φορολογικών θεμάτων» κ.ά.

Κι άλλες «Παρεκκλίσεις»

Το άρθρο 25 δήθεν επιτρέπει τη διαβίβαση προσωπικών σε τρίτες χώρες μόνο αν εξασφαλίζουν «ικανοποιητικό επίπεδο προστασία». Το αμέσως επόμενο άρθρο τιτλοφορείται «Παρεκκλίσεις» και ορίζει ότι η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτη χώρα που δεν εξασφαλίζει ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας μπορεί να πραγματοποιηθεί, εφόσον π.χ. «η διαβίβαση είναι αναγκαία ή απαιτείται εκ του νόμου για τη διασφάλιση σημαντικού δημοσίου συμφέροντος».

Ακόμα ορίζει ότι μπορεί να επιτρέπεται μία ή πλείονες διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτη χώρα, η οποία δεν εξασφαλίζει ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας, εφόσον ο υπεύθυνος της επεξεργασίας (σ.σ: η CIA, η VODAFONE, η ERICSSON;) παρέχει επαρκείς εγγυήσεις για την προστασία της ιδιωτικής ζωής και των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών των προσώπων, καθώς και την άσκηση των σχετικών δικαιωμάτων - οι εγγυήσεις μπορούν ιδίως να απορρέουν από κατάλληλες συμβατικές ρήτρες. Ενώ λίγο παρακάτω γίνεται λόγος και για τυποποιημένες τέτοιες ρήτρες.

Το δόσιμο με συμβόλαιο

Το άρθρο 26 της οδηγίας 95/46/ΕΚ όριζε, λοιπόν, ότι τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτη χώρα, η οποία δεν εξασφαλίζει «ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας». Οτι εγγυήσεις γι' αυτό το «ικανοποιητικό επίπεδο» μπορούν να δίνονται από κατάλληλες συμβατικές ρήτρες, που θα υπογράφονται μεταξύ του κράτους που δίνει τα στοιχεία και αυτού που τα λαμβάνει για να τα «επεξεργαστεί».

Προς διευκρίνιση ορισμένων ζητημάτων σχετικά με αυτές τις ρήτρες η Κομισιόν κατέληξε στην Απόφαση της 15ης/6/2001 «σχετικά με τις τυποποιημένες συμβατικές ρήτρες για τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτες χώρες» (2001/497/ΕΚ).

Τονίζεται εκεί η σημασία υπογραφής τέτοιων ρητρών, καθότι «η Επιτροπή είναι απίθανο να προβεί βραχυπρόθεσμα ή ακόμη και μεσοπρόθεσμα σε διαπιστώσεις για ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας δυνάμει του άρθρου 25 παράγραφος 6, παρά μόνο για περιορισμένο αριθμό χωρών».

Αρα η ίδια η Κομισιόν παραδέχεται πόσο μεγάλο παραμύθι είναι τα όσα προπαγανδίζονται από τις εθνικές κυβερνήσεις ότι εξασφαλίζεται έστω η προστασία των όποιων στοιχείων διαβιβάζονται σε τρίτες χώρες.

Σημειώνει ότι οι «τυποποιημένες συμβατικές ρήτρες είναι μόνο μία από τις διάφορες δυνατότητες που προβλέπονται από την οδηγία 95/46/ΕΚ για τη νόμιμη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτη χώρα». Τις διαφημίζει, λέγοντας ότι «θα καταστήσουν πολύ ευκολότερη για τους διάφορους φορείς τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτες χώρες μέσω της ενσωμάτωσης των τυποποιημένων συμβατικών ρητρών σε μια σύμβαση».

Με το άρθρο 1 λύνει τα χέρια στις εθνικές κυβερνήσεις, αφού λέει ότι «οι τυποποιημένες συμβατικές ρήτρες (σ.σ.: τις οποίες υπογράφουν με τρίτες χώρες) που παρατίθενται στο παράρτημα θεωρείται ότι παρέχουν επαρκείς εγγυήσεις για την προστασία της ιδιωτικής ζωής και των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών των προσώπων, καθώς και την άσκηση των σχετικών δικαιωμάτων».

Με το άρθρο 3 επιτρέπει με τις ρήτρες αυτές να διαβιβάζονται και οι «ειδικές κατηγορίες δεδομένων», ήτοι πληροφορίες για τη φυλετική ή εθνική καταγωγή, τα πολιτικά φρονήματα, τις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις, τη συμμετοχή σε συνδικαλιστικές οργανώσεις και την υγεία και τη σεξουαλική ζωή.

Σφραγίδα Μπολκεστάιν

Η Απόφαση αυτή εφαρμόζεται από τις 3/9/2001 και φέρει την υπογραφή του γνωστού Φρ. Μπολκεστάιν. Υπογράφει και την επόμενη σχετική Απόφαση της Κομισιόν, της 27/12/2001 «σχετικά με τις τυποποιημένες συμβατικές ρήτρες για τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε εκτελούντες επεξεργασία εγκατεστημένους σε τρίτες χώρες» (2002/16/ΕΚ). Προβλέπει τα ανάλογα με την προηγούμενη και τέθηκε σε εφαρμογή από τις 3/4/2002.

Εκεί, πάντως, λέγεται ότι η Κομισιόν «δύναται επίσης να εξετάζει στο μέλλον αν και κατά πόσον τυποποιημένες συμβατικές ρήτρες για τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε εκτελούντες επεξεργασία εγκατεστημένους σε τρίτες χώρες, οι οποίες δεν παρέχουν ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας των δεδομένων, ρήτρες που υποβάλλονται από επιχειρηματικές οργανώσεις ή άλλα ενδιαφερόμενα μέρη, παρέχουν επαρκείς εγγυήσεις» για την προστασία της ιδιωτικής ζωής και των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών του ανθρώπου.

Δηλαδή τώρα υπογράφουμε τα της διαβίβασης, μετά δίνουμε τα στοιχεία, και κάποια στιγμή στο μέλλον θα δούμε αν στη CIA ή την VODAFONE σέβονται τα δικαιώματα των υπηκόων μας...


Θανάσης ΜΠΑΛΟΔΗΜΑΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ