Κυριακή 20 Απρίλη 1997
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 16
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Οργιο συλλήψεων και διωγμών

Μαρτυρίες για τις πρώτες μέρες της χούντας. Πρώτα θύματα οι κομμουνιστές

Ηταν ξημερώματα 21 Απρίλη 1967. Εξι το πρωί. Ομάδα αστυνομικών από το τμήμα της γειτονιάς χτυπά την πόρτα. "Ακολουθήστε μας". Αυτό ήταν. Η μεγάλη νύχτα είχε ήδη αρχίσει. Ακολουθούν κρατητήριο, Ιππόδρομος ή Καραϊσκάκη, Πειραιάς, αρματαγωγό, Γυάρος. Ο δρόμος προς την εξορία άνοιγε. Σχεδόν με τον ίδιο τρόπο για χιλιάδες αγωνιστές. Οι κομμουνιστές, όπως πάντα, στην πρώτη τη γραμμή. Σχεδόν με τον ίδιο τρόπο που άνοιγε ο δρόμος και πριν λίγα χρόνια για τον Αη Στράτη, το Μακρονήσι, την Ικαρία, το Τρίκερι...

Τις πρώτες 24 ώρες χιλιάδες αγωνιστές, πατριώτες, δημοκράτες, συλλαμβάνονται και στοιβάζονται στα μεταγωγικά, σε σχολεία, σε αποθήκες. Η Ελλάδα γίνεται ένα μεγάλο στρατόπεδο συγκέντρωσης. Εξω μένουν οι μάνες, οι γυναίκες, τα παιδιά. Δεν ξέρουν τι γίνεται μέσα. Ολα είναι πιθανά, βασανιστήρια, εκτελέσεις... Και το βασανιστικό ερώτημα "πού θα τους πάνε;". Και έγιναν βέβαια και βασανιστήρια, και εκτελέσεις, και τα ξερονήσια γέμισαν. Τα μέλη και τα στελέχη του ΚΚΕ βρέθηκαν από στην πρώτη στιγμή στο κέντρο του στόχαστρου.

Δύο στελέχη του ΚΚΕ, που μας αποχαιρέτησαν το 1997, η Ρούλα Κουκούλου και ο Γιώργης Τρικαλινός ήταν από τους πρώτους που συνελήφθησαν. Ο δρόμος που ξεκινούσε ήταν γνωστός και από το παρελθόν. Τις μαρτυρίες τους καταγράφει ο "Ρ" στις 21 Απρίλη 1988.

Ρούλα Κουκούλου

"Μας έπιασαν πρωί στις 21 Απρίλη, έλεγε η Ρούλα Κουκούλου. Πραγματικά αιφνιδιαστήκαμε. Εμενα, μετά την αποφυλάκισή μου, στο ίδιο σπίτι με τη συντρόφισσα Αύρα Παρτσαλίδου, στους Αμπελόκηπους. Το προηγούμενο βράδυ, φεύγοντας από τα γραφεία της ΕΔΑ, ρώτησα έναν από την ηγεσία της αν υπήρχε καμία πληροφορία ανησυχητική. Η απάντηση ήταν "ησυχία".

Το πρωί συνήθιζα να σηκώνομαι πριν από τις 7 και άκουγα τα νέα. Η κοπέλα από τον αντικρινό μαγαζάκι μού έφερνε εκείνη την ώρα την "Αυγή". Κτύπησε το κουδούνι λίγα λεπτά νωρίτερα από το συνηθισμένο. Πήγα να πάρω την εφημερίδα και βρέθηκα μπροστά σε δύο της Ασφαλείας. Είπαν ότι κηρύχτηκε στρατιωτικός νόμος και μας ζητούν να πάμε στο αστυνομικό τμήμα της περιφέρειας.

Ειδοποίησα την Αύρα. Τους είπα να περιμένουν να ετοιμαστούμε. Ο ένας ρώτησε: "Θα πάρετε πράγματα, γιατί;" Γιατί, του είπα, έχουμε εμπειρία από δικτατορία. Θα τη γνωρίσετε τώρα και εσείς. Μου φάνηκαν στενοχωρημένοι. Στο τμήμα ο διοικητής με κατεβασμένο το κεφάλι είπε μόνο: "Πηγαίνετε τις κυρίες κάτω". Σε λίγες μέρες τον διοικητή τον έδιωξαν, γιατί δεν έδειξε ζήλο. Ηταν δημοκρατικός.

Από το τμήμα με άλλους συγκρατούμενους μας μετέφεραν στον Ιππόδρομο". Οι πρώτες ώρες δε χωρούσαν δράση. Εκείνη την ώρα οι σύντροφοι χρειάστηκαν να μαζέψουν το μυαλό τους, να σκεφτούν και να προγραμματίσουν:

"Το πρώτο που νιώσαμε ήταν το οδυνηρό αίσθημα της καινούριας πραγματικότητας. Για τη δοκιμασία που περίμενε το λαό, το κίνημα, το Κόμμα. Η αγωνία και ο κίνδυνος για τη ζωή των άλλων συντρόφων και αγωνιστών. Και μαζί με αυτά ο πόνος, η σκέψη ότι αιφνιδίασαν, ότι υπήρχαν αυταπάτες. Θυμάμαι βγαίνοντας από τη φυλακή, είχαμε αρχίσει να βλέπουμε κενά και αδυναμίες από τη διάλυση των κομματικών οργανώσεων. Μα με τη δικτατορία, με το να σαρωθούν όλα τα στελέχη και να μην υπάρχει - για πρώτη φορά - αντίδραση λαϊκή φανερώθηκε έντονα τι βαρύ λάθος έγινε με τη διάλυση των οργανώσεων. Γιατί πώς να γίνει αντίσταση χωρίς οργανώσεις του ΚΚΕ;".

Οι πρώτες σκέψεις έδωσαν γρήγορα τη θέση τους στη δράση. Μπορεί αυτή να ήταν περιορισμένη. Ομως πριν ακόμα περάσει το πρώτο 24ωρο, οι κρατούμενες οργανώνονταν:

"Στον Ιππόδρομο έβαλαν τις γυναίκες σε χωριστό θάλαμο. Από την πρώτη μέρα βγάλαμε μια επιτροπή για τα άμεσα. Ανταλλάξαμε απόψεις και καταλήξαμε να ζητήσουμε από το διοικητή να απολυθούν δύο συντρόφισσες έγκυες, να ζητήσουμε φάρμακα για τις άρρωστες, να ειδοποιηθούν τα σπίτια μας, να επικοινωνήσουμε με συγγενείς και γνωστούς συγκρατούμενούς μας. Βγάλαμε βάρδιες για το βράδυ για να μην εισβάλουν και μας βρουν στον ύπνο. Δεν υπήρχε ασφάλεια ζωής, ούτε μας είχαν ακόμα αριθμήσει και καταγράψει. Κάποια στιγμή έτυχε να είμαι όρθια. Κοίταξα έξω από μια τζαμένια πόρτα. Είδα να έρχεται τρέχοντας ένας νεαρός υπολοχαγός, έξαλλος με προτεταμένο το αυτόματο. Πρόλαβα να πω "ψυχραιμία έρχεται ένας εξαγριωμένος". Οπως ήμουν μπροστά όρμησε σε μένα, πρόβαλε το αυτόματο και άρχισε να γρυλίζει: "Τι τους είπες;". Απάντησα ήσυχα "κουβεντιάζουμε". Πήγε ξέφρενος στις άλλες κρατούμενες. Απάντησαν το ίδιο ήσυχα. Αυτός άφρισε, απείλησε και έφυγε. Μετά μάθαμε ότι ο εξαγριωμένος φασίστας, μόλις λίγα λεπτά πριν είχε δολοφονήσει εν ψυχρώ τον σύντροφό μας Ελλή.

Δε θα ξεχάσω ποτέ το βλέμμα αυτού του χουντικού φονιά. Μου ήρθε στο νου αυτό που έλεγε ο Χίτλερ, ότι θέλει να βλέπει στα μάτια των στρατιωτών του τη λάμψη του κτήνους. Δεν ήταν ανθρώπινα μάτια αυτά. Ηταν βλέμμα άγριου θηρίου σε επίθεση. Μετά φύγαμε για τη Γυάρο.

Αυτές ήταν οι πρώτες μας εντυπώσεις από την πρώτη μας προσπάθεια για αντίσταση. Μετά οργανώθηκε στα στρατόπεδα η ζωή μας και δίναμε και εμείς τη μάχη, όπως οι άλλοι σύντροφοί μας από την παρανομία και τις φυλακές. Και ήταν νίκη, αυτής της μάχης του αγώνα του λαού μας και της νεολαίας, το ότι αναγκάστηκαν να διαλύσουν τα στρατόπεδα, δύο χρόνια πριν από την κατάρρευση της χούντας...".

Γιώργης Τρικαλινός

Ο δρόμος της εξορίας για τον Γιώργη Τρικαλινό άνοιξε μόλις λίγες ώρες μετά την κήρυξη του πραξικοπήματος. Το δρόμο αυτό τον περπάτησε μέχρι τέλους, μέχρι τη διάλυση των στρατοπέδων.

"Δεν είχε κλείσει χρόνος έξω από τη φυλακή, έλεγε στο "Ρ" το 1988. Ημασταν σε αυστηρό κλοιό παρακολούθησης.

Την παραμονή ακριβώς ήμουν σε μια δουλιά της ΕΔΑ στο Παγκράτι. Κατά τις 12 γύρισα στο σπίτι. Στις 6 το πρωί, τρεις από το Αστυνομικό Τμήμα της Κυψέλης ήρθαν στο σπίτι. "Δικτατορία", μου είπαν και μου ζήτησαν να ακολουθήσω. Εκεί είχαν ήδη μεταφέρει και άλλους. Στην πλατεία, κοντά στο τμήμα της Κυψέλης που με μετέφεραν, είχε μαζευτεί πολύς κόσμος. Ηταν οι πρώτες διαμαρτυρίες ενάντια στο πραξικόπημα. Ενας κόσμος που αποδοκίμαζε τις συλλήψεις.

Πρώτες σκέψεις και ανησυχίες: Τι έκτασης είναι οι συλλήψεις; Εμεινε κανένας έξω; Βέβαια, σε λίγο, που θα με μετέφεραν στον Ιππόδρομο, θα διαπίστωνα το μέγεθος των συλλήψεων. Ο Φλωράκης, ο Λουλές, ο Παπαγιάννης, η Κουκούλου, η Παρτσαλίδου, χιλιάδες ήταν στο Ιππόδρομο. Μείναμε στο τμήμα μέχρι το μεσημέρι, μετά γραμμή στον Ιππόδρομο. Μας έκλεισαν στους στάβλους. Μας βασάνιζε να μάθουμε τι γίνεται έξω. Κάποιος σύντροφος κατάφερε να φέρει ένα ραδιόφωνο. Χώθηκα κάτω από την κουβέρτα να ακούσω Αθήνα, Μόσχα, Λονδίνο, να ενημερωθούμε. Μείναμε εκεί τρεις μέρες, μετά λιμάνι του Πειραιά, αρματαγωγό, Γυάρος".

Ξεκινώντας για την εξορία, σημείωνε ο Γ. Τρικαλινός, το μυαλό πάει σε αυτά που αφήνεις πίσω. Κι έχει ιδιαίτερη σημασία για την πορεία του καθένα, πώς τα σκέφτεται.

"Οταν ήρθαν, έλεγε, για να πιάσουν εμένα, με το γιο μου και τις δύο αδελφές μου, στεναχωρέθηκα που τους άφησα. Αλλά εμείς είχαμε κι έχουμε κάνει τις επιλογές μας. Αλλωστε δεν ήταν η πρώτη φορά. Πολλές φορές ήρθε η ζωή να επιβεβαιώσει την απόφασή μας, με το όποιο κόστος.

Γράφω σε ένα βιβλίο μου ότι είναι μεγάλο πράγμα να είσαι κομμουνιστής, ακόμα μεγαλύτερο να είσαι κομμουνιστής πατέρας. Είναι σημαντικό να διαλέγεις το δρόμο της εξορίας και της φυλακής κι όταν ακόμα αφήνεις πίσω το παιδί, τη γυναίκα σου. Τέλος πάντων αυτά έμεναν πίσω. Ημουν κρατούμενος. Το κύριο ήταν να κρατηθούμε όρθιοι οι χιλιάδες εξόριστοι. Καθήκον πρώτο: Να οργανώσουμε τη ζωή μας, για ν' αντισταθούμε στη δικτατορία".


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ