Σάββατο 26 Απρίλη 1997
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 24
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Πάσχα των ανθρώπων και της παράδοσης

Πισάχ, λεγόταν το Πάσχα στα αιγυπτιακά, στην Αίγυπτο, την ιδιαίτερη "πατρίδα" του Πάσχα. Πεσάχ το λένε οι Εβραίοι, που σημαίνει έξοδος ή διάβαση. Πάσχα το λέμε εμείς και εννοούμε ανάσταση,αλλά και έξοδο από την πόλη και διάβαση από τα διόδια. Μα ακόμη και αν δε δώσουμε τη δέουσα σημασία στην ιστορία μιας γιορτής και στην ετυμολογία μιας λέξης, πρέπει να μας αρκεί ότι την εποχή αυτή γίνεται μια πραγματική έξοδος από το χειμώνα και ο ήλιος κατευθύνεται στην άνοιξη. Ακόμη ότι ξεφεύγουμε από τις μικρές σκοτεινές μέρες και διαβαίνουμε στα μακριά, ηλιόλουστα και αισιόδοξα απογεύματα. Κι ακόμη ότι ανασταίνεται όλη η φύση, έστω κι αν δεν ανασταίνεται ο άνθρωπος. Διαβαίνουμε, λοιπόν, βγαίνουμε, ανασταινόμαστε και ανασταίνουμε. Αναστενάζουμε... βέβαια για τα υπόλοιπα, αλλά αυτά δεν έχουν και τόση σημασία.

Αιγυπτιακό και εβραϊκό Πάσχα

Ας ανατρέξουμε για πολύ λίγο στο παρελθόν, κακό δεν κάνει. Ετσι για να θυμηθούμε αυτά που κάθε χρόνο μαθαίνουμε και τον επόμενο χρόνο ξεχνούμε. Οι Αιγύπτιοι γιόρταζαν την εαρινή ισημερία, δηλαδή την ημέρα που άρχιζε να γίνεται μεγαλύτερη της νύχτας.Ηταν εκείνη, η ειδική, η φωτεινή στιγμή, που ο ήλιος έκανε τη διάβασή του στον Ισημερινό. Οι Εβραίοι, μετά από μακρόχρονη διαμονή στην Αίγυπτο, οικειοποιήθηκαν πολλά από τα έθιμα των Αιγυπτίων, τα διατήρησαν και τα μετουσίωσαν. Ετσι, το Πάσχα για εκείνους είναι η ανάμνηση της μετάβασης από την Ερυθρά Θάλασσα.Δηλαδή η έξοδος από τη δουλεία στην ελευθερία. Την 14η Νιζάν, ο κάθε οικογενειάρχης θυσίαζε το άμεμπτον πρόβατο, που είχε προμηθευτεί την 1η Νιζάν.Επειτα, η οικογένεια και οι φίλοι έψηναν στη σούβλα το αρνί με τέτοιον τρόπο ώστε να μην του σπάσουν κανένα κόκαλο. Το άμεμπτον και καλοψημένο αρνάκι έπρεπε να φαγωθεί όλο την ίδια μέρα. Σε περίπτωση που κάτι τέτοιο δεν ήταν δυνατό, το περίσσευμα θα αποτεφρωνόταν.

Το δικό μας Πάσχα

Και εμείς σουβλίζουμε το αρνάκι, έστω κι αν δεν είναι άμεμπτο... Μικρό και τρυφερό, κατά τη φύση του ταϊσμένο. Φέτος, ακούγεται πως μονάχα η περίφημη κλωνοποιημένη Ντόλι θα γλιτώσει από τη σούβλα. Και εμείς δε θα χρειαστεί να το αποτεφρώσουμε. Θα το τσακίσουμε, θα το καταβροχθίσουμε και μετά το Πάσχα θα τρέχουμε σε διαιτολόγο, και σε αναλύσεις αίματος... θα αναλωθούμε. Για τα τριγλυκερίδια θα ανησυχούμε. Οπως τα Χριστούγεννα οι περισσότεροι παίζουν χαρτιά (...) για το καλό, έτσι το Πάσχα καταβροχθίζουμε ένα ολόκληρο αρνί, πάλι (...) για το καλό. Για ποιανού το καλό δε γνωρίζουμε. Σίγουρα, όμως, για το καλό της χοληστερίνης... Αμέσως μετά θα αρχίσει η δίαιτα. Και πάλι από την αρχή και τελειωμό δεν έχει. Λαμπρή, λοιπόν, χρυσή, γαλάζια, φωτεινή, τις περισσότερες φορές ζεστή, πάντα ευωδιαστή, χαρμόσυνη, γιορτινή. Μετά τη νηστεία και σιωπή της Σαρακοστής και τη μελαγχολία της Μεγάλης Εβδομάδας έρχεται, επιτέλους, η Ανάσταση να βάλει τέλος στην πλήξη, στη μελαγχολία, στη σιωπή, στη νηστεία. Ολοι φευγάτοι είμαστε, ακόμα και οι γάτοι. Επιστροφή στις ρίζες, στα κλαρίνα, στα νταούλια, τα δημοτικά, στα μακρινά εκείνα χρόνια, που κάθε γιορτή είχε τη σημασία της. Που συγκέντρωνε την οικογένεια και τα μέλη της. Που μάζευε τους φίλους και τους συγγενείς και αγενής φαινόταν μόνον όποιος δεν καθόταν στο πασχαλινό τραπέζι να φάει, να πιει, να τσουγκρίσει, να ευθυμήσει, να χορέψει, να μεθύσει, να τραγουδήσει. Τότε που το Πάσχα ήταν κάτι το ξεχωριστό, το λαμπρό, το παραδοσιακό και όχι το φολκλορικό όπως κατάντησε στις μέρες μας.

Στη Θράκη

Μια γρήγορη ματιά ρίχνουμε στο ενδιαφέρον λαογραφικό βιβλίο της Μαρίας Μιχαήλ - Δέδε (εκδόσεις Φιλιππότη). Και από τη δεύτερη κιόλας σελίδα, στο κεφάλαιο που είναι αφιερωμένο στο Πάσχα, μας μεταφέρει στη Θράκη. Στη Θράκη, όπου ο χορός και το τραγούδι αποτελούν έκφραση της ζωής με μια δύναμη ξεχωριστή. Οταν χορεύει ο Θράκας, γίνεται πραγματικά "ένθεος". Αλλοπαίρνεται. Μαγεύεται. Μεταφέρεται σε άλλους κόσμους και φτάνει εκεί που οι άλλοι δεν μπορούν να φτάσουν. Περνάει και μέσα από τη φωτιά ακόμη, για να σβήσει αυτήν την τρομερή φλόγα που καίει μέσα του. Ξεπερνά τα όρια της συνηθισμένης ανθρώπινης αντοχής, ακόμη και στη μάχη με το φοβερό στοιχείο της φωτιάς. Επιθυμεί να δώσει και πάλι το νόημα στη ζωή του, νόημα που του στέρησε η Σαρακοστή. Να διασκεδάσει, να γελάσει, να μεθύσει, να χορέψει να κινηθεί. Να μετακινηθεί και να ενωθεί με τη μελωδία και το ρυθμό. Να μετουσιωθεί. Να ανυψωθεί... Και το κατορθώνει.

Τα έθιμα της ρόκας

Την Πασχαλιά και τη λουλουδιασμένη άνοιξη τραγουδάει σε δυο παραλλαγές το έθιμο της ρόκας,όπως θα το ονόμαζε κανείς, αφού η "Ρόκα" είναι ένα σημαντικό σύμβολο γενικά και εδώ έχει κεντρική θέση και σημασία, ενώ δεν υπάρχει κάποιο ιδιαίτερο όνομα για το σχετικό έθιμο. Απλό, κυρίως στην παραλλαγή, μας λέει η Μαρία Μιχαήλ - Δέδε. Ποιο, όμως, είναι το αρχικό; Κανείς δε γνωρίζει ούτε και τα ακριβή στοιχεία για τον τόπο και το χρόνο της προέλευσής του. Χαρακτηριστικό είναι τα πολλά τραγούδια που λέγονται από γυναίκες και άνδρες, από την εφηβική τους ηλικία μέχρι τα βαθιά γεράματα. Τραγούδια που ακούγονται, καθώς κάποια, η πρώτη του χωριού συνήθως, γνέθει τη ρόκα.

Στην Πιερία, στο Μοσχοπόταμο και παλαιότερα σε άλλα έξι χωριά γειτονικά, την Τρίτη του Πάσχα γίνεται ένα πανηγύρι. Στο πανηγύρι "κεντρικό πρόσωπο" είναι οι γυναίκες.Είναι ένα πανηγύρι, όπου κυριαρχεί η γυναικεία μορφή. Από νωρίς το απόγευμα συγκεντρώνονται στην πλατεία οι νέοι του χωριού και χορεύουν, με τους ήχους των οργάνων, αλλά χωρίς να ακούγεται κανένα τραγούδι. Σιγά σιγά εμφανίζονται και οι γυναίκες και σε λίγο συγκροτούν σχηματισμούς και οι άνδρες και οι γυναίκες κι εξακολουθεί ο χορός με τραγούδια πια. Και κάποια στιγμή, η "πρώτη", η σεβάσμια ηλικιωμένη γυναίκα, εμφανίζεται κρατώντας τη ρόκα, με τουλούπια από βαμβάκι. Το "σκηνικό" διά μιας αλλάζει. Η σεβάσμια γερόντισσα τραγουδά:

"Μι βλέπετε πιδάκια μου/ πώς γνέθου εγώ τη ρόκα;" - "Σι βλέπουμε μανούλα μου/ πώς μας πονάς κι γνέθεις/",απαντούν οι άλλες.

Η γυναίκα με τη ρόκα κάνει νόημα σε ένα νέο. Εκείνος την πλησιάζει, περιβρέχει τη ρόκα με πετρέλαιο και βάζει φωτιά. Οι άλλοι τρέχουν να κρυφτούν, παριστάνουν τους εχθρούς. Η παράδοση λέει πως κάποτε επί Τουρκοκρατίας την Τρίτη του Πάσχα μπήκαν οι Τούρκοι σε τούτο το χωριό. Οι άνδρες ήταν όλοι στα βουνά και πολεμούσαν για την ελευθερία.Οι Τούρκοι έπιασαν τους ανήμπορους γέρους και ετοιμάζονταν να πάνε να τους κρεμάσουν. Τότε, ξαφνικά η Μπέινα, μια γυναίκα έξυπνη, ευρηματική και γενναία, ξεσήκωσε όλες τις γυναίκες, τις πρόσταξε να βάλουν φωτιά στις ρόκες τους και όλες μαζί, με τη φλόγα στο χέρι, να πέσουν πάνω στους ξαφνιασμένους και τρομαγμένους Τούρκους. Που, φυσικά, το έβαλαν στα πόδια.Η παράδοση είναι όμορφη. Η παράδοση είναι και αληθινή, είναι και παραμυθένια και μαγευτική.

Παραλλαγές

Διαφορετικά και πιο απλά είναι τα στοιχεία που συνθέτουν το ανάλογο έθιμο στη Γαλατινή και σε άλλα χωριά της Κοζάνης.Η γυναίκα δεν ανάβει τη ρόκα και οι άνδρες δεν κυνηγιούνται. Απλώς αποχαιρετιούνται και τραγουδούν: "Μάη, Μάη, χρυσο-Μάη/ τι μας άργησες και δε φάνηκες. / Να μας φέρεις τα λουλούδια και την άνοιξη. / Γι' άκου το πουλί Μπέινα μ'/ τι όμορφα λαλεί/ σαν την άνοιξη".Σε πολλά μέρη, όπως είπαμε και προηγουμένως, γιορτάζεται η ρόκα, με τρόπους πολλούς διαφορετικούς και ταυτόχρονα ίδιους. Γεγονός είναι πως οι ποιμενικές κοινότητες βασικά έχουν το έθιμο να χορεύουν και να τραγουδούν με τη ρόκα.

Τότε και τώρα

Κάποτε τη "νεκρή" εβδομάδα, δηλαδή το επταήμερο που μεσολαβεί μεταξύ του Ακάθιστου Υμνου και της Μεγαλοβδομάδας, οι νοικοκυρές τη ζωντάνευαν με τις ετοιμασίες τους. Ασβέστωναν το σπίτι και τους κορμούς των δέντρων, ακόμα. Καθάριζαν και τύλιγαν τα χαλιά και έκαναν όλα τα δωμάτια και τους χώρους του σπιτιού να αστράφτουν, να μυρίζουν πάστρα.Φρόντιζαν τα γεράνια που καμάρωναν κατακόκκινα μέσα στους ντενεκέδες. Ψώνιζαν ό,τι δε χρειάζονταν μεγάλη ψύξη για να διατηρηθεί μια ολόκληρη βδομάδα. Δεν άφηναν τίποτε για την τελευταία στιγμή. Σε μια ειρηνική και γαλήνια ετοιμότητα βρίσκονταν. Το Σάββατο του Λαζάρου πήγαιναν στα νεκροταφεία και φρόντιζαν τους τάφους, τόσο όσο είχαν φροντίσει και το σπίτι τους. Σεβασμό στους νεκρούς και αγάπη στους ζωντανούς, έδειχναν.Η ζωή είχε συνέχεια και συνέπεια. Η Μεγάλη Εβδομάδα ερχόταν και εκείνες κουρασμένες, αλλά ήρεμες άρχιζαν τις πασχαλιάτικες ετοιμασίες. Εβαφαν τα αυγά, αγόραζαν κεριά, σκούρα για τον Επιτάφιο και λευκά για την Ανάσταση.Εκαναν γλυκά και άλλα πολλά φαγώσιμα κι ό,τι τραβά η ψυχή του ανθρώπου σε μια γιορτή.

Τώρα, είμαστε όλοι με το κλειδί στο χέρι, έτοιμοι να φύγουμε, να ξεφύγουμε, να διαφύγουμε, να αποφύγουμε τη μονοτονία. Να δραπετεύσουμε. Να πάμε κάπου, οπουδήποτε, φτάνει να μη μείνουμε στην πόλη. Πολλά έχουν αλλάξει, πάρα πολλά. Η παράδοση, όμως, συνεχίζεται και διαιωνίζεται. Καλό Πάσχα, σας ευχόμαστε. Και του χρόνου πάλι μαζί...

Τιτίνα ΔΑΝΕΛΛΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ