Τετάρτη 24 Ιούλη 1996
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 32
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
Σκιές και όνειρα

Ο Μέγας Σκηνοθέτης την είχε ειδοποιήσει από μέρες πριν, μ' ένα λακωνικό σημείωμα που άφησε αθέατος στο προσκέφαλό της: "Στις 23 Ιουλίου το πρωί γυρίζουμε την τελευταία σκηνή του έργου. Να είσαι έτοιμη... ". Η πρωταγωνίστρια βρήκε το μπιλιέτο κάτω από το μαξιλάρι της κι όταν το διάβασε ανατρίχιασε σύγκορμη. "Οχι, όχι", κραύγασε τρομοκρατημένη κι έπειτα σωριάστηκε σε μια καρέκλα κι άρχισε να σκέφτεται με απελπισία πως ό,τι κι αν έκανε δε θα απέφευγε το τελευταίο γύρισμα. Ούτε καν να το αναβάλει δε θα μπορούσε, γιατί ήξερε καλά, ότι ο Μέγας Σκηνοθέτης ήταν πάντα άτεγκτος στις αποφάσεις του. Ούτε με παρακάλια, ούτε με κλάματα μπορούσε κάποιος να τον κάνει να αλλάξει γνώμη. Από εκείνη τη στιγμή, λοιπόν, η πρωταγωνίστρια άρχισε να ετοιμάζεται για την τελευταία σκηνή. Πήρε το κουτί του μακιγιάζ κι έβαψε ωχρό το πρόσωπό της κι έπειτα πήγε στην γκαρνταρόμπα της και φόρεσε ένα μακρύ μαύρο φόρεμα κι ένα μαύρο μαντίλι στο κεφάλι. Κι έτσι, σωστή σκιά του παλιού φανταχτερού εαυτού της, έπεσε σ' ένα βαθύ ύπνο χωρίς όνειρα και περίμενε το πρωινό που θα γύριζε το "φινάλε".

Το πρωί της 23 του Ιούλη, όταν ο ήλιος είχε ψηλώσει λίγο, η πρωταγωνίστρια εμφανίστηκε στον τόπο του γυρίσματος που ήταν ένα παλιό μουράγιο. Με τα αδειασμένα μάτια της κοίταξε ένα γύρο και δεν είδε ψυχή, αλλά δεν παραξενεύτηκε. Δεν παραξενεύτηκε, γιατί αισθανόταν ότι αυτή μεν δεν έβλεπε τίποτε, αλλά και οι μηχανές ήταν στημένες και ο Μέγας Σκηνοθέτης ήταν παρών. Και δεν έπεσε έξω, αφού ένα λεπτό αργότερα άκουσε τη φωνή του αόρατου να λέει: "Ετοιμοι, κλακέτα, πάμε!". Η πρωταγωνίστρια τότε προχώρησε στην άκρη του μουράγιου, έστρεψε για τελευταία φορά το βλέμμα της προς τη στεριά της Ζωής και κατόπιν μπήκε σε μια μικρή βάρκα, για να ταξιδέψει στο Απειρο και το Μηδέν.

Μόλις πάτησε στο μικρό πλεούμενο η πρωταγωνίστρια φάνηκε να χάνει την επαφή με την πραγματικότητα. Η σκέψη της αναπήδησε κι άρχισε να τρέχει σαν τρελή πίσω προς τη στεριά. Και η ηθοποιός βρέθηκε, λέει, στη σκηνή ενός μεγάλου θεάτρου, που ήταν κατάμεστο από κόσμο και εδονείτο από χειροκροτήματα. Κι έπειτα βρέθηκε, στην οθόνη ενός κινηματογράφου να παριστάνει το "χαμίνι", που το ερωτεύεται ο εφοπλιστής ή το φτωχοκόριτσο που "δεν έχει πού την κεφαλή κλίναι" κι όμως περνάει τη ζωή του, χορεύοντας και τραγουδώντας. Κι ο κόσμος από κάτω να δακρύζει, να χαμογελάει, να ταυτίζεται με την πρωταγωνίστρια και τα ψεύτικα όνειρα των παραμυθιών της. Να πιστεύει, δηλαδή, στην πλάνη ότι το έντονα ταξικό και σκληρό καθεστώς που βιώνει, παρέχει ευκαιρίες σε όλους για μια καλύτερη ζωή. Κι αν, εν πάση περιπτώσει, κάποιος δεν μπορέσει να βρεθεί στην "αντίπερα όχθη" δεν πειράζει. Μπορεί να περνάει... καλά, αν το θέλει, έστω κι αν είναι άνεργος, νηστικός, άστεγος και χωρίς καμία προοπτική για το μέλλον!

Μετά από αυτό το ταξίδι στο παρελθόν η πρωταγωνίστρια επέστρεψε πάλι στο τώρα και άρχισε να αναρωτιέται ποιον τίτλο θα έβαζε άραγε ο Μέγας Σκηνοθέτης στο τελευταίο έργο της. Σκεφτόταν το ένα, το άλλο, αλλά άκρη δεν έβγαζε, οπότε ο λαμνοκόπος της βάρκας, που ήταν σκυμμένος και δε φαινόταν καλά, ακούστηκε ξαφνικά να λέει υπόκωφα: "Μη βασανίζεσαι, κυρά. Μάθε ότι ως τίτλος του τελευταίου έργου σου θα μπει το "Sic transit gloria mundi"" (έτσι παρέρχεται η δόξα του κόσμου).

Αυτά είπε ο λαμνοκόπος και μετά άρπαξε σιωπηλός τα κουπιά κι άρχισε να κωπηλατεί. Κι όπως η βάρκα τραβούσε προς το βάθος της Αχερουσίας η πρωταγωνίστρια γύρισε στο μουράγιο και είδε κόσμο, πολύ κόσμο, να την αποχαιρετά. Ο Μέγας Σκηνοθέτης είχε καταφέρει, φαίνεται, να γυρίσει την πιο"εμπορική" από όλες τις άλλες ταινίες της πρωταγωνίστριας.

Τάσος ΑΥΓΕΡΙΝΟΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ