Του Ασημάκη ΓΙΑΛΑΜΑ*
Οταν ο αφηνιασμένος καπιταλισμός εξευτελίζει ή καταργεί τόσες αξίες. Οταν το αδυσώπητο σύστημα της αγοράς θεοποιεί το κέρδος κι έτσι όλο και πλουτίζει τους πλούσιους και όλο και φτωχαίνει τους φτωχούς. Και όταν οι μεν πλούσιοι όλο και λιγοστεύουν, καθώς τα πλούτη τους αυξάνονται, οι δε φτωχοί όλο και πληθαίνουν, καθώς η φτώχεια απλώνεται, το κόμμα μας καλεί τους δεύτερους με το ευαγγελικό: "Δεύτε προς με οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι".
Οσοι μας αντιπολιτεύονται, είτε συντηρητικοί και φιλελεύθεροι, είτε αυτοκαλούμενοι σοσιαλιστές κι εκσυγχρονιστές, επιχειρούν να προσβάλουν τις θέσεις μας. Με τι όπλα; Αλλοι με βρισιές, ψευτιές και συκοφαντίες. Αλλοι με περιφρονητικές ειρωνείες, τύπου: "Μιλάνε τώρα και τα κουρέλια". "Βγήκε και το κόμμα της αρτηριοσκλήρυνσης"... Από τέτοια όπλα δεν έχουν, να πάθουν το παραμικρό οι θέσεις μας, που είναι, όπως είπα στην αρχή, στερεές και δυσπόρθητες. Και αναπτύσσονται και εξηγούνται από τα στελέχη του Κόμματος, γραπτώς ή προφορικώς, με μεγάλη επιτυχία.
Πάνω σ' αυτό σκέφτηκα: Τι θα μπορούσα να προσθέσω στις αναλύσεις, που γίνονται από τους συντρόφους, στις απόψεις που εκτίθενται, στα συνθήματα που ρίπτονται; Μάλλον τίποτε το ιδιαίτερο και αξιόλογο. Και γι' αυτό καλύτερα ήταν να σιωπήσω, παρά να πω τα ίδια ή περίπου τα ίδια, που είπαν άλλοι και ίσως κατά επιτυχέστερο τρόπο.
Προτίμησα, λοιπόν, τη σιωπή, αλλά προχτές αναδιφώντας και τακτοποιώντας παλαιά δημοσιεύματά μου, βρήκα ένα ποίημά μου. Δεν είμαι ποιητής. Σε άλλους τομείς του έντεχνου λόγου επιδίδομαι. Αλλά όπως έχει λεχθεί, η μητέρα των τεχνών του λόγου είναι η ποίηση. Και φαίνεται, ότι γι' αυτό σ' ορισμένες περιπτώσεις αισθάνομαι την ανάγκη να εκφραστώ με το στίχο.
Αν είσαι ποιητής/ κι αν του προφήτη/ σου έλαχε η μοίρα, / κρέμα στους κλώνους/ της γυρτής ιτιάς τη λύρα/ κι απ' την όχθη του πικρού/ του ποταμού, / που κυλάει τα βάσανα/ τα μύρια του Λαού, / σκύψε πάνω στην αιμάτινη/ τη δίνη/ και όρκος το τραγούδι σου/ ας γίνει: /
***
- Λαέ μου, ετούτη η γλώσσα/ ας ξεραθεί, / αν κάποτε σ' απαρνηθεί. / Λαέ μου, άφες με, / να γύρω, / να πλύνω τις πληγές/ στα γόνατά σου/ και πάρε την ψυχή μου/ για ύσσωπο και μύρο/ στα βάσανά σου. /
***
"Δε βλέπω τίποτε, / την ώρα αυτή, / από τον πόνο σου, / Λαέ μου, πιο πλατύ. / Δε βλέπω τίποτε άλλο, / στον καιρό μας τον μοιραίο, / από τον πόνο το δικό σου, / πιο ωραίο. / Δέξου του στίχου μου/ την προσφορά τη λιγοστή/ και την ύπαρξή μου, / αν χρειαστεί, / ένα φρύγανο να γίνει. / Ενα φρύγανο, / στων καημών και πόθων σου/ το πύρινο καμίνι. / Φρύγανο, / στη λαύρα και στη ζέστη, / μέσ' στο στήθος σου, / Λαέ μου, το γενναίο, / φρύγανο, που θα πυρώσει/ λίγο ασβέστη, / για το οικοδόμημα/ το νέο... /
* Ο Ασημάκης Γιαλαμάς είναι συγγραφέας, παλαίμαχος δημοσιογράφος, μέλος της διοίκησης του Θεατρικού Μουσείου.