Τις ανησυχίες της αστικής τάξης της χώρας και του Διευθυντηρίου των Βρυξελλών για ενδεχόμενη "χαλάρωση" της οικονομικής πολιτικής, μετέφερε ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας κατά την παρουσίαση της ετήσιας έκθεσης
Συνέχιση της πολιτικής λιτότητας τουλάχιστον μέχρι το 1999 και μάλιστα σε σκληρότερη μορφή, με πρόσχημα την επίτευξη των στόχων της Συνθήκης του Μάαστριχτ και του προγράμματος "σύγκλισης", συνιστά τώρα στην κυβέρνηση η Τράπεζα της Ελλάδος, ακολουθώντας τα "χνάρια" των συνταγών του ΔΝΤ, της Ευρωπαϊκής Ενωσης και του ΣΕΒ. Αυτό ήταν το κεντρικό μήνυμα, που έστειλε χτες από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων της Τράπεζας της Ελλάδος ο διοικητής της, Λ. Παπαδήμος.
Εκφράζοντας την ανησυχία του για το διογκούμενο κύμα αμφισβήτησης της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου προς τις πολιτικές δυνάμεις που αποδέχτηκαν και ψήφισαν τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, υπενθυμίζοντας ότι για να έχει επιτυχία η συγκεκριμένη οικονομική πολιτική απαιτείται η συναίνεση των πολιτικών φορέων, αλλά και των "κοινωνικών εταίρων" που αποδέχονται τον "ευρωπαϊκό" προσανατολισμό της χώρας. Μεταφέροντας τις ανησυχίες εκείνων που κερδίζουν από τη συγκεκριμένη πολιτική, ο Λ. Παπαδήμος έστειλε προειδοποιητικό μήνυμα ότι η "σταθεροποίηση" της οικονομίας, όχι μόνο δεν επιτρέπει την οιαδήποτε χαλάρωση, αλλά αντίθετα απαιτεί διαρκή και μακροχρόνια λιτότητα. "Το μέγεθος και η φύση των προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας - υποστήριξε - απαιτούν συνεχή και μακροχρόνια προσπάθεια σε όλους τους τομείς της οικονομικής πολιτικής". Αρνητικός ήταν εξάλλου και σε κάθε ενδεχόμενο υποχώρησης και ικανοποίησης λαϊκών αιτημάτων από την πλευρά της κυβέρνησης. "Είναι αναγκαίο να συνειδητοποιηθεί - αναφέρει - ότι, με δεδομένο το μέγεθος των δημοσιονομικών ανισορροπιών, η ικανοποίηση αιτημάτων για παροχές ασυμβίβαστες με τις οικονομικές δυνατότητες του κράτους, εκτονώνει προσωρινά ορισμένες κοινωνικές πιέσεις, αλλά μεταθέτει διογκωμένο το κόστος των παροχών στο όχι και τόσο απώτερο μέλλον"!
Κατά το διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, η εφαρμογή της πολιτικής λιτότητας δεν είναι από μόνη της ικανή να συγκινήσει την αστική τάξη να προχωρήσει σε παραγωγικές επενδύσεις. Κατά την άποψή του, παράλληλα με την πολιτική λιτότητας απαιτείται και διαρθρωτική προσαρμογή,βασικό στοιχείο της οποίας θα αποτελέσει η "απελευθέρωση της αγοράς εργασίας" από διοικητικούς περιορισμούς, αλλά και το πιο σημαντικό, η συνέχιση της προσπάθειας για "δημοσιονομική εξυγίανση". Με τον όρο "δημοσιονομική εξυγίανση" εννοεί φυσικά την περικοπή των δαπανών κοινωνικού χαρακτήρα του κρατικού προϋπολογισμού σε συνδυασμό με την επιβολή νέων φόρων, προκειμένου τα επόμενα χρόνια "να επιτευχθούν σημαντικά πρωτογενή πλεονάσματα".
Αναφερόμενος στις εξελίξεις του τρέχοντος έτους, ανέφερε ότι οι προοπτικές διαγράφονται ευνοϊκές, υπό την αίρεση, βέβαια, ότι θα συνεχιστεί με συνέπεια η πολιτική της λιτότητας που έχει εξαγγελθεί και έχει ενσωματωθεί στον κρατικό προϋπολογισμό και το πρόγραμμα "σύγκλισης". Με έμφαση, επίσης, σημειώνει ότι η πολιτική λιτότητας έχει μέλλον, καθώς μέχρι σήμερα έχουμε διανύσει "μόνο το πρώτο στάδιο μίας ευρύτερης και μακροχρόνιας διαδικασίας προσαρμογής". Προειδοποιεί μάλιστα ότι η προσδοκία των αγορών - δηλαδή των μεγαλοεπιχειρηματιών - είναι ότι η κυβέρνηση όχι μόνο θα παραμείνει σταθερή στη σημερινή της πολιτική, αλλά αυτή θα πρέπει τα επόμενα χρόνια να επιταχυνθεί..
Ο ίδιος δεσμεύτηκε ότι από την πλευρά της η κεντρική τράπεζα θα συμβάλλει στο μέτρο του δυνατού στην επίτευξη της "οικονομικής σταθερότητας" μέσω της ασκούμενης συναλλαγματικής πολιτικής της "σκληρής" δραχμής και της χαμηλής πιστωτικής επέκτασης. Επισήμανε, όμως, μεταθέτοντας έτσι τις ευθύνες για τους βραδείς ρυθμούς "σταθεροποίησης της οικονομίας" στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, ότι αυτό δεν αρκεί. Απαιτείται - όπως ανέφερε - η επιτάχυνση της διαρθρωτικής προσαρμογής και της "δημοσιονομικής εξυγίανσης".
Στην εισήγηση με θέμα "Η ελληνική οικονομία και η οικονομική πολιτική", μεταξύ άλλων ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος επισήμανε ότι το 1994:
Ομολογώντας δημόσια ότι η συγκεκριμένη πολιτική έχει εκτοπίσει από την ντόπια αγορά τα ελληνικά προϊόντα, ότι οι ιδιωτικές επενδύσεις παραμένουν σε τέλμα, ότι η υπόθεση της ανάκαμψης παραμένει "εύθραυστη", ότι το χάσμα που μας χωρίζει γενικά από τις άλλες χώρες - μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης και από τους στόχους του προγράμματος "σύγκλισης" παραμένει μεγάλο, ο διοικητής της τράπεζας συνέστησε και νέα μέτρα, όπως:
Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ