Παρασκευή 20 Φλεβάρη 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 14
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΚΛΑΔΟΣ ΖΥΜΑΡΙΚΩΝ
Βασικό χαρακτηριστικό η τάση συγκεντροποίησης

Η μεγάλη μείωση των μονάδων παραγωγής, με ταυτόχρονη αύξηση του μέσου μεγέθους τους, καθώς και η μείωση του κόστους παραγωγής, είναι το βασικό χαρακτηριστικό της κοινοτικής βιομηχανίας ζυμαρικών. Η διεθνής αγορά χαρακτηρίζεται από τάσεις βιομηχανικής συγκέντρωσης και διεθνοποίησης μέσω εξαγορών και συγχωνεύσεων, ενώ σημαντικό ρόλο αναμένεται να παίξουν οι πολιτικές μείωσης του κόστους παραγωγής. Τα παραπάνω αποτελούν διαπιστώσεις μελέτης για τον κλάδο των ζυμαρικών, από το Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ). Πρόκειται για φαινόμενα και τάσεις τα οποία ήδη διαμορφώνονται και στην Ελλάδα, μέσα από τη διαδικασία των εξαγορών και συγχωνεύσεων και τις αρνητικές συνέπειες αυτών στην απασχόληση, παρότι ο κλάδος χρηματοδοτήθηκε με αρκετά δισ. δρχ. από τον αναπτυξιακό νόμο.

Σύμφωνα με την ίδια μελέτη, μετά από συνεχή άνοδο η ελληνική κατανάλωση ζυμαρικών αντιμετωπίζει πλέον κορεσμό, αφού η κατά κεφαλήν κατανάλωση στην Ελλάδα είναι ήδη από τις υψηλότερες στον κόσμο. Συγκεκριμένα, ανέρχεται στα 8,5 κιλά ετησίως, έναντι 7,6 κιλών στις αρχές της δεκαετίας του 1990, δημιουργώντας μια αγορά που κυμαίνεται γύρω στα 44 δισ. δρχ. και αντιπροσωπεύει το 1% περίπου της συνολικής κατανάλωσης τροφίμων. Το 1995 η κατανάλωση ζυμαρικών ανήλθε στους 90 χιλιάδες τόνους, ενώ το 1996 μειώθηκε στους 86,7 χιλιάδες τόνους και το 1997 στους 80 χιλιάδες τόνους. Ανοδική τάση σημειώνει και ο τομέας της παραγωγής, ο οποίος αποτελείται από 8 μεγάλες βιομηχανικού επιπέδου μονάδες, που καλύπτουν το 80%-90% της αγοράς. Το 1996 η συνολική εγχώρια παραγωγή ανήλθε στους 120 χιλιάδες τόνους, έχοντας αυξηθείι πάνω από 50% μέσα στα τελευταία χρόνια. Εντυπωσιακή άνοδο παρουσιάζει και ο τομέας των εξαγωγών, ο οποίος αντιπροσωπεύει (1996) το 36% της εγχώριας παραγωγής. Ανοδο ωστόσο σημειώνουν και οι εισαγωγές, ιδιαίτερα από τις αρχές της 10ετίας του 1990, με αποτέλεσμα το 1996 να αντιπροσωπεύουν το 11% της συνολικής κατανάλωσης. Οι αυξημένες ποσότητες εισαγωγών των τελευταίων ετών εκτιμάται ότι αφορούσαν σε μεγάλο βαθμό προϊόντα χαμηλής αξίας, που εισήχθησαν κυρίως από μεγάλα σούπερ μάρκετ και πωλήθηκαν σε πολύ χαμηλές τιμές. Αποκλειστικός σχεδόν προμηθευτής της ελληνικής αγοράς είναι η Ιταλία, με μερίδιο γύρω στο 95% των συνολικών εισαγωγών, ενώ πολύ μικρότερες ποσότητες έρχονται από τις Κάτω Χώρες, τη Γερμανία και το Ην. Βασίλειο.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ