Παρασκευή 31 Ιούλη 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 28
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
Το πενηντάρικο

Αγόραζα βλίτα στη λαϊκή αγορά. Σκεφτόμουν τη μητέρα μου, που δεν τα έφαγε ποτέ, όπως και τα πράσα, γιατί στο σπίτι του παππού μου στο Διαβολίτσι της Ανω Μεσσηνίας, όπου έζησε μέχρι τα δεκαοκτώ της χρόνια, τέτοιο λαχανικό δεν είχε μπει.

Μέσα σ' αυτά τα αφηρημένα δευτερόλεπτα, μου έπεσε κάτω ένα πενηντάρικο. Αρχισα να το γυρεύω. Ημουν έτοιμη να πέσω στα γόνατα.

- Τι ψάχνεις; με ρώτησε ο μανάβης.

- Μου έπεσε ένα πενηντάρικο, του απάντησα.

- Και γι' αυτό σκας;

Καλά, ο μικρός διάλογος εξελίχθηκε σε μια διαλεκτική συζήτηση περί χρηματικής αγοραστικής αξίας, και πώς σταθεροποιείται το κάθε εθνικό νόμισμα και κάτι τέτοια εμπειρικά.

Ο μανάβης με κορόιδευε. Εμένα δε μ' ένοιαζε. Το πενηντάρικο δε μου το είχε χαρίσει κανένας. Ηταν ένα μέρος από την αμοιβή της εργασίας μου.

Θεωρητικά και πρακτικά, το κεφάλαιο, οσοδήποτε μικρό ή μεγάλο, σχηματίζεται από πενηντάρικα, ή αποσυντίθεται σε πενηντάρικα.

Το έλεγα και γελούσα από την άγνοιά μου στα οικονομικά.

Η άλλη μέρα ήταν Κυριακή. Και κάθε Κυριακή, μου έρχεται στο νου ο ποιητής Αλεν Γκίνσμπεργκ, που τα χρόνια του πολέμου στο Βιετνάμ έλεγε ότι έκανε μεγάλες προσπάθειες ν' απαλλαγεί από την αγορά του περιοδικού ΤΙΜΕ, αλλά δεν μπορούσε. Ηταν το όπιό του.

Το "ΒΗΜΑ" εκείνης της Κυριακής, της 21ης Ιούνη, στο οικονομικό ένθετο μέσα σε μισό μονόστηλο σε περιθώριο, με τίτλο "ΤΑ ΕΣΟΔΑ", είχε μια αναφορά στο καζίνο της Πάρνηθας.

Στην πραγματικότητα, δεν είχα κανένα ενδιαφέρον να το διαβάσω. Παρακινήθηκα από περιέργεια. Αυτό το καζίνο, τους πρώτους μήνες του χρόνου που διανύουμε, είχε τζίρο 21.8 δισεκατομμύρια δραχμές, μεικτά κέρδη 4.8 δισ. και 40% αύξηση από το αντίστοιχο περυσινό διάστημα.

Η σύγκριση με το καζίνο Λουτρακίου για τους αντίστοιχους μήνες ήταν 65,1 δισεκατομμύρια δραχμές και τα κέρδη 16.2 δισ.

Το άρθρο με συνέτριψε. Ηθελα να κλάψω.

Μόλις την προηγούμενη Παρασκευή, με είχε πονέσει η μέση μου, ψάχνοντας το πενηντάρικό μου. Οχι από τσιγκουνιά, από σεβασμό στη δραχμή.

Βέβαια, έστω και αν δεν κάνω τον κόπο ν' ανατρέξω σε εγκυκλοπαιδικές πηγές και να βρω την αρχή των τυχερών παιχνιδιών, όσο και να ξέρω επιπόλαια ότι αυτά πάντα υπήρχαν στους Κινέζους, στους Αραβες ή σε άλλους λαούς, έχω πρόχειρη τη δική μας χριστιανοϊουδαϊκή ιστορία, που μας διδάσκει ότι το 33 μ. Χ. οι Ρωμαίοι έπαιξαν στα ζάρια το χιτώνα του Χριστού.

Δηλαδή από τότε, τουλάχιστον, υπήρχαν τα ζάρια. Φημισμένοι ζωγράφοι έχουν αναπαραστήσει τη σκηνή.

Η ερώτησή μου, η αγωνιώδης ερώτησή μου που με αναστατώνει, είναι ποιοι είναι αυτοί που χάνουν τόσα χρήματα και κυρίως πού τα βρίσκουν; Οταν χάνουν αυτά τα χρηματικά ποσά, πέφτουν στα γόνατα να ψάξουν τα χαμένα εκατομμύρια ή δεν είναι δικά τους;

Βέβαια, τα πάθη και πού αυτά οδηγούν, είναι μια ιδιωτική υπόθεση.

Το θέμα είναι ποιος επωφελείται από τη χασούρα. Γιατί με την κοινή λογική όταν χάνει κάποιος σημαίνει ότι κάποιος άλλος κερδίζει.

Η διακίνηση χρήματος, που γίνεται με τα τυχερά παιχνίδια, με αποδιοργανώνει.

Ισως φταίει η οικογενειακή κουλτούρα, που ήταν πάντα στο Δε χρωστάμε και Δε μας χρωστάνε. Εμεινα τόσο πίσω!

Ιωάννα ΚΑΡΑΤΖΑΦΕΡΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ