Κυριακή 15 Νοέμβρη 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 44
ΔΙΕΘΝΗ
ΚΡΙΣΗ ΣΤΟΝ ΠΕΡΣΙΚΟ
Πυκνώνουν τα σύννεφα του πολέμου

Ατμόσφαιρα πολέμου για άλλη μια φορά, φέτος, στον Περσικό Κόλπο. Το θερμόμετρο της κρίσης στις σχέσεις του Ιράκ με τον ΟΗΕ, και κατ' επέκταση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, έχει, και πάλι, ανέβει επικίνδυνα και η Ουάσιγκτον σπεύδει, ως είθισται, να αυτοπροβληθεί ως θεματοφύλακας των αποφάσεων και των αρχών του Διεθνούς Οργανισμού και της ανθρωπότητας εν γένει. Το σκηνικό είναι παρόμοιο με την προηγούμενη κρίση του περασμένου Φλεβάρη. Η Βαγδάτη επιμένει στην απόφασή της, οι εμπειρογνώμονες της Ειδικής Επιτροπής Ελέγχου του ιρακινού αφοπλισμού - UNSCOM - αλλά και της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας εγκατέλειψαν την ιρακινή πρωτεύουσα, η Ουάσιγκτον εκτοξεύει απειλές και ενισχύει τη στρατιωτική υπεροπλία της στον Κόλπο, ενώ έχει, ήδη, ξεκινήσει την επιτυχημένη, όπως φαίνεται, προσπάθεια συγκέντρωσης υποστηρικτών - υποτελών στο άρμα της, τόσο στην περιοχή του Κόλπου, όσο και στην Ευρώπη.

"Ο Σαντάμ Χουσεϊν πρέπει να συμμορφωθεί και αυτό ελπίζουμε να κάνει πολύ σύντομα, αλλά σε περίπτωση που κάτι τέτοιο δε γίνει θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι να ενεργήσουμε άμεσα και αποφασιστικά", διακηρύττει σε όλους τους δυνατούς τόνους ο Αμερικανός Πρόεδρος Μπιλ Κλίντον. Η απόφαση της ιρακινής ηγεσίας να διακόψει τη συνεργασία της με τους επιθεωρητές της UNSCOM, κατηγορώντας τους για κατασκοπία και μεροληψία υπέρ των ΗΠΑ, κλιμάκωσε την κρίση, που είχε, ήδη, κάνει την εμφάνισή της από τις αρχές Αυγούστου. Για άλλη μια φορά, η Βαγδάτη ζητά από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ να προχωρήσει στην άμεση λήψη αποφάσεων που θα ανοίξουν το δρόμο για άρση των οικονομικών κυρώσεων σε βάρος της. Από την πλευρά του, το Συμβούλιο Ασφαλείας αρκέστηκε σε μια μόνο απόφαση, με την οποία καλεί την ιρακινή ηγεσία να ανακαλέσει την απόφασή της.

Επανάληψη του σεναρίου...

Οι αντιδράσεις της Ουάσιγκτον ήταν άμεσες και γνωστές. Ο Αμερικανός υπουργός Αμυνας Ουίλιαμ Κοέν πραγματοποίησε περιοδεία στις χώρες του Κόλπου και της ευρύτερης περιοχής (Κατάρ, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Σαουδική Αραβία, Κουβέιτ, Μπαχρέιν, Ομάν, Αίγυπτο, Τουρκία), με στόχο να εκμαιεύσει την υποστήριξη (υποτέλεια) των ηγεσιών τους στην όποια αμερικανική ενέργεια απέναντι στο Ιράκ. Αρχικά, ο Ουίλιαμ Κοέν δε φάνηκε να πέτυχε το σκοπό του, καθώς καμία αραβική ηγεσία δεν εξέφρασε ανοιχτά την υποστήριξή της στα αμερικανικά σχέδια. Αντίθετα, σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, δεν έλειψαν οι περιπτώσεις, που σε επίπεδο Τύπου εκφράστηκε κατηγορηματικά αντίθεση στο ενδεχόμενο χρήσης των αμερικανικών βάσεων που βρίσκονται στο έδαφος των χωρών αυτών ως ορμητήριο επίθεσης κατά του Ιράκ, ενώ πολλές ηγεσίες άφησαν να εννοηθεί ότι η νέα κρίση αφορά μόνο το Ιράκ και τα Ηνωμένα Εθνη, π.χ. Σαουδική Αραβία και Κουβέιτ. Ανάλογη ήταν και η εικόνα που συνέλεξε, δημοσίως πάντα, ο Σάντι Μπέργκερ, σύμβουλος σε θέματα Εθνικής Ασφαλείας του Μπιλ Κλίντον, ο οποίος περιόδευσε το προηγούμενο Σαββατοκύριακο στην Ευρώπη.

Εντούτοις, η Ουάσιγκτον επέμενε στις απειλές της, επαναλαμβάνοντας ότι δεν είναι αναγκαία η έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας για την ανάληψη στρατιωτικής δράσης σε βάρος του Ιράκ, καθώς προηγούμενες αποφάσεις του Οργανισμού εξασφαλίζουν το απαραίτητο νομικό πλαίσιο. Μάλιστα, η αμερικανική ηγεσία δηλώνει, διά στόματος του εκπροσώπου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Τζέιμς Ρούμπιν, ότι "δε νιώθει διόλου μόνη στην αντιπαράθεσή της με τη Βαγδάτη", αφήνοντας να εννοηθεί, όπως υποστηρίζουν πολιτικοί αναλυτές, ότι πολλές από τις αραβικές και ευρωπαϊκές ηγεσίες που, τώρα, σιωπούν, θα υποστηρίξουν, έστω και εμμέσως ή αποφεύγοντας τις διαμαρτυρίες, μια στρατιωτική αμερικανική επιδρομή.

... με κομβικές διαφορές

Μέσα στο πλαίσιο αυτής της εκστρατείας εξεύρεσης υποστηρικτών - υποτελών της Ουάσιγκτον, εντάσσεται, σύμφωνα με πολλούς διπλωματικούς αναλυτές, και η έγκριση της "ενδιάμεσης" ισραηλινο-παλαιστινιακής συμφωνίας του Μέριλαντ από το ισραηλινό υπουργικό συμβούλιο, την Τετάρτη, καθώς ο Μπιλ Κλίντον φέρεται να άσκησε τρομακτικές πιέσεις στον Μπέντζαμιν Νετανιάχου να προχωρήσει στην έγκριση, προκειμένου να διασφαλιστεί έστω και μια ελάχιστη ικανοποίηση εκ μέρους των αραβικών ηγεσιών. Η εκτίμηση και η τακτική του Λευκού Οίκου μοιάζει να φέρνει αποτελέσματα, καθώς, αντίθετα με τις ανάλογες περιπτώσεις, οι υπουργοί Εξωτερικών 8 αραβικών χωρών (συμπεριλαμβανομένης της Συρίας), αν και προειδοποιούν για καταστροφή όλης της περιοχής σε περίπτωση σύρραξης, καλούν τη Βαγδάτη να συμμορφωθεί και αποποιούνται της ευθύνης να την υποστηρίξουν.

Στο πλευρό της Ουάσιγκτον έχει ταχθεί, άνευ ενδοιασμών, η Βρετανία, της οποίας ο πρωθυπουργός Τόνι Μπλερ εκτοξεύει απειλές κατά της Βαγδάτης, ενώ οι υπουργοί Αμυνας, Τζορτζ Ρόμπερτσον, και Εξωτερικών, Ρόμπιν Κουκ, διαδέχτηκαν ο ένας τον άλλον σε περιοδείες στις χώρες του Κόλπου. Τη ριζική τους διαφωνία έσπευσαν να εκφράσουν, εξυπηρετώντας σαφώς τα δικά τους συμφέροντα άσκησης επιρροής στην περιοχή και τις πετρελαϊκές συμφωνίες που έχουν ήδη υπογράψει με την ιρακινή ηγεσία, η Ρωσία και η Κίνα, οι οποίες επιμένουν στη λύση της διπλωματικής οδού. Μία ακόμη διαφορά που μπορεί να παρατηρήσει κανείς, σε σύγκριση με την κρίση του περασμένου Φλεβάρη, όσον αφορά τις αντιδράσεις της διεθνούς κοινότητας, είναι η σιβυλλική στάση που επέλεξε να τηρήσει η Γαλλία, η οποία, αν και επιδιώκει την άμεση παρέμβαση του ΓΓ του ΟΗΕ Κόφι Ανάν και την έναρξη διαλόγου, δεν αποκλείει καμία προοπτική, ακόμη και αυτήν της στρατιωτικής επέμβασης.

Αν και το σκηνικό μοιάζει παρόμοιο με αυτό όλων των προηγούμενων κρίσεων, πολλοί πολιτικές αναλυτές σπεύδουν να τονίσουν ότι οι μικρές διαφορές είναι κομβικές. Συγκεκριμένα, αυτή τη φορά η Ουάσιγκτον φέρεται, ή δίνει την εντύπωση, να είναι περισσότερο από ποτέ αποφασισμένη να δώσει ένα δυναμικό τέλος στο ατέρμονο αυτό "παιχνίδι" αρνήσεων - κρίσεων, στο οποίο συμμετέχει με τη Βαγδάτη. Γνώμονας της απόφασής αυτής είναι οι εκτιμήσεις κυβερνητικών αμερικανικών κύκλων, σύμφωνα με τις οποίες η "προκλητική στάση" της ιρακινής ηγεσίας και οι αλλεπάλληλες διπλωματικές εκτονώσεις πλήττουν το κύρος και την υπεροχή των ΗΠΑ, αφήνοντας περιθώρια για αμφισβητήσεις της παντοδυναμίας και της απόλυτης κυριαρχίας τους στην περιοχή, εικόνα που πρέπει άμεσα να διαψευστεί, χωρίς να αφήνει καμία δυνατότητα έγερσης αμφιβολιών για το ποιος ηγείται της επιβολής της "νέας τάξης πραγμάτων" και για το ποιος "διαιρεί - βασιλεύει και αποφασίζει" για την περιοχή.

Πιο κοντά στο στρατιωτικό πλήγμα από άλλοτε

Ως ενδεικτικό της έντονης αποφασιστικότητας των ΗΠΑ, προβάλλεται το γεγονός ότι δόθηκε εντολή για απομάκρυνση όλων των υπαλλήλων του ΟΗΕ από τη Βαγδάτη, αλλά και όλων των Αμερικανών υπηκόων και διπλωματών από το Κουβέιτ και το Ισραήλ (εκτός από το απολύτως απαραίτητο προσωπικό) μέσα, μόνο, σε λίγα 24ωρα από την κλιμάκωση της κρίσης, ενώ κάτι τέτοιο, άλλες φορές, γινόταν μετά από αρκετές μέρες διαβουλεύσεων. Επιπλέον, εντολή αποχώρησης δόθηκε στους Βρετανούς, στους Γερμανούς και τους Αυστραλούς υπηκόους. Επίσης, χαρακτηριστική εκτιμάται ότι είναι η απροθυμία που δείχνει ο ΓΓ του ΟΗΕ Κόφι Ανάν να παρέμβει ενεργά στην κρίση και να μεταβεί στη Βαγδάτη για συνομιλίες, κάτι που έγινε τον περασμένο Φλεβάρη μετά από πολυήμερες διπλωματικές μεσολαβήσεις της Μόσχας και του τότε υπουργού Εξωτερικών Γεβγκένι Πριμακόφ και έχει, ήδη, ζητηθεί επιμόνως από τη Γαλλία, τη Ρωσία, αλλά και τη Βαγδάτη.

Τέλος, διόλου τυχαίο δεν μπορεί να θεωρηθεί το γεγονός ότι τα πολεμικά σενάρια έχουν κυριαρχήσει στον αμερικανικό Τύπο, τις τελευταίες μέρες, αλλά Αμερικανοί κυβερνητικοί αξιωματούχοι αποφεύγουν τις μεγαλόστομες δηλώσεις και αρκούνται να δηλώνουν, όπως ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού, στρατηγός Χένρι Σέλτον, ότι "δεν υπάρχει καμία ανάγκη τελεσιγράφου πριν από την όποια στρατιωτική επιδρομή". Η ανησυχητική αυτή αναμονή, που συνοδεύεται από πλήθος διαβουλεύσεων κεκλεισμένων των θυρών, δείχνει κατά πολλούς την προσπάθεια της Ουάσιγκτον να ελέγξει τις αντίθετες σε μια στρατιωτική επιδρομή αντιδράσεις, τόσο στο εσωτερικό των ΗΠΑ, όσο και στο εξωτερικό και να προετοιμάσει το έδαφος για μια "απρόσμενη" στρατιωτική επιχείρηση.

Τα τύμπανα μιας πολεμικής σύρραξης, μιας νέας "καταιγίδας της Ερήμου", ηχούν ολοένα και δυνατότερα για το Ιράκ, και συγκεκριμένα για τον ιρακινό λαό. Οπως έγινε και το 1991, κατά τον Πόλεμο του Κόλπου, το μεγάλο θύμα της όποιας στρατιωτικής επιδρομής θα είναι ο αθώος ιρακινός λαός, ο οποίος είναι και το θύμα των πολύχρονων οικονομικών κυρώσεων, που έχουν προκαλέσει το θάνατο εκατοντάδων χιλιάδων Ιρακινών και την εξαθλίωση των υπολοίπων, οι οποίοι, έτσι κι αλλιώς, υποφέρουν υπό το ζυγό του δικτατορικού ιρακινού καθεστώτος. Το ενδεχόμενο μιας στρατιωτικής επιχείρησης δίνει "ανάσα ζωής" στο καθεστώς της Βαγδάτης, που εκμεταλλεύεται τον εξωτερικό κίνδυνο, για να αποπροσανατολίσει τη λαϊκή δυσαρέσκεια, να κατευνάσει τη λαϊκή οργή, να καταπνίξει κάθε εσωτερική αντίσταση. Αλλωστε, καμία αλλαγή δε διαφαίνεται στη δύση μιας πολεμικής σύρραξης, παρά μόνο η ενδυνάμωση και η απολυτοποίηση της αμερικανικής κυριαρχίας και επιρροής σ' αυτήν την, υψηλών συμφερόντων, περιοχή.

Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ