Κυριακή 4 Απρίλη 1999
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 20
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΣ
Στοχαστής της Ομορφιάς

Καθώς η πένα κινείται να γράψει για κάποιον που έχει φύγει, αβίαστα έρχεται το ερώτημα: Εκείνος τι θα ήθελε; Ποιο είναι σημαντικό, σπουδαίο, μοναδικό, επιθυμητό; Ο Μανόλης Ανδρόνικος ήταν αρχαιολόγος όχι κατ' επάγγελμα. Η αρχαιολογία ήταν στάση ζωής, ήταν συνείδηση, ήταν η διαρκής αναζήτηση της συλλογικής μνήμης που δένει τους προηγούμενους με τους επόμενους, που θα δέσει εμάς με τις γενιές που θα έρθουν. Η αρχαιολογία ήταν η εκδήλωση από μέρους του της πιο βαθιάς και αληθινής δημοκρατίας, εκείνης που μαθαίνει το παρελθόν για να καταλάβει το παρόν και να κληροδοτήσει στο μέλλον. Αυτό που ο Μανόλης Ανδρόνικος το έλεγε κάπως έτσι "Να πάψουμε να είμαστε απόγονοι και να γίνουμε πρόγονοι". Γιατί εκείνος γνώριζε πολύ καλά ότι κάθε ίχνος, κάθε σπάραγμα, κάθε αντικείμενο που άντεξε στα χρόνια, δεν το αποκτούμε επειδή το βρήκαμε, αλλά το βρίσκουμε επειδή μας το άφησαν, μας το κληροδότησαν. Είναι η κληρονομιά και οφείλουμε να την παραδώσουμε.

Ετσι κάθε λέξη για το έργο του αρχαιολόγου ίσως είναι μικρή και λίγη, αν δεν μπορεί να συνοδευτεί με αναφορές στο σήμερα, στη συνέχεια, στην εξέλιξη, στην αξιοποίηση της παρακαταθήκης. Αυτό μάλλον θα ήταν ένας πραγματικός θάνατος. Εκείνος έφυγε πριν επτά χρόνια. "Κι όμως, κερδίζει κανείς το θάνατό του/ το δικό του θάνατο που δεν ανήκει σε κανέναν άλλον/ και τούτο το παιχνίδι είναι η ζωή" γράφει ο ποιητής. Ο Μανόλης Ανδρόνικος κέρδισε και έζησε.

Ανάμεσά μας...

Τον βρίσκουμε στην έκθεση κάτω από το στέγαστρο των Βασιλικών Τάφων, στο εργαστήριο που συντηρούνται ευρήματα, στις βιτρίνες μέσα στις οποίες τοποθετήθηκαν, στις μελέτες που έγιναν, στην αγωνία, την υπομονή και επιμονή όσων δουλεύουν ακόμα εκεί, στις ανασκαφές που συνεχίζονται και αποκαλύπτουν βήμα - βήμα την ιστορία και τον πολιτισμό της Μακεδονίας. Αναμφίβολα παρατηρούσε με δέος να συντηρούνται εκείνα τα μικρά ευαίσθητα γυάλινα κομματάκια και ελεφαντοστέινα κεφαλάκια και να αναπαριστώνται οι νεκρικές κλίνες έτσι όπως τις είχε φανταστεί. Τον βρίσκουμε ακόμα και στον επιστημονικό διάλογο, αφού το σημαντικό δεν είναι μόνο η πεποίθηση για το ασφαλές της ταύτισης, αλλά η αναζήτηση, τα ερωτήματα, η έρευνα που θα φέρει κι άλλα, θα δώσει κι άλλα. Ο Μανόλης Ανδρόνικος βρίσκεται και στην επόμενη μέρα της αποκάλυψης, εκεί που αρχίζουν τα ερωτήματα για το δικαίωμα των σύγχρονων "ανάδειξη" και "προβολή".

Ο ίδιος είχε θέσει στον εαυτό του ένα συνειδησιακό ερώτημα ήδη από την εποχή που άνοιγε τους τάφους. Μιλούσε για την ενοχή του ιερόσυλου και γράφει "ήταν μία αντίδραση και συναισθηματική - ψυχική, αλλά μαζί και πνευματική - διανοητική. Το συναίσθημα κέντριζε τη σκέψη και η σκέψη αναστάτωνε με τη σειρά της ολόκληρο το εγώ μου. Γιατί ενεργώ αυτή τη στιγμή μ' αυτόν τον τρόπο; Η έφεση για επιστημονική γνώση δικαιολογεί αυτή την ψυχρή και ανενδοίαστη παραβίαση ενός τάφου; Το ότι είχα ανασκάψει αμέτρητους τάφους δεν αποτελούσε προηγούμενο που να αμβλύνει αυτή την οξυμένη αίσθηση μιας ηθικά διαβλητής υπέρβασης των ανθρώπινα επιτρεπτών ορίων του επιστημονικού χώρου. Γιατί είναι ολότελα διαφορετική η εντύπωση που σου προκαλεί η ανασκαφή ενός μικρού, συνηθισμένου τάφου και η θέα του εσωτερικού χώρου ενός τέτοιου μεγαλόπρεπου τάφου, για τον οποίο η έκφραση "αιώνια κατοικία του νεκρού" βρίσκει το κυριολεκτικό της νόημα. Βλέποντας τον ευρύχωρο θάλαμο του τάφου και γνωρίζοντας πως πέρα απ' αυτόν υπήρχε κι ένας δεύτερος χώρος, ο προθάλαμος, ένιωθες πως πατάς το κατώφλι μιας κατοικίας, που ο ένοικός της την είχε προορίσει να μείνει ολότελα δική του για την αιωνιότητα. Ακόμα και σήμερα, όταν το σκέφτομαι, αδυνατώ να δώσω ικανοποιητική απάντηση σ' αυτό το ερώτημα, που δεν είμαι βέβαια ο πρώτος που το θέτω".

Πολλά χρόνια μετά κι ενώ οι Μακεδονικοί Τάφοι στεγάζονται και παραδίδονται στο κοινό ή τελούν υπό τη διαδικασία ανάδειξής τους, άλλοι ειδικοί συνεχίζουν και επεκτείνουν αυτό το συνειδησιακό ερώτημα: Εχουμε δικαίωμα να βγάλουμε τις κατοικίες των νεκρών από το σκοτάδι, για το οποίο προορίστηκαν, στο φως και τη δημόσια θέα; Μήπως προσβάλλουμε τη μνήμη και μαζί εκθέτουμε σε κινδύνους το μνημείο;

Οι απαντήσεις δεν έχουν δοθεί, ο διάλογος έχει ανοίξει κι ο Ανδρόνικος θα ήθελε να λάβει μέρος στη συζήτηση για το ποιες είναι οι κατάλληλες συνθήκες που χρειάζεται να εξασφαλίζονται για τη διατήρηση των τοιχογραφιών των Μακεδονικών Τάφων και φυσικά των Βασιλικών Τάφων. Θα είχε σίγουρα κάτι να πει στη συζήτηση για τα στέγαστρα, αν και εκείνος δεν πρόλαβε να δει έτοιμο το στέγαστρο των τάφων στους οποίους αφιέρωσε τη ζωή του. Σίγουρα θα ξενυχτούσε μερόνυχτα - όπως έκανε τότε - για το πώς θα προστατευτούν οι τάφοι στον Τύμβο των Στρατιωτικών, όπου εκείνος άνοιξε την ανασκαφή το 1981.

Η αρχαιολογία "σώμα αισθητό"

Δεν ήταν η "ελληνικότητα της Μακεδονίας" η προσφορά του Ανδρόνικου. Εκείνος άλλωστε δεν έψαχνε τέτοιες απαντήσεις. Κι εδώ βρίσκεται η αφόρητη θλιβερότητα μιας πολιτείας που αναζήτησε στο επιστημονικό έργο τις δικές της πολιτικές διευκολύνσεις.

Ακόμα κι αν εκείνη η μεγάλη Τούμπα, που χρόνια την κοιτούσε και λαχταρούσε να αποκαλύψει τα μυστικά της, δεν έκρυβε τον Φίλιππο, αλλά κάποιο άλλο μυστικό, ίσως λιγότερο εντυπωσιακό, ο Ανδρόνικος θα παρέμενε ο ίδιος. Μια προσωπικότητα βαθιά και ουσιαστικά πολιτική, ένας στοχαστής που κρατούσε στα χέρια του το εύρημα και σκεφτόταν την ανάγκη που το γέννησε, τη σκέψη που το επινόησε, τα χέρια που το κατασκεύασαν, τον άνθρωπο που το χρησιμοποίησε. Με την αφή έψαχνε την ιστορία, τη φανταζόταν κι έπειτα τη συνέθετε κομμάτι - κομμάτι, λέξη - λέξη.

Και γι' αυτή την ιστορία ο ίδιος έγραφε: "Θα έπρεπε να ανατρέξει κανείς πολύ μακριά στο παρελθόν και να παραθέσει αμέτρητους στίχους του Κωστή Παλαμά, που με αμείλικτη οξύτητα μαστιγώνει την άγονη και στενόμυαλη προγονολατρία που εξαντλείται σε ένα λεκτικό φετιχισμό. Το πνεύμα του μιστριωτικού καθαρευουσιανισμού ήταν κάτι περισσότερο από μια γλωσσική συντηρητικότητα. Ηταν μια αδυναμία να αντλήσει από την προγονική κληρονομιά τα ζωντανά και αείζωα στοιχεία που μπορούν να μπολιαστούν στο σημερινό άνθρωπο και να τον βοηθήσουν στη δική του προσπάθεια. Τα αρχαία μνημεία δεν αποτελούν "άγια λείψανα" που ως φετίχ πρέπει να προκαλούν το δέος και τελικά την αποστροφή... Ακόμη πιστεύω πως είναι δυνατή η συνύπαρξη των αρχαίων μνημείων με τη σύγχρονη ζωή, χωρίς ούτε εκείνα να βλάπτονται ούτε αυτή να παραλύει. Απέναντι στο λεκτικό φετιχισμό και την άγονη ωραιολογία, καιρός είναι να αντιπαρατάξουμε μιαν έλλογη πίστη και μια καρπερή καλλιέργεια της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, που δεν κινδυνεύει από φανταστικές βεβηλώσεις, αλλά από πραγματικές καταστροφές και εύκολες διαστροφές. Ισως μάλιστα περισσότερο απ' αυτές κινδυνεύει από τη νοθεία της πνευματικής μας ζωής, που συναγωνίζεται την αντίστοιχη της υλικής".

Η ομορφιά, η ομορφιά και η αρμονία ήταν που οδήγησαν τον Ανδρόνικο να είναι αρχαιολόγος. Η ανόθευτη και αφτιασίδωτη ομορφιά όγκων, μορφών, κινήσεων, εκφράσεων. Αυτή ήθελε να ανακαλύψει, να γνωρίσει και να διδάξει. Την αρμονία έτσι όπως του δίδαξαν οι δάσκαλοί του. Γι' αυτό ίσως αξίζει να μνημονεύσει κανείς λίγες λέξεις του γι' αυτόν τον τόπο: "κι όμως είναι ακόμα όμορφος και θα μπορούσε να γίνει ομορφότερος, αν είχε την αγάπη μας, αν τον ξαναγνωρίζαμε κι αν ρίχναμε και πάλι ρίζες στα χώματά του αντί να περιφερόμαστε σ' αυτόν ως μέτοικοι περαστικοί".

Δήμητρα ΜΥΡΙΛΛΑ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ