Κυριακή 6 Ιούνη 1999
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 38
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Τα επιτόκια και ο μύθος για "φτηνά δάνεια"

Η κυβέρνηση εμφανίζει μεγαλύτερη από την πραγματική τη μείωση στα επιτόκια στεγαστικών και αγροτικών δανείων (δεν υπολογίζει την περικοπή της επιδότησης επιτοκίου) από την άλλη κρύβει ότι η μείωση των επιτοκίων καταθέσεων ταμιευτηρίου ήταν μεγαλύτερη

Περηφανεύεται ακόμη η κυβέρνηση Σημίτη, ότι κατάφερε με την πολιτική της να εξασφαλίσει "φτηνά" δάνεια στους αγρότες, στους επαγγελματίες καθώς και στους εργαζόμενους για την απόκτησης στέγης (πρώτη κατοικία). Διαβάζουμε για παράδειγμα στα διαφημιστικά προεκλογικά φυλλάδια ή ακούμε να προπαγανδίζουν κυβερνητικά και άλλα στελέχη του ΠΑΣΟΚ, και να επαίρονται καθώς το 1999 (που έχουμε κυβέρνηση Σημίτη) συγκριτικά με το 1993 (που ήταν στην κυβέρνηση η ΝΔ) έχουν μειωθεί τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων (στο 6% από 20% το '93), των επαγγελματικών δανείων (στο 14% από 30%) και των αγροτικών δανείων (από 14% από 23%). Ακούμε επίσης διάφορα ραδιοτηλεοπτικά σποτ, σύμφωνα με τα οποία το 1999 συγκριτικά με το 1993, οι τόκοι που πληρώνουμε για τα στεγαστικά δάνεια έχουν μειωθεί στο 1/3 και περίπου στο 1/2 οι τόκοι που πληρώνουν οι αγρότες και οι επαγγελματίες για τα αγροτικά και τα επαγγελματικά δάνεια αντίστοιχα.

Το πρώτο που θέλουμε εδώ να σημειώσουμε είναι πως η κυβέρνηση λέει συνειδητά ψέματα όταν προπαγανδίζει πως μείωσε τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων στο 6%. Φτάνει μόνο να αναφερθεί ότι το χαμηλότερο επιτόκιο στεγαστικών δανείων σε δραχμές είναι αυτό της ΕΘνικής Τράπεζας για 5 χρόνια, το οποίο σήμερα είναι 7,25% (χωρίς τις διάφορες επιβαρύνσεις) ενώ μαζί με τις επιβαρύνσεις ξεπερνά το 9%. Οπως επίσης λέει ψέματα όταν υποστηρίζει πως μειώθηκε από 30% σε 14% το επιτόκιο των δανείων σε επαγγελματίες, καθώς το 1993 δεν υπήρχε επιτόκιο 30% για επαγγελματίες, το επιτόκιο των δανείων για κεφάλαια κίνησης που ήταν και το πιο υψηλό, ήταν 28,3%, ενώ σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα ήταν το επιτόκιο των δανείων προς τη βιοτεχνία (20,3%). Με τέτοιου είδους χονδροειδή ψέματα, γύρω από το ποσοστό μείωσης των επιτοκίων στεγαστικών - και όχι μόνο - δανείων δεν μπορεί να παραποιηθεί η πικρή αλήθεια. Οτι δηλαδή για τη συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων το "όνειρο να αποκτήσουν δικό τους σπίτι" έγινε πιο απόμακρο και όχι πιο κοντινό.Κι αυτό για τον εξής απλό λόγο. Οτι δηλαδή, αν στην περίοδο από το 1993 μέχρι το 1999 τα επιτόκια μειώθηκαν κατά 50% - και όχι 70% που ισχυρίζεται η κυβέρνηση - στην ίδια περίοδο το ποσό που έπρεπε να διαθέσουν οι εργαζόμενοι για την αγορά πρώτης κατοικίας υπερτριπλασιάστηκε.

Στην υπέρογκη αύξησης του κόστους αγοράς πρώτης κατοικίας, συνέβαλαν μεταξύ άλλων και οι εξής παράγοντες:

Πρώτον, οι αυξήσεις των τιμών πώλησης κατοικιών που επέβαλαν οι πωλητές διαμερισμάτων και άλλων ακινήτων, που ήταν τουλάχιστον όσο η επίσημη αύξηση του πληθωρισμού.

Δεύτερον, η αύξηση της φορολογίας στις αγοραπωλησίες και άλλους είδους μεταβιβάσεις ακινήτων,που επέβαλε το κράτος τα τελευταία χρόνια με τις αυξήσεις των αντικειμενικών αξιών.

Τρίτον, η δραστική μείωση της επιδότησης του επιτοκίου των στεγαστικών δανείων για την αγορά πρώτης κατοικίας.Ενώ μέχρι το 1992 δινόταν επιδότηση επιτοκίου για όλη τη διάρκεια του δανείου, το 1993 η ΝΔ μείωσε το χρόνο επιδότησης στα 10 πρώτα χρόνια διάρκειας του δανείου και στη συνέχεια το ΠΑΣΟΚ - ακολουθώντας το δρόμο που χάραξε η ΝΔ - περιόρισε την επιδότηση του επιτοκίου στη μισή διάρκεια του δανείου.Με τις αποφάσεις για τον περιορισμό του χρόνου επιδότης του επιτοκίου, αυξήθηκαν σημαντικά οι τόκοι που πλήρωναν οι δανειολήπτες για το διάστημα μετά την κατάργηση της επιδότησης και μέχρι την εξόφληση του δανείου.

Υπάρχει ακόμη, ένας τέταρτος παράγοντας που τα στεγαστικά δάνεια έγιναν ακριβότερα και στην ουσία απλησίαστα. Το γεγονός ότι - ελέω εισοδηματικής πολιτικής λιτότητας - περιορίστηκε η δυνατότητα των εργαζόμενων να συγκεντρώσουν τα απαιτούμενο "κομπόδεμα" που είναι αναγκαίο (τουλάχιστον το 20% της αξίας του ακινήτου) για να αγοράσουν δικό τους σπίτι με δάνειο.

Επίσης, μπορεί στην περίοδο από το 1993 μέχρι το 1999 να μειώθηκαν σημαντικά (από 30% μέχρι 50%) τα επιτόκια των δανείων σε αγρότες και επαγγελματίες. Ομως, στην ίδια περίοδο μειώθηκε ή και καταργήθηκε η επιδότηση του επιτοκίου των δανείων στους αγρότες και στους βιοτέχνες (ειδικά δάνεια για τη βιοτεχνία), ενώ παράλληλα αυξήθηκε υπέρμετρα η φορολογία (με τα λεγόμενα "αντικειμενικά κριτήρια", καταργήθηκαν οι τιμές στήριξης για μια σειρά αγροτικά προϊόντα, διαλύθηκαν οι συνεταιρισμό κλπ., με συνέπεια να οξυνθούν τα οικονομικά προβλήματα τόσο των αγροτών με μικρομεσαίες καλλιέργειες όσο και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων επαγγελματοβιοτεχνών και εμπόρων.

Τέλος, θα πρέπει να αναφερθεί, αυτό για το οποίο δε μιλά η κυβέρνηση. Οτι δηλαδή, ενώ στα τελευταία 5,5 χρόνια μειώθηκαν γύρω στο 50% τα επιτόκια των δανείων (έγιναν δηλαδή "φτηνότερα τα τραπεζικά δάνεια"), την ίδια περίοδο μειώθηκαν πολύ περισσότερο τα επιτόκια καταθέσεων ταμιευτηρίου (που αφορούν δηλαδή τη λαϊκή αποταμίευση).Φτάνει μόνο ν' αναφερθεί ότι το ονομαστικό επιτόκιο καταθέσεων ταμιευτηρίου στις εμπορικές τράπεζες από 17,1% που ήταν το 1993, έχει πέσει σήμερα στο 8%. Μειώθηκε δηλαδή πάνω από 53%.

Ολα αυτά είναι απτό δείγμα γραφής ότι η απελευθέρωση του τραπεζικού συστήματος επέτρεψε στις τράπεζες - κρατικές και ιδιωτικές - να ενισχύσουν τους τοκογλυφικούς όρους με τους οποίους χορηγούν δάνεια και συγκεντρώνουν τις λαϊκές αποταμιεύσεις. Αδιάψευστος μάρτυρας, τα προκλητικά μεγάλα ποσοστά αύξησης των κερδών των τραπεζών, από το 1993 μέχρι σήμερα, είναι πολλαπλάσια του πληθωρισμού...


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ