Κυριακή 1 Αυγούστου 1999
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 18
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Εκεί στα Κορέστεια

Του Γ. Χ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ

Αυτή την εποχή, όλη η Ελλάδα βρίσκεται στους δρόμους που οδηγούν στη θάλασσα. Ολα τα προγράμματα των διακοπών μιλούν για νησιά, για επιλεγμένες παραλίες και επίγειους παραδείσους, όπου πολυτελή ξενοδοχεία περιμένουν να υποδεχτούν το Νεοέλληνα προλετάριο, για να του αλλάξουν τη μιζέρια του καθημερινού του ονείρου, με έναν κόσμο ήχων και χρωμάτων, γεύσεων και θεαμάτων μοναδικών και ανεπανάληπτων, πληρωμένων σε 12 άτοκες δόσεις. Κι όμως, υπάρχει και μια άλλη Ελλάδα, που δεν είναι θαλασσινή και τη γνωρίζουν μόνο αυτοί που την κατοικούν. Η Ελλάδα, που είναι σκορπισμένη πάνω σε διάσελα πολυτραγουδημένων βουνών, σκορπισμένη σε κοιλάδες μυστικών ποταμών. Η Ελλάδα, που δε σε πληγώνει, όταν ταξιδεύεις αλλού, μα, σε πληγώνει, όταν την περπατάς, όταν τη χάνεις και τη βρίσκεις την ίδια στιγμή. Μιλάω για την Ελλάδα, που δεν είναι μόνο γλώσσα και ελευθερία, εθίμων κατάλογος και γεύσεων εμπειρίες. Δεν είναι μόνο η Ελλάδα της Ιστορίας και των πολεμικών αναμνήσεων η ευνοούμενη. Μιλάω για την Ελλάδα, που δεν μπορείς να την κλείσεις μέσα σε μια περιγραφή, ούτε μέσα σε σχήματα λόγου λυρικών ποιημάτων. Να τη ζήσεις μονάχα μπορείς. Να τη φορέσεις κατάσαρκα και πνιγμένος μαζί της μέσα σε ένα ποτήρι κρασί να περάσεις απέναντι, εκεί όπου, μέσα σε χλωρίδες πρωτόγνωρες και απολιθωμένες πανίδες, μέσα σε διηγήσεις προδομένων ονείρων και πάνω σε οριζόντιες στρωματογραφίες ηρωικών βημάτων, βρίσκεις τον ίδιο σου τον εαυτό. Αναγνωρίζεις μέσα στο χρυσαφί των τσεβρέδων και το ασημί των ταπεινών αναθημάτων τη δική σου μορφή. Ετσι, όπως την παράτησες, ναυαγισμένη σε σταυροδρόμια σχολικών αυλών, πάνω σε ψάθινες καρέκλες εφηβικών καφενείων και κάτω από τα μπάζα της ανεργίας και των θλιβερών φαντασιώσεων της ευτυχίας των παγκοσμιοποιήσεων!

* * *

Δεν είναι μελοδραματικές υπερβολές αυτά που σου γράφω, ούτε τα λεκτικά προϊόντα της προσωπικής μου μοναξιάς. Εχω και γω χαμένο το πρόσωπό μου μέσα στις απελπισμένες κραυγές του πολιτισμού μας, που σβήνει στα θλιβερά σκουπίδια των κυβερνητικών δράσεων, κάτω από την εφιαλτική συμβατικότητα του πολιτικού λόγου, πίσω από τον ίλιγγο των μετοχών, που ανεβαίνουν και κατεβαίνουν, μετρώντας τη θερμοκρασία του ετοιμοθάνατου εθνικού μας βίου. Εχω και γω, ακριβώς όπως Εσύ, την ανάγκη να ξαναφτιάξω το "γόητρο" της προσωπικής μου ιστορίας, μαζεύοντας από δω κι από εκεί τα κομμάτια μιας ξεχασμένης Ελλάδας, που δε λέει να τελειώσει, γιατί την κρατούνε με υπομονή στα χέρια τους άνθρωποι που γελούνε ακόμα, ακούν τους θλιμμένους ανάπαιστους της βαλκανικής μουσικής και χορεύουν, ανοίγοντας τα χέρια πλατιά, για ν' αγκαλιάσουν το σύμπαν της μοναξιάς που τους περιβάλλει, κάτω από τη στεγνή γλώσσα της κεντρικής εξουσίας. Αυτοί μόνοι και, όμως, χαρούμενοι, στην προοπτική ενός ονείρου που δεν είμαι σίγουρος, αν θα αντέξει πολύ, αφού οι αρμόδιοι των "θαλασσινών" διακοπών δεν έχουν χρόνο να τους σκεφτούν και φροντίζουν να τους ξεχάσουν.

* * *

Μιλάω για τον πρώτο δήμαρχο του καποδιστριακού Δήμου των Κορεστείων. Τριάντα χιλιόμετρα, αν θυμούμαι καλά, πάνω στο δρόμο που φέρνει από την Καστοριά στη Φλώρινα. Βρέθηκα εκεί ένα βράδυ με τους φοιτητές και τους συνεργάτες μου στις ανασκαφές του Δισπηλιού. Ητανε το πανηγύρι της Αγίας Παρασκευής και ο καινούριος δήμος, φορώντας τα "καλά" του, γιόρταζε στο προαύλιο ενός επιβλητικού σχολείου. Μπήκαμε μέσα, σχολιάζοντας την ένταση της μουσικής, την κνίσα της ψησταριάς, την έλλειψη των καθισμάτων. Πολύ γρήγορα όμως, τα σχόλιά μας ξεχάστηκαν, μπροστά στο πλατύ χαμόγελο του δημάρχου. Μας έσφιξε τα χέρια με δύναμη, κάθισε κοντά μας και άρχισε να μας μιλάει για τον πολιτισμό! Ναι, για τον πολιτισμό, χωρίς να φλυαρεί, αναμασώντας τις γνωστές "μορταδέλες", που τόσο τις συνηθίζουν οι τοπικοί άρχοντες, έτσι, για να αποσπάσουν καμιά χρηματοδότηση, που τόσο εναγώνια την αναζητούν τα ταμεία των νέων και παλαιών δήμων. Ο δήμαρχος των Κορεστείων δε φλυαρούσε, όμως, εκείνο το βράδυ, μιλούσε και αυτά που έλεγε τα εννοούσε. Και μέσα στα μάτια καθρεφτίζονταν μαζί με την αγωνία του για το μέλλον του πολιτισμού μας η μουσική, τα φώτα και η κνίσα του πανηγυριού!* * *

Κι όταν έφευγε από κοντά μας, έσκυψε ευγενικός και πραγματικός άρχοντας πάνω από το τραπέζι μας, που ήταν κιόλας γεμάτο τρανταχτά γέλια και μισογεμάτα ποτήρια και είπε: Μη διανοηθείτε να πληρώσετε.

Οχι, δήμαρχε, δε διανοηθήκαμε να πληρώσουμε. Μη μας αρνηθείς, όμως, να σε ευχαριστήσουμε δημόσια, όχι μόνο για το ευγενικό σου κέρασμα, αλλά και για το μάθημα αισιοδοξίας, που μας έκανες σιωπηρά, εκεί ψηλά στα ξεχασμένα Κορέστεια. Καλή αντάμωση!

Μιλάω για την Ελλάδα, που δεν είναι μόνο γλώσσα και ελευθερία, εθίμων κατάλογος και γεύσεων εμπειρίες. Δεν είναι μόνο η Ελλάδα της Ιστορίας και των πολεμικών αναμνήσεων η ευνοούμενη. Μιλάω για την Ελλάδα, που δεν μπορείς να την κλείσεις μέσα σε μια περιγραφή, ούτε μέσα σε σχήματα λόγου λυρικών ποιημάτων. Να τη ζήσεις μονάχα μπορείς


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ