Πέμπτη 3 Μάη 2007
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 24
ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΑΙΝΙΩΝ
ΚΕΝΕΘ ΜΠΡΑΝΑ
Ο Μαγικός Αυλός

«Ο Μαγικός Αυλός» είναι όπερα και όχι ...κινηματογραφικό έργο! Ο Κένεθ Μπράνα, ωστόσο, προσπάθησε, και ως ένα σημείο κατάφερε, να συνταιριάξει αυτές τις δύο Τέχνες! Ο θεατής βλέπει όπερα και την ίδια στιγμή βλέπει cinema! Ή το αντίστροφο...

Η ταινία του Κένεθ Μπράνα κράτησε τη θεατρική άποψη της όπερας, κράτησε τα θεατρικά ντεκόρ και τα κοστούμια. Κράτησε, ακόμα, τους θεατρικούς ερμηνευτές (οι ηθοποιοί της είναι λυρικοί τραγουδιστές και όχι σταρ του cinema). Την ίδια στιγμή, όμως, έχουμε «σπάσιμο» των θεατρικών σκηνών σε πλάνα. Εχουμε κινηματογραφική ανάλυση των δραματικών στοιχείων και των συγκρούσεων. Εχουμε κινηματογραφική αφήγηση της ιστορίας (πλάνα - ντεκουπάζ). Εχουμε ρεαλιστικότερο παίξιμο.

Πέτυχε το πείραμα; Σε πολλές στιγμές ναι, σε άλλες όχι! Οσες φορές, πάντως, τα δυο καλλιτεχνικά είδη, οι δυο καλλιτεχνικές γλώσσες, βρίσκουν την «κοινή συνισταμένη», συγχρονίζονται δηλαδή, τότε «Ο Μαγικός Αυλός», με τη βοήθεια της θαυμάσιας μουσικής του, φυσικά, απογειώνεται.

«Ο Μαγικός Αυλός» δεν είναι η πρώτη φορά που μεταφέρεται στον κινηματογράφο. Το 1975 ο Ινγκμαρ Μπέργκμαν, παρεμβαίνοντας στο λιμπρέτο και αλλάζοντας τις ιδιότητες κάποιων από τους ήρωες της όπερας, έφτιαξε το «δικό» του «Μαγικό Αυλό». Ενα «Μαγικό Αυλό» πιο στοχαστικό, πιο πολιτικοποιημένο! Ο Κένεθ Μπράνα δεν έκανε ιδεολογικές αλλαγές στο κείμενο, ούτε άλλαξε ρόλους στους ήρωες. Αυτός, απλώς, μετέφερε το χρόνο. Ο δικός του «Μαγικός Αυλός» διαδραματίζεται στη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Η πρεμιέρα του «Μαγικού Αυλού», του Βόλφγκαγκ Αμαντέους Μότσαρτ (1756 - 1791), δόθηκε σε ένα σκοτεινό και απομακρυσμένο θέατρο της Βιέννης, στις 30 Σεπτέμβρη του 1791. Η υποδοχή της όπερας ήταν υποτονική. Με την επιμονή, όμως, του Εμανουέλ Σικάνεντερ (1751 - 1812), ο οποίος είχε γράψει το λιμπρέτο και έπαιζε και το ρόλο του Παπαγκένο, η παράσταση συνεχίστηκε. Και πολύ καλά έκανε. Γιατί ένα χρόνο αργότερα, το Νοέμβρη του 1792, «Ο Μαγικός Αυλός» γιόρτασε θριαμβευτικά τις 100 παραστάσεις του! Στη γιορτή, δυστυχώς, δεν ήταν παρών ο Μότσαρτ! Είχε πεθάνει στις 5 Δεκέμβρη, του 1791, από νεφρική ανεπάρκεια!

Πολλοί θεωρούν πως ο «Μαγικός Αυλός» περνάει μασονικές απόψεις. Σε αυτό βοηθάει, πέρα από αυτά που λέγονται στο λιμπρέτο, και το γεγονός, ότι τόσο ο Αμαντέους Μότσαρτ, όσο και ο Εμανουέλ Σικάνεντερ, ήταν και οι δυο μασόνοι. Αλλοι, ωστόσο, και είναι οι περισσότεροι αυτοί, μέσα στο «Μαγικό Αυλό» βλέπουν μεγάλες συγγένειες και μεγάλες ταυτίσεις με το διαφωτισμό. Με το πρόσωπο της βασίλισσας ταυτίζουν το σκοταδισμό και με το πρόσωπο του Σαράστρο το φως και τη γνώση.

Και οι δύο πλευρές, αλλά και οι «ουδέτεροι» ακροατές του «Μαγικού Αυλού», αναγνωρίζουν πως το έργο είναι βαθιά επηρεασμένο από τη φιλοσοφία και την ιδεολογία του διαφωτισμού. Και ταυτόχρονα αναγνωρίζουν πως οι δημιουργοί του γοητεύονται το ίδιο τόσο από το καλό όσο και από το κακό. Για το καλό, βέβαια, δε γίνεται λόγος. Η θέση των δημιουργών του είναι καθαρή. «Ερχεται σαν δυνατές αχτίδες του ήλιου, που σβήνουν με τη λάμψη τους και το φως τους τα σκοτάδια». Η περιγραφή του κακού, όμως, τα σκοτάδια, δεν είναι αποτρόπαια. Στο θεατρικό «Μαγικό Αυλό», ό,τι αντιπροσωπεύει το κακό και το σκοταδιστικό είναι εξίσου γοητευτικό και ελκυστικό με το καλό. Αυτό με την πρώτη ματιά φαντάζει αντίφαση και σύγχυση. Στην πραγματικότητα, όμως, αυτό δυναμώνει τα δύο άκρα και κάνει την πάλη δυσκολότερη, σκληρότερη και, τελικά, πιο ενδιαφέρουσα!

Στην ταινία τα πράγματα, δεν είναι τόσο πολύπλοκα! Το κακό (βασίλισσα), και το καλό (Σαράστρο), είναι πιο ευδιάκριτα! Εκείνο που κυριαρχεί είναι το θετικό. Πολλές φορές, μάλιστα, αυτή η κυριαρχία γίνεται με απλουστευτικό και διδακτικό τρόπο, μειώνοντας έτσι τον υπαινικτικό λόγο, ο οποίος δίνει γοητεία στην Τέχνη...

Ο χώρος δε μας παίρνει να αναλύσουμε και να εξηγήσουμε τους λόγους για τους οποίους «Ο Μαγικός Αυλός» θεωρείται, και είναι, όπερα -πρόκληση για τους λυρικούς! Υπάρχουν στιγμές στο μουσικό αυτό έργο, που είναι σημεία αναφοράς και πεδία δημιουργικού συναγωνισμού, για τους καλλιτέχνες. Ο θεατής της ταινίας, ακόμα και αυτός που δεν είναι φίλος της όπερας, θα ευχαριστηθεί (ακουστικά) πολλές στιγμές. Και θα διαπιστώσει πως οι τραγουδιστικές ερμηνείες απαιτούν εκπαιδευμένους και άξιους καλλιτέχνες.

Παίζουν: Τζόζεφ Κάιζερ, Εϊμι Κάρσον, Μπεν Ντέιβις.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ