Κυριακή 12 Οχτώβρη 2008
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 12
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Ορισμένες κραυγαλέες περιπτώσεις

Ολόκληροι κλάδοι που, στη χώρα μας, ανήκαν στο ιδιωτικό κεφάλαιο, στην πορεία ανάπτυξης του καπιταλισμού κρατικοποιήθηκαν και σε επόμενη φάση της εξέλιξης του συστήματος επαναπροωθήθηκαν στους εκπροσώπους του κεφαλαίου

Ενα από τα προβλήματα που αντιμετώπιζε η οικονομικά καθυστερημένη Ελλάδα της δεκαετίας του '30, σε μια εποχή που οι εξαγωγές ορισμένων αγροτικών προϊόντων γνώριζαν μεγάλη άνθηση, ήταν τα ενοίκια και τα τέλη που έπρεπε να πληρώνουν το ελληνικό δημόσιο και οι μεγαλέμποροι - εξαγωγείς σε διάφορες πολυεθνικές, που κατείχαν τα λιμάνια της χώρας. Τα υψηλά ενοίκια, οι φορτοεκφορτωτικές εργασίες και τα άλλα κόστη που πληρώνονταν, μετακυλίονταν στους μεγαλέμπορους, οι οποίοι, βλέποντας ότι με αυτόν τον τρόπο χάνουν μέρος από τα κέρδη τους, αντιδρούσαν προς την κυβέρνηση, αξιώνοντας ακόμα και δωρεάν υπηρεσίες. Ετσι, το 1937 άρχισε στην ουσία η διαδικασία κρατικοποίησης του λιμανιού της Θεσσαλονίκης, που μέχρι τότε το εκμεταλλευόταν κάποια γαλλική εταιρεία. Το δημοσίευμα στην εφημερίδα «ΒΡΑΔΥΝΗ», στις 6 του Γενάρη του 1937, η πρωτοσέλιδη είδηση αναφέρει: «Η Λιμενική Επιτροπή κατόπιν υποδείξεως του υπουργείου Οικονομικών προέβη εις την μείωσιν του ενοικίου, όπερ καταβάλλει εις την γαλλικήν εταιρείαν λιμένος της Θεσσαλονίκης. Κατά τας πληροφορίας μας, η κυβέρνησις προτίθεται να τροποποιήσει την υπάρχουσα σύμβασιν». Το λιμάνι της Θεσσαλονίκης, λίγο αργότερα, πέρασε στα χέρια του κράτους.

Πριν τη ΔΕΗ

Το «ηλεκτρικό» έκανε την εμφάνισή του στη χώρα το 1889, με την πρώτη μονάδα παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος στην οδό Αριστείδου στο κέντρο της Αθήνας και αποκλειστικό στόχο τον ηλεκτροφωτισμό των ανακτόρων. Λίγα χρόνια αργότερη, η ίδια και άλλες εταιρείες από το εξωτερικό μπήκαν στην αγορά για τον ηλεκτροφωτισμό και αργότερα για την ηλεκτροδότηση των μεγάλων πόλεων και ορισμένων βιομηχανικών μονάδων. Το 1950 στη χώρα λειτουργούσαν 400 περίπου εταιρείες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά ο μεταξύ τους «ανταγωνισμός» για την εξασφάλιση όλο και μεγαλύτερων κερδών και συγκέντρωση κεφαλαίου, οδηγούσε σε συνεχείς αυξήσεις των τιμολογίων, ενώ η πολυδιάσπαση αυτή της παραγωγής δεν επέτρεπε τη δημιουργία μονάδων με μεγάλες δυνατότητες παροχής ρεύματος. Για τους αναπτυσσόμενους κλάδους της βιομηχανίας, η ακριβή και ισχνή ενέργεια αποτελούσε τροχοπέδη, αλλά επειδή οι ίδιοι οι μεγαλοεπιχειρηματίες δε διέθεταν επαρκή κεφάλαια για την κατασκευή μεγάλων ηλεκτροπαραγωγικών μονάδων και των αναγκαίων υποδομών, την υπόθεση την πήρε στις πλάτες του το κράτος, με τη σύσταση, το 1950 της ΔΕΗ, στην οποία, μαζί με τα τεράστια κεφάλαια, της παραχωρήθηκαν και όλα τα λιγνιτικά αποθέματα της χώρας.

Η Εμπορική Τράπεζα

Η Εμπορική Τράπεζα ξεκίνησε τις εργασίες της από ένα τραπεζικό γραφείο χρηματομεσιτικών πράξεων το 1886. Δέκα χρόνια μετά, μετατρέπεται σε τράπεζα, αργότερα εισάγεται στο Χρηματιστήριο, στήνει υποκαταστήματα σε Λονδίνο και Αίγυπτο. Από το 1948, αρχίζει να εμφανίζει συνεχώς κερδοφόρους ισολογισμούς, αξιοποιώντας το δανεισμό προς άλλους επιχειρηματίες, ενώ από τη δεκαετία του '50 ξεκινά η μεγάλη ...«επιθετική πολιτική». Εξαγοράζει τράπεζες (Ιονική και Λαϊκή, Πειραιώς, Αττικής, Τράπεζα Επενδύσεων) ιδρύσει και εξαγοράζει ασφαλιστικές εταιρείες, ενισχύει με απίστευτους ρυθμούς τη συγκέντρωση των κεφαλαίων της. Η υπερσυσσώρευση κεφαλαίων «σπρώχνει» την Εμπορική και σε άλλους κλάδους δραστηριότητας. Ιδρύει και εξαγοράζει δεκάδες και εκατοντάδες βιομηχανικές επιχειρήσεις, ξενοδοχεία, ναυπηγεία, επιχειρήσεις τυποποίησης τροφίμων κλπ. Η οικονομική και πολιτική δύναμη προκαλεί τους ανταγωνιστές της, οι οποίοι έτριβαν τα χέρια τους, όταν το 1975 αποκαλύφθηκε το μεγάλο σκάνδαλο των παράνομων χρηματοδοτήσεων των θυγατρικών της Εμπορικής, με χρήματα της Τράπεζας. Το 1976, η τράπεζα πέρασε στο Δημόσιο, αφού ...τα μέχρι τότε αφεντικά της δεν μπορούσαν να καλύψουν τη ζημιά που εντοπίστηκε από τις παράνομες χρηματοδοτήσεις.

Τα γερμανικά κεφάλαια

Από το 1900, στον κλάδο των τηλεπικοινωνιών εισβάλλουν τα γερμανικά κεφάλαια της ΖΗΜΕΝΣ. Αρχικά, αντιπροσωπεύονται από Ελληνες επιχειρηματίες - «βιτρίνα», ενώ το 1931 ιδρύει την «Ελληνική Τηλεφωνική Εταιρεία». Στην αγορά, ανταγωνίζεται με δύο ακόμα εταιρείες, την αγγλική Eastern Telegraph (ασύρματη και ενσύρματη τηλεγραφία) και την κρατική ΤΤΤ (Ταχυδρομεία - Τηλεγραφεία - Τηλέφωνα). Η άμεση εξάπλωση της ΖΗΜΕΝΣ διακόπηκε μετά τον πόλεμο, αφού τα περιουσιακά της στοιχεία κατασχέθηκαν, λόγω της χώρας προέλευσης των κεφαλαίων. Με πιστώσεις από το σχέδιο Μάρσαλ, στο πλαίσιο του οποίου η Ελλάδα αναλαμβάνει την υποχρέωση να δημιουργήσει τηλεπικοινωνιακές υποδομές και να αναπτύξει τα αναγκαία δίκτυα, επένδυση που δε θα μπορούσε να την πραγματοποιήσει καμιά ιδιωτική εταιρεία, συστήνεται το 1949 ο ΟΤΕ, ως ανώνυμη εταιρεία. Είχε μία και μοναδική μετοχή που ανήκει στο Δημόσιο.

Εφτά εταιρείες

Από τα μέσα του 19ου αιώνα, στη χώρα προκηρύχτηκαν δεκάδες διαγωνισμοί για τη δημιουργία σιδηροδρομικών γραμμών στη χώρα. Επιχειρηματίες και εταιρείες από διάφορες χώρες, κύρια της Ευρώπης, παρουσιάζονται στις ελληνικές κυβερνήσεις με σχέδια, χρονοδιαγράμματα και συγκεκριμένες, υποτίθεται, προτάσεις, προκειμένου να αναλάβουν το έργο της στρώσης των σιδηρογραμμών και της εκμετάλλευσης των δρομολογίων. Κάποιοι από αυτούς, μάλιστα, πήραν και παχυλές αμοιβές, αλλά σιδηρόδρομος δε φτιάχτηκε. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, πάντως, λειτούργησαν από διαφορετικές εταιρείες (ελληνικές, ξένες και τραπεζικά ιδρύματα) οι γραμμές Αθηνών - Πειραιώς, Πύργου - Κατακώλου, Θεσσαλίας, Πειραιώς - Αθηνών - Πελοποννήσου, Αττικής, Βορειοδυτικής Ελλάδος, Σιδηρόδρομοι Ελληνικού Κράτους (ΣΕΚ), ενώ ιδιαίτερος ήταν ο ρόλος της αμερικανικής ΠΑΟΥΕΡ που είχε αναλάβει τα τραμ και τον «ηλεκτρικό» της Αθήνας. Ο βασικός κορμός, που αργότερα έμελλε να γίνει η γραμμή Αθήνα - Θεσσαλονίκη, «πέρασε» στο κράτος το 1936, ενώ ο ηλεκτρικός της Αθήνας κρατικοποιήθηκε μόλις το 1976.

Αλλαξαν τα πάντα

Η εικόνα, βέβαια, σήμερα είναι εντελώς διαφορετική. Πριν λίγες βδομάδες, η κυβέρνηση της ΝΔ έδωσε στη δημοσιότητα το σχέδιο ιδιωτικοποίησης του ΟΣΕ. Στον τομέα των τηλεπικοινωνιών, η αντίστροφη πορεία έχει ολοκληρωθεί, αφού το σύνολο πλέον των επιχειρήσεων του κλάδου έχει ιδιωτικοποιηθεί. Στις τράπεζες, οι διαδικασίες ιδιωτικοποίησης βρίσκονται στην τελική φάση. Ειδικά, η Εμπορική έχει παραχωρηθεί στη γαλλική Κριντί Αγκρικόλ, ενώ έχει ιδιωτικοποιηθεί το σύνολο των θυγατρικών της τραπεζών και των μεγάλων επιχειρήσεων που διέθετε. Στον τομέα της ενέργειες έχει προωθηθεί το νομικό πλαίσιο για την «απελευθέρωση» του κλάδου, στη ΔΕΗ ήδη κάνουν κουμάντο οι διάφοροι «θεσμικοί επενδυτές», ενώ διάφοροι επιχειρηματικοί όμιλοι, σε συνεργασία με πολυεθνικές του εξωτερικού ετοιμάζονται να βάλουν πόδι στον κλάδο. Το λιμάνι της Θεσσαλονίκης, που, από τους Γάλλους βρέθηκε στο ελληνικό Δημόσιο, τώρα βρίσκεται στο Χρηματιστήριο και οι κυβερνώντες επιδιώκουν να το εκχωρήσουν σε κάποια πολυεθνική, κάτι που ήδη το εξασφάλισαν με το λιμάνι του Πειραιά.

Οι παραπάνω είναι μερικές από τις κραυγαλέες περιπτώσεις ιδιωτικών επιχειρήσεων, που αφορούν και ολόκληρους κλάδους, οι οποίες κάποια στιγμή, στην πορεία ανάπτυξης του καπιταλισμού και επειδή έτσι υπαγορευόταν από τα συμφέροντα του κεφαλαίου, κρατικοποιήθηκαν. Στο σχετικό πίνακα, μπορούν να προστεθούν εκατοντάδες μεγάλες παραγωγικές μονάδες σε διάφορους κλάδους της οικονομίας, που στην πορεία τους κρατικοποιήθηκαν. Ανάμεσά τους: Δεκάδες κλωστοϋφαντουργίες, χαρτοβιομηχανίες, ναυπηγεία, βιομηχανίες τροφίμων, βιομηχανίες επεξεργασίας ξύλου κλπ. Το σύνολο των επιχειρηματικών μονάδων που μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του '80 κρατικοποιήθηκαν, σταδιακά άρχισαν εκ νέου να ιδιωτικοποιούνται, μια διαδικασία που στην πραγματικότητα έχει ολοκληρωθεί. Λόγος γίνεται για μεγάλο μέρος της παραγωγικής βάσης της χώρας, που ανάλογα με τη φάση που θα περνάει το σύστημα δε θα πρέπει να αποκλείεται το ενδεχόμενο επανακρατικοποίησής τους, ενώ θα πρέπει να θεωρείται απόλυτα βέβαιο ότι όταν ο λαός έρθει στην εξουσία, τότε οριστικά και αμετάκλητα θα αρχίσει η διαδικασία της πραγματικής κοινωνικοποίησής τους.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ