Συνοδευτικό αντιλαϊκό πακέτο μετά τις ευρωεκλογές. Τον πακτωλό κρατικών ενισχύσεων στο μεγάλο κεφάλαιο διαφημίζει η κυβέρνηση
Με δρασκελισμούς κλιμακώνει η κυβέρνηση την αντιλαϊκή πολιτική με βάση και τις συγκεκριμένες κατευθύνσεις που πήρε από την ΕΕ, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και άλλες ενώσεις συμφερόντων του μεγάλου κεφαλαίου. Πρόσχημά τους η λεγόμενη ταχεία «δημοσιονομική προσαρμογή», προϋπόθεση για την οποία είναι η λήψη και του συνοδευτικού πακέτου μέτρων που αναμένεται αμέσως μετά τις ευρωεκλογές.
Για την κλιμάκωση αυτή ανοιχτά προϊδέασε για μια ακόμη φορά χτες ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών Γ. Παπαθανασίου, τονίζοντας, από το βήμα του Συνεδρίου του «Εκόνομιστ»: «Εχουμε ξεκαθαρίσει ότι θα αξιολογήσουμε την πορεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού στο α' εξάμηνο και ότι, όπου χρειαστεί, θα κάνουμε τις αναγκαίες προσαρμογές, για να πετύχουμε τους στόχους που έχουμε θέσει», σημειώνοντας ακόμη ότι «δε θα ζητήσουμε καμία χρονική παράταση για τη μείωση του ελλείμματος κάτω από το 3%».
Η κυβερνητική ομολογία θα πάρει σάρκα και οστά με την αύξηση σε μια σειρά από ειδικούς φόρους που βαρύνουν τη λαϊκή κατανάλωση, με την επιβάρυνση της μικρής περιουσίας, με παραπέρα «διαρθρωτικές αλλαγές» και «μόνιμου χαρακτήρα μέτρα», όπως δηλαδή ήδη έχουν αξιώσει οι υπουργοί Οικονομίας της ΕΕ (Συμβούλιο Εκοφίν). Στην επόμενη συνεδρίασή τους (αμέσως μετά τις ευρωεκλογές) η κυβέρνηση της ΝΔ έχει δεσμευθεί να μην πάει με «αδειανά χέρια» αλλά αντίθετα να έχει προχωρήσει παραπέρα τους αντιλαϊκούς σχεδιασμούς στη βάση αυτών των υποδείξεων.
Ο υπουργός Οικονομίας τόσο στο συνέδριο του «Εκόνομιστ» όσο και σε χαιρετισμό που απεύθυνε στη Γενική Συνέλευση του Συνδέσμου Ελλήνων Βιομηχάνων Κλωστοϋφαντουργών, απαρίθμησε τα έργα και τις ημέρες της κυβέρνησης ΝΔ σε ό,τι αφορά την πολύπλευρη και πολύμορφη ενίσχυση του μεγάλου κεφαλαίου. Πρόκειται για πακτωλό από κρατικό χρήμα, όπως άλλωστε προβλέπεται σε επίπεδο ΕΕ και εξειδικεύεται με τη Συνθήκη της Λισαβόνας.
Στα μέτρα αυτά συγκαταλέγονται και τα παρακάτω:
Ο υπουργός Τουριστικής Ανάπτυξης Κ. Μαρκόπουλος προανήγγειλε διάλογο για τον τουρισμό, ικανοποιώντας ένα αίτημα των επιχειρηματικών φορέων που ευελπιστούν σε ακόμη μεγαλύτερα προνόμια, τόσο οικονομικά, όσο και θεσμικά, με έμφαση στην υπερεντατικοποίηση των εργαζομένων στον τουριστικό κλάδο και στην παγιοποίηση πρακτικών επιδότησης της εργασίας τους. Ταυτόχρονα, ζήτησε στήριξη της «τουριστικής βιομηχανίας» από την ΕΕ. Το διάλογο τον προσδιόρισε ως «πολιτικό» αλλά και «κοινωνικό», προκειμένου - όπως είπε - «να συμβάλλουν όλοι και να εργαστούν όλοι για την ενίσχυση αυτού του ιδιάζουσας σημασίας τομέα της ελληνικής οικονομίας».
Παρά την αναφορά του ότι η χρονιά θα είναι δύσκολη για τον τουρισμό, σημείωσε πως «με βεβαιότητα μπορούμε να πούμε ότι δεν υπάρχει καμία αιτία καταστροφής πουθενά», κάτι που καταρρίπτει την καταστροφολογία των μεγαλοξενοδόχων κυρίως, προκειμένου να αποσπάσουν ακόμη μεγαλύτερες ενισχύσεις και να εκμεταλλευθούν ασύστολα τους εργαζόμενους. Σε συνδυασμό με τις ενισχύσεις που ήδη έχει αποφασίσει η κυβέρνηση, το τουριστικό κεφάλαιο αναμένεται σε σημαντικό βαθμό να περάσει αλώβητο από την κρίση.