Τρίτη 21 Νοέμβρη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 18
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
Διατάξεις «φωτιά» για τις εργατικές κατακτήσεις

Σε σύγχρονους «σκλάβους» που θα δουλεύουν για ένα κομμάτι ψωμί προσπαθεί να μετατρέψει τους εργαζόμενους η κυβέρνηση, με τις ρυθμίσεις του νομοσχεδίου για τις εργασιακές σχέσεις

Κορωνίδα του αντεργατικού νομοσχεδίου είναι το άρθρο 5, που για λογαριασμό των εργοδοτών εξασφαλίζει την περιβόητη «διευθέτηση του χρόνου εργασίας» σε ετήσια βάση, επιτρέποντας ακόμη και 12ωρη ημερήσια εργασία!

Οι επιχειρήσεις θα έχουν την ευχέρεια να διαχειρίζονται 138 ώρες ετησίως, σύμφωνα με τις παραγωγικές ανάγκες τους, να καταργούν το οχτάωρο επιμηκύνοντας τον ημερήσιο εργάσιμο χρόνο κατά το δοκούν και χωρίς να πληρώνουν ούτε δεκάρα. Ενώ, λοιπόν, ο εργοδότης για την περίοδο που τον συμφέρει θα ξεζουμίζει στην κυριολεξία τον εργαζόμενο, την περίοδο που δεν τον χρειάζεται, θα «επιστρέφει» με ρεπό ή ετήσια άδεια, το χρόνο εργασίας υπολογίζοντας σε 38 ώρες κατά μέσο όρο τον εβδομαδιαίο χρόνο εργασίας. Με τον τρόπο αυτό, οι εργοδότες θα μπορούν να επιβάλλουν στους εργαζόμενους περιόδους υπεραπασχόλησης χωρίς την παραμικρή αμοιβή και να τις εναλλάσσουν με περιόδους υποαπασχόλησης.

Μάλιστα, η κατάργηση του 8ωρου - 7ωρου, η προώθηση της ευελιξίας σύμφωνα με την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου μπορεί να γίνεται χωρίς τη σύμφωνη γνώμη των εργαζομένων, αφού σε περίπτωση μη συμφωνίας με το αντίστοιχο σωματείο ή την ομοσπονδία, το θέμα παραπέμπεται στον Οργανισμό Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ), με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Κάτω από αυτούς τους όρους οι διατάξεις του άρθρου 4, όπως η «κατάργηση της υπερεργασίας» για 5 ώρες την εβδομάδα και η «αύξηση» του κόστους των υπερωριών, είναι επιταγή χωρίς αντίκρισμα, αφού μέσα από τη διευθέτηση ο εργοδότης εξασφαλίζει τη μείωση έως και την κατάργηση της υπερωριακής απασχόλησης. Σύμφωνα με το άρθρο 4, οι 3 ώρες πέραν του 40ωρου, χαρακτηρίζονται ως ιδιόρρυθμη υπερωρία και μαζί με τη νόμιμη υπερωριακή απασχόληση -μέχρι και τη συμπλήρωση 120 ωρών ετησίως- προσαυξάνονται κατά 50%. Η αμοιβή για παράνομη υπερωριακή απασχόληση αυξάνεται κατά 250% στο καταβαλλόμενο ημερομίσθιο. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι η παράγραφος 3 του άρθρου 5 ορίζει ότι η προσαύξηση της αμοιβής λόγω υπερωριών, δεν καταβάλλεται άμεσα, αλλά υπολογίζεται κατά το τέλος της ετήσιας περιόδου αναφοράς.

Με το άρθρο 6 εξασφαλίζεται η μείωση κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες, περίπου 18%, των ασφαλιστικών εισφορών στο ΙΚΑ των επιχειρήσεων και για όλους τους εργαζόμενους που οι μηνιαίες αποδοχές τους δεν ξεπερνούν τις 200.000, στις οποίες δε συνυπολογίζονται οι υπερωρίες. Το συνολικό μπόνους στους εργοδότες ανέρχεται στα 25 δισεκατομμύρια δραχμές και θα καταβάλλονται στο ΙΚΑ, από το δημόσιο. Με δεδομένη τη μεταχείριση του ΙΚΑ από τις κυβερνήσεις, το μέτρο ανοίγει ακόμα μια πληγή, ενώ σε κάθε περίπτωση θα πρόκειται για χρήματα των φορολογούμενων. Το μέτρο θα ισχύσει από την 1/4/2001 έως τις 31/12/2003 και με απλή υπουργική απόφαση, θα μπορεί να παραταθεί και ο χρόνος αλλά και ν' αυξηθεί το πλαφόν των αποδοχών, ώστε η μείωση των εργοδοτικών εισφορών, να αφορά περισσότερους εργαζόμενους. Αίτημα άλλωστε που έχει διατυπώσει και ο ΣΕΒ.

Με το άρθρο 9 αυξάνονται τα όρια των ομαδικών απολύσεων και ενισχύεται έτσι η ασυδοσία και το οπλοστάσιο των εκβιασμών του εργοδότη. Το όριο του 2% στις απολύσεις καταργείται για επιχειρήσεις άνω των 50 εργαζομένων όπως ίσχυε μέχρι σήμερα και ορίζεται ότι θα μπορούν να κάνουν 4 απολύσεις το μήνα όλες οι επιχειρήσεις που απασχολούν από 20-200 εργαζομένους. Αυτό σημαίνει ότι το ποσοστό των απολύσεων σε εκμεταλλεύσεις άνω των 50 εργαζομένων θα κυμαίνεται από 2%-8%.

Με τα άρθρα7 και 8 δημιουργούνται προϋποθέσεις επέκτασης της μερικής απασχόλησης, αντί για δημιουργία θέσεων πλήρους απασχόλησης, όπως είναι και η απαίτηση της συντριπτικής πλειοψηφίας των ανέργων και των εργαζομένων. Η μερική απασχόληση μεταφράζεται σε «χαμαλίκι» και υπερεκμετάλλευση, ενώ πλέον ο εργοδότης μπορεί να απασχολεί τον μερικώς απασχολούμενο και λιγότερες από 4 ώρες. Η «αύξηση» κατά 7,5% της αμοιβής ανά ώρα των μερικά απασχολουμένων, πρακτικά αφορά ελάχιστους εργαζόμενους. Περιορίζεται μόνο σε αυτούς που αμείβονται με «το κατώτατο όριο αποδοχών», ενώ συνδέεται και με τον όρο ότι το «ωράριο απασχόλησής τους είναι μικρότερο των 4 ωρών ημερησίως». Η οικονομική ενίσχυση με 30.000 δραχμές το μήνα για τους μακροχρόνια ανέργους από τον ΟΑΕΔ και μόνο για 12 μήνες, επιδιώκει να σπρώξει τους ανέργους στη μερική απασχόληση και σε καμία περίπτωση δεν εξασφαλίζει ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης, όπως θέλει να το εμφανίζει η κυβέρνηση. Επιπλέον έρχεται να συμπληρώσει το αντεργατικό «οικοδόμημα» που με τη διευθέτηση και τις ευέλικτες μορφές απασχόλησης προωθούν στο σύνολο της οικονομίας το μοντέλο του «απασχολήσιμου».

Με την καταβολή προσυνταξιοδοτικού μηνιαίου επιδόματος από τον ΛΑΕΚ (άρθρο 11), επιχειρεί η κυβέρνηση να «διευθετήσει» το αίτημα των εργαζομένων για συνταξιοδότηση με τη συμπλήρωση 10.500 ενσήμων, χωρίς προϋποθέσεις και όρια ηλικίας. Με το εύρημα αυτό, όχι μόνο δε μειώνεται ούτε κατά μία ημέρα το όριο συνταξιοδότησης, αλλά και η πολιτεία απαλλάσσεται από οποιαδήποτε ευθύνη απέναντι σε χιλιάδες εργαζόμενους που με 10.500 ένσημα, δικαιούνται με το παραπάνω να βγουν επιτέλους στη σύνταξη.

Ετσι ορίζεται ότι εργαζόμενοι που έχουν 10.500 ένσημα και συμπληρώσει 55 έτη εργασίας και θα συνταξιοδοτούνταν στα 58, θα μπορούν να πάρουν ποσό ίσο με τη σύνταξή τους από τον ΛΑΕΚ. Αντίστοιχα το ίδιο ισχύει για όσους έχουν 10.500 ένσημα εκ των οποίων τα 7.500 στην κατηγορία των βαρέων και ανθυγιεινών, είναι ηλικίας 53 ετών και εδικαιούτο με τη συμπλήρωση του 56ου ετούς της ηλικίας τους να πάρουν μειωμένη σύνταξη. Η διάταξη εφαρμόζεται και σε ανέργους αφού δηλώσουν ότι δεν επιθυμούν να εργάζονται. Από τους πόρους του ΛΑΕΚ θα συνεχίσουν να καταβάλλονται οι ασφαλιστικές εισφορές στους κλάδους κύριας σύνταξης και ασθένειας.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ