Κυριακή 21 Φλεβάρη 2010
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 11
ΑΠΕΡΓΙΑ 24 ΦΛΕΒΑΡΗ 2010
ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑ ΑΔΕΔΥ
Συνδικαλισμός στήριξης του κράτους - εργοδότη

Ο κορμός του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού αποτελείται από τις συνδικαλιστικές πλειοψηφίες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ. Αμφότερες δουλεύουν ακατάπαυστα για λογαριασμό του μεγάλου κεφαλαίου και των εκάστοτε κυβερνήσεων. Η ηγεσία της ΑΔΕΔΥ ενώ στηρίζει όλες τις στρατηγικές επιλογές του κεφαλαίου, της κυβέρνησης, της ΕΕ, με διάφορα επικοινωνιακά τρικ, ανώδυνες ανακοινώσεις και δελτία Τύπου προσπαθεί να συγκαλύψει τον αντεργατικό της ρόλο, να θολώσει τα νερά. Για να μην αδικήσουμε κανέναν, αλλά και για να επιβεβαιώσουμε τους παραπάνω ισχυρισμούς παραθέτουμε ορισμένα σημεία από τα έργα και τις ημέρες των συνδικαλιστικών ηγεσιών στο χώρο του δημοσίου.

Για το ζήτημα της εξίσωσης των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης αντρών και γυναικών

Σε όσες συνεδριάσεις Γενικών Συμβουλίων της ΑΔΕΔΥ συζητήθηκε το θέμα σύσσωμες οι παρατάξεις του «ευρωμονόδρομου», ΠΑΣΚΕ, ΔΑΚΕ και «Αυτόνομη Παρέμβαση», στάθηκαν μόνο στο αν θα θιγούν τα λεγόμενα ώριμα συνταξιοδοτικά δικαιώματα. Δηλαδή, των γυναικών που συνταξιοδοτούνται τα επόμενα τρία χρόνια. Συναινώντας ουσιαστικά στην αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης από 5 έως 17 έτη για πάνω από 140 χιλιάδες γυναίκες στο δημόσιο.

Για το ίδιο ζήτημα στο Συνέδριο της Συνομοσπονδίας Ελεύθερων Συνδικάτων (ΣΕΣ) που πραγματοποιήθηκε το 1999 οι δυνάμεις ΠΑΣΚΕ, ΔΑΚΕ και «Αυτόνομη Παρέμβαση» υπερψήφισαν το σύνολο των θέσεων της ΣΕΣ για την κατάργηση των «προνομίων», όπως τα αποκάλεσαν, των γυναικών έναντι των αντρών εργαζομένων στο συνταξιοδοτικό. Το πρόσχημα πάντα ήταν η προώθηση της ισότητας των δύο φύλων.

Τα παραπάνω προσφέρουν μόνο μια γεύση για την υποκρισία και τη διγλωσσία των συνδικαλιστικών δυνάμεων του «ευρωμονόδρομου» για το ζήτημα του Ασφαλιστικού, αλλά και τη στήριξη που παρέχουν στην αντιασφαλιστική θύελλα διαχρονικά.

Για τις εργασιακές σχέσεις

Στη δημόσια διοίκηση χρειάζεται να ξεκαθαριστούν ορισμένα ζητήματα για να κατανοηθεί καλύτερα το τι συνέβη και τι μέλλεται και να διαψευστούν ορισμένοι μύθοι. Καταρχήν, μόνο το 52% των εργαζομένων στο δημόσιο εργάζεται με καθεστώς μονιμότητας. Το υπόλοιπο 48% εργάζεται με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, αορίστου, με μερική απασχόληση, με καθεστώς ενοικίασης, ωρομίσθιοι, με συμβάσεις έργου και με stage, άσχετα αν με τις πρόσφατες αποφάσεις βαθμιαία το τελευταίο καταργείται στο δημόσιο.

Εχουμε δηλαδή μια εκτεταμένη εφαρμογή άθλιων εργασιακών καθεστώτων. Η ηγεσία της ΑΔΕΔΥ δεν έκανε τίποτα για να εμποδίσει την επέκτασή τους. Αντιθέτως, οι εκπρόσωποί της σε ΔΣ δημόσιων Οργανισμών στήριξαν και υπερψήφισαν όλες αυτές τις αντεργατικές επιλογές. Εδωσε άλλοθι στην εκάστοτε κυβέρνηση να προχωρήσει στην εφαρμογή τους, αφού είχε και τη σφραγίδα των υποτιθέμενων εκπροσώπων των εργαζομένων.

Για το ίδιο θέμα. Αποδεικτική για τα συμφέροντα που υπηρετούν είναι η στάση που κράτησαν απέναντι στο νόμο 2639/1998 που νομιμοποιούσε την εκ περιτροπής εργασία και τη μερική απασχόληση, στο νόμο 2956/2001 που νομιμοποιούσε το καθεστώς «ενοικίασης» εργαζομένων που είναι ιδιαίτερα εκτεταμένο σε νομαρχίες και περιφέρειες, για τις εργολαβίες στο δημόσιο τομέα, όπου τα εργασιακά δικαιώματα συνθλίβονται από τη μέγκενη της ανταγωνιστικότητας. Σε όλες τις περιπτώσεις των άθλιων εργασιακών καθεστώτων με μια φωνή ο εργοδοτικός και κυβερνητικός συνδικαλισμός προέταξε το αίτημα της καθιέρωσης «κανόνων». Οι στόχοι για την επιβολή «κανόνων» βρήκαν τη «δικαίωσή» τους στο προσχέδιο νόμου για τις εργασιακές σχέσεις που παρουσιάστηκε πρόσφατα από την κυβέρνηση. Δηλαδή, το πλαίσιο εκείνο που επεκτείνει και θεσμοθετεί τον εργασιακό μεσαίωνα. Απόδειξη αποτελεί η θέση που διατύπωσε η ηγεσία της ΑΔΕΔΥ, όπου χαρακτήρισε τα μέτρα θετικά μεν, αλλά ανεπαρκή.

Ας δούμε, όμως, και τι έχουν κάνει για τη μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων που κάθε τόσο εμφανίζουν τους εαυτούς τους ως θεματοφύλακές της. Η συνεχής αλλαγή της αναλογίας των μόνιμων εργαζομένων στο δημόσιο προς τους εργαζόμενους με άλλες μορφές εργασίας (συμβάσεις, μπλοκάκια, ωρομίσθιοι, κλπ.) σε βάρος της μονιμότητας συντελείται με ραγδαίους ρυθμούς από τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001. Η αρχή που λέει ότι «για κάθε πέντε μόνιμους εργαζόμενους που συνταξιοδοτούνται θα προσλαμβάνεται ένας» εφαρμόζεται από τότε. Αυτή η ρύθμιση φέρει τη σφραγίδα της σύμφωνης γνώμης της συνδικαλιστικής πλειοψηφίας της ΑΔΕΔΥ. Η συναίνεση που προσέφερε στην προώθηση αυτής της ρύθμισης συνέβαλε καθοριστικά στο να υλοποιηθεί ανώδυνα για την κυβέρνηση και το κεφάλαιο. Ομόθυμα οι παρατάξεις ΠΑΣΚΕ, ΔΑΚΕ, «Αυτόνομη Παρέμβαση» αρνήθηκαν τότε την πρόταση των ταξικών δυνάμεων στο δημόσιο για προκήρυξη απεργιακής κινητοποίησης, προσφέροντας και με αυτό τον τρόπο απλόχερη στήριξη στις αντιλαϊκές επιλογές, αποδεικνύοντας επί της ουσίας την άρνησή τους για μόνιμη και σταθερή δουλειά με πλήρη μισθολογικά και ασφαλιστικά δικαιώματα. Και το έργο συνεχίζεται...

Οι συνδικαλιστικές πλειοψηφίες αρνήθηκαν και αρνούνται να εγγράψουν στις Ομοσπονδίες που ελέγχουν τους εργαζόμενους με ελαστικές μορφές εργασίας. Προσπαθούν να διαχωρίσουν τους εργαζόμενους σε ρετιρέ και υπόγεια συνδράμοντας έτσι την επίσημη αστική προπαγάνδα για «προνόμια» τα οποία πρέπει να κοπούν, αλλά και την επιχείρηση διάσπασης του μετώπου των εργαζομένων. Κατά τ' άλλα εγκαλούν κάθε λίγο και λιγάκι το ΠΑΜΕ ότι διασπά την εργατική τάξη.

Ασφαλιστικό

Για το Ασφαλιστικό το μόνο που κάνουν είναι να ψελλίζουν την κατάργηση των «αντιασφαλιστικών» διατάξεων, αφήνοντας στο απυρόβλητο το σύνολο του αντιασφαλιστικού οικοδομήματος που έχει πόδια τους νόμους Σιούφα - Ρέππα - Πετραλιά.

Συμμετείχαν στον «κοινωνικό διάλογο» για το Ασφαλιστικό χαρίζοντας στην κυβέρνηση πολύτιμο χρόνο για να υλοποιηθούν σαρωτικές αλλαγές σε βάρος του εναπομείναντος κοινωνικού χαρακτήρα της Ασφάλισης. Συνέβαλαν με τη συμμετοχή τους στην καλλιέργεια εφησυχασμού και επανάπαυσης στους εργαζόμενους, αλλά και στη συγκάλυψη του χαρακτήρα και της οξύτητας των αντιασφαλιστικών μέτρων.

Συμφωνούν με τις ενοποιήσεις Ταμείων, όπως προωθούνται από την κυβέρνηση, και την ένταξη των δημοσίων υπαλλήλων στο ΙΚΑ, ενώ γνωρίζουν ότι η βασική στόχευση αυτής της ρύθμισης είναι να εξισωθούν τα δικαιώματα των εργαζομένων στο δημόσιο τομέα προς τα κάτω με αυτά των συναδέλφων τους στον ιδιωτικό.

Για τον κατώτερο μισθό στο δημόσιο

Οι παρατάξεις ΠΑΣΚΕ, ΔΑΚΕ και «Αυτόνομη Παρέμβαση» προβάλλουν σαν αίτημα 1.350 ευρώ κατώτερο μισθό. Η παραπλάνηση των εργαζομένων σε όλο της το μεγαλείο. Γιατί αυτό; Σε όλες τις συναντήσεις που πραγματοποιήθηκαν με τους υπουργούς Οικονομικών της προηγούμενης κυβέρνησης για το θέμα αυτό ισχυρίστηκαν ότι είναι ένα αίτημα το οποίο το παλεύουν να υλοποιηθεί σε βάθος δωδεκαετίας, θεωρώντας το μαξιμαλιστικό στην παρούσα φάση. Αν συνυπολογίσει κανείς κύματα ακρίβειας, αντιλαϊκά φορομπηχτικά μέτρα, εμπορευματοποίηση Υγείας, Παιδείας, κλπ., το αίτημα αυτό προκρίνει τη μείωση των μισθών, διαφέροντας ελάχιστα από αυτά που προτείνουν σαν αυξήσεις οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ. Αυτή είναι η αιχμή του πλαισίου των μισθολογικών αιτημάτων στο χώρο του δημοσίου από τις συνδικαλιστικές πλειοψηφίες της ΑΔΕΔΥ.

Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας (ΣΣΕ)

Το 1999 ψηφίστηκε ο νόμος 2738 από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, ο οποίος ουσιαστικά θεσμοθέτησε την ανυπαρξία των ΣΣΕ στο δημόσιο. Επέβαλε οι συλλογικές διαπραγματεύσεις να έχουν ως αντικείμενο μόνο τις μετατάξεις, τις συνθήκες εργασίας, κλπ. Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες εκείνη την περίοδο ανακήρυξαν τη συγκεκριμένη εξέλιξη σαν ένα «σημαντικό βήμα». Με τη στάση τους αυτή συνέβαλαν στο άνοιγμα του δρόμου της κατάργησης των ΣΣΕ σε όλους τους εργαζόμενους, αφού η στάση τους αυτή λειτουργεί αντικειμενικά επεκτατικά και στον ιδιωτικό τομέα. Στήριξαν με τη στάση τους τη δυνατότητα της κυβέρνησης να μπορεί να καθορίζει το ύψος των αυξήσεων των κατώτερων μισθών χωρίς το παραμικρό εμπόδιο.

Μπροστά στον πόλεμο σε βάρος των λαϊκών δικαιωμάτων η ηγεσία της ΑΔΕΔΥ περιορίστηκε σε ορισμένες αναφορές, ότι τα «μέτρα δε θα είναι τελευταία», γενικολογώντας παράλληλα περί συνέχισης της πολιτικής λιτότητας. Στην πρόσφατη απεργιακή κινητοποίηση στις 10 του Φλεβάρη, χωρίς να έχει κάποιο σχέδιο φυσικά κλιμάκωσης, διατύπωσε ορισμένες εντελώς αόριστες θέσεις για «καλύτερους μισθούς» και για «όχι άλλες περικοπές». Την αντιλαϊκή δίνη, η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη, την παρουσιάζουν σαν μια εξ ουρανού κατάρα, αφήνοντας στο απυρόβλητο την πολιτική της κυβέρνησης, το μεγάλο κεφάλαιο και την ΕΕ. Αποκρύπτουν παράλληλα το προειλημμένο αυτών των επιλογών, τις αντιλαϊκές στοχεύσεις και ότι αποσκοπούν να υπηρετήσουν τα κέρδη των μονοπωλίων.

Με αυτό τον προσανατολισμό προσδοκούν να λειτουργήσουν σαν ένα κανάλι εκτόνωσης της λαϊκής δυσαρέσκειας, εκεί είναι ενταγμένη και η απόφαση για πραγματοποίηση στις 24 του Φλεβάρη απεργιακής κινητοποίησης.

Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ο έτερος του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού, η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ. Ελαβαν απόφαση για απεργία στις 24 του Φλεβάρη. Η συγκεκριμένη απεργία δεν έχει καμία σχέση με την ανάγκη για κλιμάκωση των αγώνων της εργατικής τάξης. Το πλαίσιο της απεργίας δεν καταδικάζει τα αντιλαϊκά μέτρα που εξήγγειλε η κυβέρνηση με τη στήριξη της ΕΕ. Αντίθετα, βρίσκεται στην κατεύθυνση στήριξης της αντεργατικής θύελλας. Οι στόχοι, τους οποίους προβάλλει, συνδέουν την ανάπτυξη της κερδοφορίας του κεφαλαίου με την ευημερία των εργαζομένων. Συγκαλύπτουν πλήρως το γεγονός ότι η αντιλαϊκή θύελλα είναι προαποφασισμένη και εξυπηρετεί και βραχυπρόθεσμους και μακροπρόθεσμους σχεδιασμούς της πλουτοκρατίας, αφού συμπαρατάσσονται ολόψυχα με τη δημοσιονομική τρομοκρατία που έχει εξαπολυθεί.

Η εξαγγελία της απεργίας αποβλέπει να καταστήσει τους εργαζόμενους συνένοχους στο έργο της κυβέρνησης. Για να εξυπηρετήσει το στόχο αυτό προσπαθεί να εμφανίσει την κυβέρνηση σαν ένα θύμα που παλεύει να διαχειριστεί τις πιέσεις των «αγορών» - βλέπε αστικής τάξης, ευρωπαϊκής και εγχώριας - για πιο αντιλαϊκά μέτρα. Στοχεύουν στον εξωραϊσμό της εικόνας της κυβέρνησης για να κρύψουν ότι είναι ταγμένη ψυχή τε και σώματι στην υπηρεσία των συμφερόντων των σφετεριστών του κοινωνικού πλούτου.

Κεντρικό διακύβευμα της ηγεσίας της ΓΣΕΕ είναι η συσσωρευμένη και εντεινόμενη λαϊκή δυσαρέσκεια να διοχετευτεί σε ανώδυνα μονοπάτια για το σύστημα. Αυτό κρύβεται πίσω από τις διακηρύξεις για την προστασία της κοινωνικής συνοχής. Καμιά διάθεση και καμιά πρόθεση δεν υπάρχει από πλευράς τους για κλιμάκωση της πάλης της εργατικής τάξης. Ολο το προηγούμενο διάστημα αρνήθηκαν κατηγορηματικά τις προτάσεις των δυνάμεων του ΠΑΜΕ για προκήρυξη απεργίας. Αντίθετα, και στις δύο απεργιακές κινητοποιήσεις που πραγματοποιήθηκαν με πρωτοβουλία - κάλεσμα του ΠΑΜΕ προς τις Ομοσπονδίες, τα Εργατικά Κέντρα και τα Σωματεία η ηγεσία της ΓΣΕΕ έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι της για να θέσει προσκόμματα στην επιτυχία τους. Ενήργησε ως κοινός απεργοσπάστης. Πρωτοστάτησε στην ποινικοποίηση απεργιών, κλπ. Φυσικά οι προσπάθειές τους έπεσαν στο κενό.

Μπροστά στην αντιασφαλιστική θύελλα η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ το μόνο που έκανε ήταν να ψιθυρίσει κάτι για τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης και να χαρακτηρίσει τις δομικές αλλαγές για το Ασφαλιστικό ασαφείς. Η αποχώρηση της ΓΣΕΕ από τον «κοινωνικό διάλογο» για το Ασφαλιστικό συνιστά σκέτη κοροϊδία. Η πρόθεσή της είναι να περισώσει ό,τι έχει απομείνει από την εικόνα της, αφού έχει αποκαλυφθεί η δριμύτητα της αντιασφαλιστικής επίθεσης. Γνώριζαν εξαρχής ότι ο διάλογος το μόνο που υπηρετεί είναι το άνοιγμα του δρόμου για την κατεδάφιση του κοινωνικού χαρακτήρα της Ασφάλισης. Η στάση τους αυτή είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του υπονομευτικού τους ρόλου για τη μαχητικοποίηση και ριζοσπαστικοποίηση των λαϊκών συνειδήσεων. Είναι μια μεγάλη απόδειξη ότι ενεργούν σαν πολιορκητικός κριός σε βάρος των εργατικών - λαϊκών δικαιωμάτων.

Μπροστά στην απεργία στις 24 του Φλεβάρη

Η απεργία αυτή επιβάλλεται να γίνει υπόθεση των ταξικών δυνάμεων. Αυτές θα σηκώσουν το βάρος της επιτυχίας της. Το διεκδικητικό πλαίσιο, ο προσανατολισμός και οι στοχεύσεις για κλιμάκωση δεν έχουν καμία σχέση με τις αξιώσεις και τα προτάγματα της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ. Βρίσκονται στον αντίποδά τους. Είναι σε σύγκρουση και ρήξη με τα συμφέροντα των μονοπωλίων. Η πραγματοποίηση της απεργίας είναι σε μια περίοδο ολόπλευρης, συστηματικής επιχείρησης κεφαλαίου και κομμάτων του «ευρωμονόδρομου» που έχει στόχο τη χειραγώγηση των λαϊκών συνειδήσεων και τον εγκλωβισμό τους στις στρατηγικές της πλουτοκρατίας.

Οι εξελίξεις είναι αμείλικτες. Οι εργαζόμενοι δεν πρέπει να δεχθούν καμιά νέα θυσία. Να απορρίψουν κατηγορηματικά τα καλέσματα της αστικής τάξης και των πολιτικών της εκφραστών ότι είναι πατριωτικό καθήκον η στήριξη των επώδυνων αντιλαϊκών επιλογών. Πατριωτικό είναι ό,τι συμφέρει τους εργαζόμενους και όχι τα ξένα και τα ντόπια συμφέροντα της πλουτοκρατίας. Οι εργαζόμενοι, οι αυτοαπασχολούμενοι, η νεολαία, σπουδάζουσα και μαθητική, η φτωχή και μεσαία αγροτιά, επιτάσσεται να εγκαταλείψουν το ΠΑΣΟΚ, τη ΝΔ, το ΛΑ.Ο.Σ. και το ΣΥΝ/ ΣΥΡΙΖΑ και να συγκροτήσουν ένα ενιαίο κοινωνικό μπλοκ που θα εμποδίσει να υλοποιηθεί το αντιλαϊκό τσουνάμι. Είναι μονόδρομος η συμπαράταξή τους με το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας και με το ΠΑΜΕ. Οι εργαζόμενες λαϊκές μάζες πρέπει να στοιχηθούν με τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στα μονοπώλια και στο λαό, να εμπεδώσουν ότι είναι ασυμβίβαστα τα συμφέροντα της πλουτοκρατίας με τα δικά τους. Είναι όρος και προϋπόθεση για την πολιτικοποίηση της πάλης που θα έχει στόχο τη λαϊκή εξουσία και οικονομία, τη μόνη ρεαλιστική και πλέρια λύση για την ολόπλευρη ικανοποίηση της εργατικής - λαϊκής οικογένειας.


Του Κώστα ΖΙΩΓΑ*
*Ο Κώστας Ζιώγας είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
Να συνδικαλιστές, να μάλαμα! (2021-02-05 00:00:00.0)
Μαχητική απάντηση στο «διάλογο» (2000-08-25 00:00:00.0)
Να αποσυρθεί το νομοσχέδιο (1999-08-04 00:00:00.0)
Στον "αέρα" ο διάλογος - μαϊμού (1999-02-25 00:00:00.0)
Με νέους αγώνες απαντάμε στον αυταρχισμό (1998-05-28 00:00:00.0)
Στη μάχη της απεργίας (1997-12-09 00:00:00.0)

Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ