Η ταινία δομείται πάνω στο ταξίδι του Φρανκ - πιστή στις συμβάσεις των road movies - και σε οτιδήποτε καταγράφει η μνήμη του και αποτυπώνει ο φωτογραφικός φακός του. Και είναι η πρώτη φορά στη ζωή του που ο Φρανκ διαθέτει την πολυτέλεια του χρόνου. Εχει χρόνο να κοιτάζει και να βλέπει, να επεξεργάζεται βιώματα και να κάνει απολογισμό ζωής. Παράλληλα με το ταξίδι του Φρανκ εξελίσσεται και αναπτύσσεται σταδιακά στην ηχητική μπάντα, η ιστορία της τύχης του ενός αδελφού, του ζωγράφου Ντέιβιντ, που συνελήφθη στο Μεξικό για κατοχή ναρκωτικών και έκτοτε χάθηκαν τα ίχνη του. Οι πυκνές τηλεφωνικές συνδιαλέξεις ανάμεσα στα τρία αδέλφια, μας διαβεβαιώνουν για τη στενή σχέση μεταξύ τους και δικαιολογούν κατά κάποιον τρόπο την αμηχανία τους και την απόσταση που κρατούν προς τον πατέρα, δεδομένου ότι του αποκρύπτουν την αλήθεια για τον Ντέιβιντ. Από την άλλη, παρατηρούμε ότι και ο Φρανκ αισθάνεται ένα χάσμα και αμηχανία απέναντι στα ενήλικα πια παιδιά του. Οι εικόνες τους πραγματοποιούν ακατάσχετο πήγαινε έλα στα μάτια του Φρανκ και όλες οι εικόνες εμφανίζουν τα παιδιά πάντα στην ίδια μικρή ηλικία. Το φιλμ του Τορνατόρε με τον Μαρτσέλο Μαστρογιάνι στο ρόλο του Σικελού πατέρα, συνταξιούχου του Δημοσίου, που ξεκινά να επισκεφθεί τα πέντε του παιδιά σε πέντε διαφορετικές ιταλικές μεγαλουπόλεις, δεν ήταν καλύτερο από την αμερικάνικη εκδοχή του. Η μεταξύ τους ειδοποιός διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι ο Τορνατόρε ύφανε στα αφηγηματικά του συστατικά αρκετές δόσεις απτής κοινωνικής πραγματικότητας και προβληματισμού, καταστάσεις που απέρρεαν ευθέως ή συνδέονταν κατά κάποιο τρόπο με το οξύ τότε πρόβλημα της εσωτερικής μετανάστευσης και το «ζήτημα του Νότου». Στην αμερικάνικη βερσιόν η κοινωνική διάσταση λείπει και προβάλλει απογυμνωμένη μια συναισθηματική ενδοοικογενειακή ιστορία με υπαρξιακές παραφυάδες.
Σκηνοθεσία: Κερκ Τζόουνς. Παίζουν: Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Ντριου Μπάριμορ, Κέιτ Μπεκινσέιλ.
Παραγωγή: ΗΠΑ, Ιταλία.