Η φορολογική αφαίμαξη των μισθωτών και συνταξιούχων συνεχίστηκε με αμείωτους ρυθμούς. Ετσι, στο εντεκάμηνο Γενάρη - Νοέμβρη του 2000 το κράτος εισέπραξε φόρους που ξεπέρασαν τους στόχους του προϋπολογισμού κατά 725 δισ. δραχμές.
Από τα στοιχεία που δημοσιοποίησε χτες το υπουργείο Οικονομικών προκύπτει ανάγλυφα η εφαρμοζόμενη πολιτική αφαίμαξης των λαϊκών εισοδημάτων, που κατέβαλαν όπως και τα προηγούμενα χρόνια τη μερίδα του λέοντος.
- Ετσι ο φόρος εισοδήματος, που προέρχεται κατά πρώτο και κύριο λόγο από τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους, αυξήθηκε στο εντεκάμηνο του 2000 κατά 13,2%, έναντι ποσοστού 11,7% του συνόλου των εσόδων.
- O φόρος εισοδήματος έφτασε στο εντεκάμηνο σε 3,3 τρισ. δραχμές και έχει συνεισφέρει τα περισσότερα από κάθε άλλη κατηγορία εσόδων.
Με αυτό το βασικό γνώρισμα, η συσσώρευση φόρων από το κράτος προσλαμβάνει ολοένα και ταχύτερους ρυθμούς, πολύ πάνω από το στόχο του προϋπολογισμού για το 2000 που έκανε λόγο για αύξηση 3,4%.
Ειδικότερα, τα συνολικά έσοδα μέχρι και το τέλος Νοέμβρη έφτασαν σε 10,5 τρισ. δραχμές και προήλθαν από τις εξής πηγές:
- Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες 7,3 τρισ. δρχ., δηλαδή το 68,9% του συνόλου. Ο ΦΠΑ έφτασε σε 2,2 τρισ. δραχμές με ποσοστό αύξησης σε σύγκριση με το 1999 κατά 14,9%. Ο φόρος εισοδήματος παρελθόντων οικονομικών ετών έφτασε σε 135 δισ. δραχμές.
- Τελωνεία 2,6 τρισ. δρχ. με ποσοστό συμμετοχής στο σύνολο των εσόδων 24,9%. Ο ΦΠΑ τελωνείων έφτασε σε 1 τρισ., αυξήθηκε σε σύγκριση με το 1999 κατά 27,6%, εξέλιξη που οφείλεται κυρίως στην αύξηση της τιμής των πετρελαιοειδών.
- Εσοδα υπολόγου (αφορούν κυρίως μερίσματα από ομόλογα και μετοχές που έχει στην κατοχή του το Δημόσιο) 667 δισ. δρχ., ποσοστό 6,3 των συνολικών εσόδων.