ΒΕΡΟΛΙΝΟ.--
Σε μία ακόμη μεταρρύθμιση της χρηματοδότησης του δημόσιου συστήματος Υγείας κατέληξε το κυβερνητικό συμβούλιο χτες, μεταρρύθμιση η οποία μεν «παγώνει» το αυξημένο συνδυαστικό ύψος της εισφοράς από εργοδότες και εργαζόμενους, εντούτοις επιτρέπει στα δημόσια ασφαλιστικά ταμεία να επιβάλλουν τέλη παροχής υπηρεσιών στους ασφαλισμένους ώστε να μπορέσουν να αντισταθμίσουν το υψηλότερο κόστος. Συνεπώς οι εργαζόμενοι όχι μόνο θα εισφέρουν περισσότερο αλλά θα καλούνται να πληρώνουν επιπλέον για τις παροχές στους ασφαλιστικούς φορείς.
Την περαιτέρω μεταρρύθμιση, που τελικά έλαβε το πράσινο φως, παρουσίασε ο υπουργός Υγείας, Φίλιπ Ρέσλερ, και επιβάλλει εξοικονομήσεις δαπανών στις αγορές φαρμάκων, στα νοσοκομεία και τους ιατρούς παθολόγους, αλλά και επιβεβαιώνει το μέτρο της αύξησης των εισφορών Υγείας που βαρύνουν εργοδότες και εργαζόμενους, στο 15,5% (αύξηση 8,2% για τους εργαζόμενους και 7,3% για τους εργοδότες) από 14,9%, προκειμένου να καλυφθεί «η τρύπα των 11 δισ. ευρώ» μέσα στο 2011. «Δεν μπορώ να υποσχεθώ ότι το να παραμένει κανείς υγιής θα είναι φτηνό στο μέλλον», δήλωσε ο Ρέσλερ, σύμφωνα με το δίκτυο «Ντόιτσε Βέλε», τονίζοντας συνάμα ότι χρειάζονται «πολύ μεγαλύτερες περικοπές».
Αξίζει να σημειωθεί ότι η κυβέρνηση συνασπισμού υπό την καγκελάριο Αγκελα Μέρκελ δεν πρωτοτυπεί. Την περασμένη δεκαετία διαδοχικές κυβερνήσεις - κυρίως οι κυβερνήσεις συνασπισμού Σοσιαλδημοκρατών και Πρασίνων και Σοσιαλδημοκρατών και Χριστιανοδημοκρατών - άσκησαν πιέσεις στους δημόσιους ασφαλιστικούς φορείς να εισαγάγουν νέα, αυστηρή, τιμολογιακή πολιτική για τη νοσοκομειακή περίθαλψη, να εντείνουν τον ανταγωνισμό μεταξύ των οικογενειακών ιατρών, με το να τους επιτρέπεται να δημιουργούν κέντρα υγείας και, τέλος, να υπάρξουν ανώτατα όρια στις τιμές των πιο καινοτόμων και δαπανηρών φαρμάκων. Αποτέλεσμα αυτών των κινήσεων ήταν ο αριθμός των δημόσιων ασφαλιστικών φορέων να μειωθεί σε 202, το 2009, από 455 μία δεκαετία πριν.