Παρασκευή 31 Δεκέμβρη 2010 - Κυριακή 2 Γενάρη 2011
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 23
ΔΙΕΘΝΗ
ΚΑΤΟΧΗ ΣΤΟ ΙΡΑΚ
«Διευθετήσεις» στην πλάτη του λαού

Το κυβερνητικό σχήμα που φτιάχτηκε από τις εκλογές του Μάρτη 2010 έχει το «σπέρμα» του διχασμού

Η ιμπεριαλιστικήεπέμβαση στο Ιράκ έχει αναδείξει τις εσωτερικές συγκρούσεις στο φόντο της εκμετάλλευσης του τεράστιου φυσικού πλούτου του
Η ιμπεριαλιστικήεπέμβαση στο Ιράκ έχει αναδείξει τις εσωτερικές συγκρούσεις στο φόντο της εκμετάλλευσης του τεράστιου φυσικού πλούτου του
Σε ένα νέο γύρο μαραθώνιων διαβουλεύσεων έχει εισέλθει η ιρακινή πολιτική σκηνή προκειμένου να λάβει την τελική του μορφή το κυβερνητικό σχήμα υπό τον Νούρι αλ Μάλικι, ο οποίος, τελικά, κατάφερε να διατηρήσει τον πρωθυπουργικό θώκο, δίνοντας τέλος σε οκτώ μήνες αδιεξόδου και στασιμότητας, παρά το γεγονός ότι το ψηφοδέλτιο του οποίου ηγήθηκε, το «Κράτος του Ιράκ», είχε εκλεγεί δεύτερο από τις κάλπες του Μάρτη του 2010. Εκτός από την παγίωση της διεξαγωγής σειράς πολιτικών διαδικασιών, δήθεν «ελεύθερων και δημοκρατικών», υπό το βλέμμα και την παρουσία των κατοχικών δυνάμεων (δηλαδή των αμερικανικών καθώς οι εταίροι της «συμμαχίας των προθύμων» του προέδρου Μπους έχουν, ήδη, αποχωρήσει), οι εξελίξεις στο Ιράκ και ο τρόπος με τον οποίο «υπερσκελίστηκε», τελικά, το πολιτικό αδιέξοδο των τελευταίων μηνών κάθε άλλο παρά καλούς οιωνούς θέτει για το μέλλον της χώρας.

Πιο συγκεκριμένα, όπως φαίνεται, ως «λύση» στο αδιέξοδο προκρίθηκε η διανομή των θέσεων εξουσίας και των διαφόρων αρμοδιοτήτων με γνώμονα τις θρησκευτικές και εθνοτικές σέκτες. Ετσι, η προεδρία παρέμεινε υπό τον έλεγχο των Κούρδων, με τον Τζαλάλ Ταλαμπανί, η πρωθυπουργία παρέμεινε υπό τον έλεγχο των σιιτών, με τον Νούρι αλ Μάλικι, ενώ οι σουνίτες αρκέστηκαν, πάλι, στην προεδρία της βουλής, ενώ ακόμη συζητιέται το ενδεχόμενο ν' αναλάβουν και κάποια αντιπροεδρία. Η κατανομή αυτή, προς το παρόν, έδωσε μια ώθηση στη συνέχιση της «πολιτικής διαδικασίας» και οδήγησε στο σχηματισμό, μετά από αλλεπάλληλες παλινωδίες, μιας «κυβέρνησης», η οποία, αν και έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης, είναι ως ένα βαθμό «προσωρινή». Ενδεικτικό είναι ότι υπό τον έλεγχο του Μάλικι παραμένουν τρία «κρίσιμα» υπουργεία (τα υπουργεία Αμυνας, Εσωτερικών και Εθνικής Ασφάλειας) καθώς δεν επιτεύχθηκε συμφωνία μεταξύ των κυβερνητικών εταίρων για το ποιος θα ελέγχει τους τομείς αυτούς.

Προς «λιβανοποίηση»

Το πολιτικό σύστημα διανομής της εξουσίας, που τείνει να παγιωθεί στο Ιράκ (αν δεν το έχει ήδη κάνει), είναι προφανές ότι θυμίζει πολύ έντονα το Λίβανο, όπου επίσης οι διάφορες θέσεις εξουσίας μοιράζονται με γνώμονα τις θρησκευτικές σέκτες. Πρόκειται για ένα άκρως επικίνδυνο σύστημα διανομής της εξουσίας, το οποίο έχει υποσκάψει την ενότητα του λιβανικού λαού στη βάση των κοινών πραγματικών προβλημάτων του αποπροσανατολίζοντάς τον και έχει καλλιεργήσει βαθιές διχαστικές ρωγμές, έτοιμες προς αξιοποίηση από την κάθε ιμπεριαλιστική δύναμη και τις περιφερειακές, η οποία θα θελήσει να τις αξιοποιήσει προκειμένου να ικανοποιήσει τα δικά της συμφέροντα ή να προωθήσει τα δικά της σχέδια, τα οποία συχνά ουδόλως σχετίζονται και με τον Λίβανο αυτόν καθ' εαυτόν.

Στον ίδιο δρόμο φαίνεται ότι οδεύει και το Ιράκ, όπου δεν έχει, επισήμως, θεσμοθετηθεί η παρουσία στα όργανα του κράτους με γνώμονα τις διάφορες εθνοτικές και θρησκευτικές κοινότητες και τα ποσοστά τους επί του συνολικού πληθυσμού, αλλά όπως φαίνεται κάτι τέτοιο δρομολογείται. Οπως έγινε παλαιότερα και στο Λίβανο, έτσι και στο Ιράκ πίσω από αυτού του είδους τις διχαστικές λογικές, οι οποίες δεν εξυπηρετούν φυσικά τον πολυπροβαλλόμενο στόχο της «σταθερότητας», της «ασφάλειας» και της «εθνικής συμφιλίωσης», βρίσκονται κυρίως ξένες δυνάμεις, οι οποίες απλώς χρησιμοποιούν, στον έναν ή στον άλλο βαθμό, ως πιόνια τις ιρακινές δυνάμεις που δέχτηκαν να «παίξουν» στο πολιτικό πλαίσιο που όρισε η κατοχή, με αντάλλαγμα την ανοιχτή ή κεκαλυμμένη υποστήριξή τους έξωθεν.

Παρεμβάσεις από εξωτερικούς παράγοντες

Ετσι, είναι γνωστό σε όλους ότι το Ιράν, όχι και τόσο καλυμμένα, ήδη από την πρώτη ημέρα της κατοχής, παρείχε υποστήριξη σε διάφορες σιιτικές δυνάμεις, οι οποίες, παρά τις μεταξύ τους διαφορές και διαφωνίες, συνεργάζονται σε κυβερνητικό επίπεδο. Μεταξύ αυτών των δυνάμεων συγκαταλέγεται και το «Κράτος Δικαίου» του Μάλικι και οι δυνάμεις του σιίτη θρησκευτικού ηγέτη Μουκτάντα Σαντρ και το Ανώτατο Ισλαμικό Συμβούλιο του Ιράκ, του Αμάρ αλ Χακίμ, τα οποία αποτελούσαν τη ραχοκοκκαλιά της προηγούμενης κυβέρνησης και, μετά τη μετεκλογική τους σύμπραξη, φαίνεται ότι αποτελούν τη ραχοκοκκαλιά και του τωρινού κυβερνητικού σχηματισμού.

Από την άλλη πλευρά, οι κατοχικές δυνάμεις, αν και συνεργάστηκαν αρμονικά με τον Μάλικι, φέρονται να υποστήριξαν περισσότερο την παράταξη «αλ Ιρακίγια» του Ιγιάντ Αλάουι, ο οποίος αποτελεί παλιό γνώριμο της CIA και υπήρξε, ήδη, «πρωθυπουργός» σε μια «προσωρινή» κατοχική κυβέρνηση, λίγο μετά την εισβολή, η οποία δεν αντέδρασε καθόλου στα πρωτοφανή αιματοκυλίσματα της Φαλούτζα και της Νατζάφ. Ο Αλάουι είχε, προεκλογικώς, συσπειρώσει μεγάλη μερίδα σουνιτικών δυνάμεων στο ψηφοδέλτιό του, ιδιαίτερα εκείνες που συνεργάστηκαν, τα τελευταία χρόνια, με τους κατοχικούς, λαμβάνοντας από αυτούς εξοπλισμό και χρήματα, προκειμένου να λειτουργήσουν ως εμπροσθοφυλακή απέναντι στους ισλαμιστές εξτρεμιστές της «αλ Κάιντα».

Το «Ιρακίγια» και εκλέχτηκε πρώτο με δύο έδρες διαφορά και είχε εξασφαλίσει, τουλάχιστον στο πρόσωπο του Αλάουι, την σχεδόν ανοιχτή υποστήριξη όλων των αραβικών (σουνιτικών) γειτονικών κρατών (της Σαουδικής Αραβίας, του Κουβέιτ, της Τουρκίας και των άλλων εμιράτων, δηλαδή των συμμάχων του αμερικανικού ιμπεριαλισμού στην περιοχή). Οπως χαρακτηριστικά σχολίαζαν, όμως, πολλοί αναλυτές, στο «μπρα ντε φερ» για την εξασφάλιση της «προτεραιότητας» στον έλεγχο της εξουσίας, προς το παρόν φαίνεται ότι επικράτησε η επιρροή της Τεχεράνης (αλλά όχι χωρίς ανταλλάγματα, καθώς είναι ολοένα και περισσότερες οι φήμες που θέλουν το Ιράν να δέχτηκε να περιορίσει την επιρροή του στο Λίβανο διά μέσου της «Χεζμπολλάχ», προκειμένου να διατηρήσει τον έλεγχο της εκτελεστικής εξουσίας στο γειτονικό του Ιράκ). Και έτσι ο Αλάουι και οι συνεργαζόμενες σουνιτικές δυνάμεις θα αρκεστούν με την προεδρία της Βουλής και μία αντιπροεδρία, αν και λέγεται ότι ασκούνται έντονες πιέσεις, που πιθανότατα θα στεφθούν με επιτυχία, για την εξασφάλιση κρίσιμων υπουργείων, που ακόμη παραμένουν «ορφανά».

Σημείο αιχμής το πετρέλαιο

Ενα σημείο στο οποίο, μέχρι στιγμής, έχει επιτευχθεί μια στοιχειώδης συνεννόηση είναι η εκμετάλλευση του πετρελαϊκού πλούτου της χώρας. Στις δύο δημοπρατήσεις «κοιτασμάτων προς εκμετάλλευση» τα τελευταία δύο χρόνια κλείστηκαν συνολικά εννιά συμφωνίες, στις οποίες είναι ηχηρή η απουσία εταιρειών αμερικανικών συμφερόντων με εξαίρεση μόνο μία όπου η Exxon Mobil έχει μειωμένη συμμετοχή.

Εκτός από το προφανές ζήτημα της ασφάλειας (ιδιαίτερα επιτακτικό αν πρόκειται για εταιρείες αμερικανικών συμφερόντων καθώς συνδέονται άμεσα με τις κατοχικές δυνάμεις), φαίνεται ότι κομβικό ρόλο στην απουσία αμερικανικών εταιρειών διαδραμάτισε η άρνηση της ιρακινής ηγεσίας να εφαρμόσει τη νομοθεσία που η αμερικανική κατοχή είχε «εισηγηθεί» το 2007 και προέβλεπε πώληση των ενεργειακών πηγών στους επενδυτές. Η Βαγδάτη προτίμησε συμβόλαια μακρόχρονης εκμετάλλευσης, με τη μέθοδο της αυτοχρηματοδότησης, τα οποία όμως θα άφηναν την κυριότητα των πηγών στο ιρακινό δημόσιο, δηλαδή την κυρίαρχη τάξη. Επιπλέον, το ιρακινό υπουργείο Πετρελαίου έθεσε πλαφόν στις τιμές που οι επενδυτές θα αποδίδουν στο ιρακινό κράτος ανά βαρέλι και ως όρο την αύξηση της παραγωγής.

Οπως φαίνεται, προς το παρόν, η επιλογή των κατοχικών δυνάμεων να προχωρήσουν σε διενέργεια εκλογών, προκειμένου να νομιμοποιήσουν την κατοχή, αποδείχτηκε δίκοπο μαχαίρι. Από τη μία αναδείχτηκαν δυνάμεις φίλα προσκείμενες στους κατακτητές, από την άλλη όμως αναδείχτηκαν και δυνάμεις που θέτουν εμπόδια στον τρόπο ανάπτυξης της ιρακινής οικονομίας που οι κατοχικοί προσπάθησαν να προωθήσουν μέσα από νόμους σαν αυτόν για τη διαχείριση των πετρελαϊκών πόρων.

Αυτές οι δυνάμεις τείνουν να αποτελέσουν μια αστική τάξη, που, αφού συνεργάστηκε με τον κατακτητή, πλέον νιώθει αρκετά ισχυρή ώστε να διαπραγματεύεται σκληρά τα έσοδά της από τον ενεργειακό πλούτο της χώρας. Και δεν πρόκειται μόνο για τα κεφάλαια που θα εισρεύσουν στη χώρα είτε υπό τη μορφή επενδύσεων είτε ως αμοιβή για τις ενεργειακές εξαγωγές. Πρόκειται για τη θέση που η αναδυόμενη αστική τάξη επιδιώκει να κατακτήσει στο παγκόσμιο πετρελαϊκό τοπίο, διεκδικώντας σταδιακά την ενεργό επαναφορά του Ιράκ στους κόλπους του ΟΠΕΚ.

Βέβαια, το μοναδικό αυτό σημείο «ενότητας» έχει επίσης σαθρές βάσεις, που έχουν «αναφορές» στον εθνοτικό και θρησκευτικό διχασμό. Η πιο έντονη, ίσως, «ρωγμή», η οποία θα μπορούσε κάλλιστα να εξελιχθεί σε μείζον πρόβλημα, είναι η επιμονή της κουρδικής ηγεσίας να διαχειρίζεται «αυτόνομα» τον ενεργειακό πλούτο των εδαφών της, καταβάλλοντας μόνο ένα σταθερό ποσοστό επί των εσόδων της στην κεντρική κυβέρνηση. Το θέμα βρίσκεται ακόμη σε διαβούλευση, όμως είναι προφανές ότι αν η αντιπαράθεση φτάσει στα άκρα, θα έχει αντανάκλαση και στο, ήδη, στημένο, με διχαστικό τρόπο, πολιτικό σκηνικό.

«Κερκόπορτα» περαιτέρω διχασμού

Από αυτό το σκληρό «παζάρι», το οποίο διαδραματίζεται στο έδαφος του διχασμού και του κατακερματισμού που καλλιέργησε η κατοχή, πραγματικά χαμένος εξέρχεται μόνο ο ιρακινός λαός, του οποίου το παρόν και το μέλλον υποσκάπτεται περαιτέρω. Τώρα, εκτός από τους κατακτητές (ασχέτως των διαφόρων επιφάσεων «δημοκρατίας», «εκλογών» και άλλων τινών) και εκτός από τη βασανιστική καθημερινότητα της εξαθλίωσης, της έλλειψης υποδομών, των διαρκών κινδύνων και της βίας, ο ιρακινός λαός έρχεται, πλέον, αντιμέτωπος με μια νέα επικίνδυνη πραγματικότητα: Αυτήν της παγίωσης του διχασμού αυτού στη βάση των εθνοτικών και θρησκευτικών διαφορών, που τον έφεραν, πριν μερικά χρόνια, στο χείλος του εμφύλιου σπαραγμού και οι οποίες ακόμη και σήμερα ταλανίζουν τη ζωή του.

Και αν σήμερα η συγκεκριμένη διανομή των θέσεων εξουσίας δίνει την εντύπωση «λύσης», είναι ηλίου φαεινότερο ότι αποτελεί συνταγή αστάθειας και εγγύηση διαρκούς παρέμβασης των ξένων δυνάμεων, περιφερειακών και ιμπεριαλιστικών, στα εσωτερικά πράγματα της χώρας, ακόμη και αν, κάποια στιγμή, τερματιστεί η φυσική παρουσία των κατακτητών στο έδαφός της. Πρόκειται για συνταγή, που αν επικρατήσει, και επισήμως, θα μετατρέψει και το Ιράκ σε «πεδίο βολής ξένων δυνάμεων», έρμαιο ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών και αντιπαραθέσεων, με πρώτο θύμα τους ίδιους τους Ιρακινούς.


Ε. ΜΑΥΡΟΥΛΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ