Η Νάξος θεωρείται η γενέτειρα του Θεού Διονύσου. Από το πρώτο κιόλας Σάββατο της Αποκριάς, ξεκινάει ο εορτασμός, με το σφάξιμο των χοίρων και άλλων εκδηλώσεων. Το μεσημέρι της τελευταίας Κυριακής στην Απείρανθο, εμφανίζονται οι «κουδουνάτοι». Αυτοί φορούν κάπα και κουκούλα, γυρνούν το χωριό κάνοντας θόρυβο και προκαλούν με άσεμνες εκφράσεις. Οι ίδιοι κρατούν «σόμπα», ξύλο που παραλληλίζεται με το διονυσιακό φαλλό. Μαζί τους μπλέκονται ο «Γέρος», η «Γριά» και η «Αρκούδα». Στις αποκριάτικες εκδηλώσεις των «Κουδουνάτων» μπορεί κανείς να δει το «γάμο της νύφης», το «θάνατο», την «ανάσταση του νεκρού» και το «όργωμα». Την Καθαρή Δευτέρα στις κοινότητες Ποταμιά, Καλόξιδο, Λειβάδια κλπ. οι κάτοικοι ντύνονται «Κορδελάτοι» ή «Λεβέντες» γιατί στο φέσι και στους ώμους έχουν κορδέλες. Οι Κορδελάτοι είναι φουστανελοφόροι και η δεύτερη ονομασία τους «Λεβέντες» αποδίδεται στους Πειρατές. Από κοντά τους ακολουθούν και οι ληστές, οι «Σπαραρατόροι», που αρπάζουν τις κοπέλες για να τις βάλουν με το ζόρι στο χορό και το γλέντι, που κρατάει ως το πρωί.
Με την αρχή του Τριωδίου και κάθε Σαββατοκύριακο των ημερών της Αποκριάς, το έθιμο του νησιού θέλει το «γέρο» και την «κορέλα» να βγαίνουν στους δρόμους και να δίνουν μία ξεχωριστή εικόνα των ημερών. Ο «γέρος» φοράει μία χοντρή μαύρη κάπα, άσπρη υφαντή βράκα και έχει στη μέση του 2-3 σειρές κουδούνια, το βάρος των οποίων μπορεί να φτάσει και τα 50 κιλά. Το πρόσωπό του καλύπτεται από προβιά μικρού κατσικιού και περπατώντας με χορευτικό ρυθμό, καταφέρνει να ηχούν μελωδικά τα κουδούνια που φοράει. Η «κορέλα» - η ντάμα του γέρου - είναι ντυμένη με παραδοσιακά σκυριανά ρούχα με κυρίαρχο χρώμα το άσπρο σε πλήρη αντίθεση με το μαύρο χρώμα του «γέρου» έχοντας και αυτή καλυμμένο το πρόσωπό της. Χορεύει γύρω από το γέρο καθώς αυτός βαδίζει ανοίγοντάς του δρόμο ή προσπαθώντας να τον βοηθήσει και να τον ξεκουράσει. Οι ικανότεροι από τους γέρους μάλιστα, αφήνουν για λίγο τους δρόμους της αγοράς, όπου συγκεντρώνεται ο κόσμος και ανεβαίνουν στο Κάστρο του νησιού. Εκεί θα κτυπήσουν τις καμπάνες στο Μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου. Τότε η «κορέλα» την ώρα που ο «γέρος» θα σταματήσει να πάρει μίαν ανάσα, θα του τραγουδήσει σκυριανό τραγούδι, παινεύοντάς τον για τις αξίες και τις χαρές του. Το δίδυμο αυτής της σκυριανής αποκριάς συνοδεύει πολλές φορές και ο «φράγκος». Αυτός ο μασκαράς, ντυμένος με παραδοσιακά ρούχα του νησιού αλλά και παντελόνι, σατιρίζει τους σκυριανούς εκείνους που έβγαλαν τις βράκες και φόρεσαν παντελόνια (φράγκικα). Η προέλευση του εθίμου αυτού χάνεται στα χρόνια και πολλοί μελετητές υποστηρίζουν ότι υπάρχουν στοιχεία και ρίζες διονυσιακών τελετών και θεωρούν τις εκδηλώσεις αυτές κατάλοιπα τέτοιων γιορτών. Οι γεροντότεροι στο νησί αναφέρουν ότι ο «γέρος» και η «κορέλα», έρχονται κάθε χρόνο να θυμίσουν στους σκυριανούς κάποια θεομηνία που κατέστρεψε όλα τα ζώα του νησιού και για το λόγο αυτό ο τσοπάνης ζώστηκε τα κουδούνια των ζώων και ήρθε στο χωριό να ειδοποιήσει τους υπόλοιπους. Μία άλλη εκδήλωση της σκυριανής αποκριάς είναι η «τράτα» που είναι αναπαράσταση ναυτικής ζωής, όπου ψαράδες στην πλειοψηφία τους, σατιρίζουν έμμετρα καταστάσεις και γεγονότα που αφορούν τη κοινωνική ζωή στην Ελλάδα γενικότερα. Με τα σατυρικά αυτά ποιήματα, αλλά και με την αμφίεσή τους, καταφέρνουν να προκαλούν την ευθυμία των θεατών της παράστασης αυτής που κορυφώνεται την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς. Την Καθαρή Δευτέρα σχεδόν όλοι οι Σκυριανοί με παραδοσιακές τοπικές στολές, κατεβαίνουν στην πλατεία του χωριού και χορεύουν και τραγουδούν σκυριανά τραγούδια.
Το έθιμο του «Μπέη», περιέχει διονυσιακά στοιχεία και έχει σατιρικό χαρακτήρα. Ο Μπέης είναι ώριμος άντρας με μουστάκι, ντυμένος με «γούνα», βαμμένος με κοκκινάδι, πολλά στολίδια, μαύρο φέσι, μπότες και φέρει μαζί του ραβδί, πιστόλια και ναργιλέ. Μέσα από αυτή την αναπαράσταση σατιριζόταν η τουρκική κατοχή και η ανέχεια της εποχής εκείνης. Προηγείται όλων ο τελάλης, ακολουθεί η φρουρά του Μπέη, έπειτα ο ίδιος, οι αυλικοί και οι γεωργοί. Το ντύσιμο σχεδόν όλων των προσώπων βασίζεται σε ρούχα παλαιότερων εποχών και στον αυτοσχεδιασμό. Αφού τελειώσει η «γύρα» του μπέη, γίνεται αναπαράσταση των τοπικών εργασιών (όργωμα, θερισμός) από τους γεωργούς. Ακολουθεί γαϊδουροδρομία και ρωμαϊκή πάλη. Μετά την ολοκλήρωση της ρωμαϊκής πάλης στο Μεσοχώρι, ο κόσμος μαζεύεται στις ταβέρνες και μαζί με το προσωπικό του Μπέη πίνει και διασκεδάζει με παραδοσιακά όργανα της περιοχής.