«Μη θέλεις να γίνω γκάνγκστερ γιατί αν γίνω εσένα θα σκοτώσω πρώτο και θα σε κλέψω» απαντά ο Μίτσελ στον Γκαντ, τον σούπερ μπος, που του προτείνει να δουλέψει γι' αυτόν με άριστες αποδοχές. Ο Μίτσελ κάθισε στη φυλακή τρία χρόνια, πλήρωσε για κάτι που αυτός δεν έκανε. Δε μίλησε, δεν κατέδωσε. Αυτό τον ανεβάζει στα μάτια του πρώην σιναφιού. Γιατί ο σκληρός απέξω και μαλακός μέσα Μιτς - που στη φυλακή διάβασε και Ρίλκε - είναι αποφασισμένος να ζήσει έντιμα. Να δουλεύει όπως όλος ο κόσμος σε μια νορμάλ δουλίτσα με ένα νορμάλ μισθό. Δέχεται να γίνει κάτι σαν «σεκιούριτι εφ' όλης της ύλης» της αποτραβηγμένης από τα κοσμικά, σούπερ σταρ Σαρλότ, που ερωτεύεται. Ο άνθρωπος θέλει να αγιάσει αλλά δεν τον αφήνει ο μαφιόζος Γκαντ. Τον εκβιάζει απειλώντας τη ζωή αγαπημένων του προσώπων, της μανιακής αδελφής του και ενός αστέγου, φίλου του καρδιακού, που δολοφονείται εν ψυχρώ κάτω από μια γέφυρα από ένα 16χρονο αλητήριο με οξυζεναρισμένο μαλλί, μια αυριανή ελπίδα του επαγγελματικού ποδοσφαίρου από το γκέτο που ο Γκαντ επένδυσε πάνω του.
Η ταινία, ένα παστίς από προϋπάρχουσες του είδους, θρίλερ με μπόλικη δόση ερωτικού ρομάντζου, πορεύεται στα παράλληλα μέτωπα που άνοιξε. Σε πολλά σημεία είναι άνευρη και βαρετή με μια αίσθηση ότι κάτι λείπει... ίσως κάτι στην ατμόσφαιρα ή στη χημεία...
Είναι η πρώτη σκηνοθετική δουλειά του Αμερικανού - από τη Βοστόνη - Γουίλιαμ Μόναχαν, που είναι και παραγωγός της και που έχει βραβευτεί με Οσκαρ για το σενάριο του φιλμ του Μάρτιν Σκορτσέζε «The Departed». Το «London Boulevard» στηρίζεται κατά βάση σε στοιχεία και σχήματα της ομότιτλης νουβέλας του 2001 του πολυγραφότατου Ιρλανδού συγγραφέα αστυνομικών μυθιστορημάτων Ken Bruen. Η νουβέλα του Bruen ξεπατικώνει τις δομικές σταθερές του περίφημου φιλμ του Μπίλι Γουάιλντερ του 1950, «Sunset Boulevard». Ο σκηνοθέτης Μόναχαν κράτησε - όπως φαίνεται - μόνο τον λειτουργικό πυρήνα της ιστορίας. Αντικατέστησε τη γερασμένη και ξεχασμένη ντίβα του κινηματογράφου, με τη νεαρή, εύθραυστη κι ευάλωτη Σαρλότ, ένα τοπ φωτομοντέλο και μια σταρ του σινεμά που κυνηγούν οι παπαράτσι, ενώ στο ρόλο του πιστού της Γερμανού οικονόμου έβαλε ένα πρώην παιδί των λουλουδιών, αποτυχημένο ηθοποιό, που όμως αναβάθμισε τις «δεξιότητες» που απαιτεί το πόστο του έμπιστου που τα πάντα πληροί σε ένα περιβάλλον που για να επιβιώσει κάποιος αναγκάζεται ή να υποτάσσεται στις θελήσεις του υπάρχοντος οργανωμένου εγκλήματος ή να κάνει δικιά του δουλειά, δική του ανταγωνιστική συμμορία. Το ηθικό δίδαγμα δε θα μπορούσε εντέλει να είναι άλλο από: Σκότωσέ τους πριν προλάβουν να σε σκοτώσουν...
Παίζουν: Κόλιν Φαρέλ, Κίρα Νάιτλι, Αννα Φρίελ, Ντέιβιντ Θίουλις, Ρέι Γουίνστοουν, Μπεν Τσάπλιν, κ.ά.
Παραγωγή: ΗΠΑ, Βρετανία (2010).