Μιλάνε τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ για κάλυψη των διατροφικών αναγκών, όταν οι πρώτες ύλες, η παραγωγή και το εμπόριο, βρίσκονται στα χέρια ισχυρών μονοπωλιακών ομίλων που καθορίζουν τα πάντα με γνώμονα το κέρδος και όχι τη διατροφή του λαού. Λένε για στήριξη των εξαγωγών, όταν λόγω των δεσμεύσεων της χώρας, στην τότε ΕΟΚ και σήμερα ΕΕ, μένουν αδιάθετα μια σειρά καλά και ποιοτικά αγροτικά προϊόντα που παράγουμε, γιατί η ενιαία εσωτερική αγορά της ΕΕ, που ψήφισε και στηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ, επιτρέπει τις αθρόες εισαγωγές φτηνότερων ίδιων προϊόντων από τρίτες χώρες στα πλαίσια του «ελεύθερου εμπορίου» και των διεθνών καπιταλιστικών συμφωνιών. Και δεν ωφελούνται οι λαοί αυτών των χωρών, αφού δουλεύουν με μεροκάματα εξαθλίωσης. Εισάγουμε ευπαθή οπωροκηπευτικά προϊόντα ακόμη και από Βραζιλία και Αργεντινή, χώρες που οι λαοί τους μπορεί να πεινάνε, αλλά για τον ΣΥΡΙΖΑ αποτελούν πρότυπα ανάπτυξης.
Φτάσαμε στο σημείο να καλύπτουμε μόνο το 60% των αναγκών σε κρέας πουλερικών, ενώ πριν λίγα χρόνια καλύπταμε το 100%, κλείσανε εργοστάσια ζάχαρης και ο κατάλογος των επιπτώσεων δε σταματά. Σημαντικές γαλακτοβιομηχανίες όπως «ΣΥΝΕΡΓΑΛ», «ΑΣΠΡΟ» έκλεισαν, άλλες όπως «ΑΓΝΟ», «ΟΛΥΜΠΟΣ», «ΔΩΔΩΝΗ» ιδιωτικοποιήθηκαν. Αυτήν την πολιτική υποστηρίζει και προωθεί η ΕΕ του κεφαλαίου.
Αυτήν την πολιτική της ΕΕ, με την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ έχει άρρηκτους δεσμούς και η οποία συγκεντρώνει φυτικό και ζωικό κεφάλαιο σε μεγαλοκαπιταλιστές αγρότες, επιχειρηματικούς ομίλους, υπηρετεί και ο νέος νόμος για τους αγροτικούς συνεταιρισμούς, οι οποίοι μετατρέπονται σε ανώνυμες ισχυρές κεφαλαιουχικές εταιρείες. Για τα περί κρατικοποίησης της ΑΤΕ είναι ουτοπία και κοροϊδία ότι θα σωθεί η μικρομεσαία αγροτιά από την καταστροφή, αφού και όταν ήταν υπό κρατικό έλεγχο, με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια λειτουργούσε. Μόνο με αλλαγή τάξης στην εξουσία μπορούν να αλλάξουν ρόλο και οι τράπεζες.