Στο κείμενό του το υπουργείο Εργασίας ισχυρίζεται ότι δεν αλλάζουν:
α) «Τα γενικά όρια ηλικίας». Αυτά όμως τα έχει ήδη ανεβάσει στα 65 η ΝΔ από το 1992 με το νόμο Σιούφα.
β) «Οι εισφορές». Είναι ήδη υψηλότατες.
δ) «Ο δημόσιος χαρακτήρας και η λογική του ασφαλιστικού συστήματος». Αυτή η δήλωση είναι άκρως υποκριτική, αφού στο ίδιο κείμενο αναφέρεται ρητά ότι αλλάζει όλη η δομή του συστήματος.
ε) «Οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης για τα κατώτατα όρια σύνταξης». Εδώ η κυβέρνηση εμφανίζεται να κατανοεί πως και ο κοινωνικός δαρβινισμός έχει τα όριά του.
Παραθέτουμε αυτούσιο το κυβερνητικό κείμενο:
«Τι αλλάζει:
α) Η πρόταση στηρίζεται στην παραδοχή ότι τα ισχύοντα χαμηλότερα όρια ηλικίας πρέπει μετά από μια μεταβατική περίοδο, που ξεπερνά τα 5 χρόνια, να ισχύσουν και για τους ασφαλισμένους που σήμερα δεν υπάγονται σε αυτά, με τις επιβεβλημένες εξαιρέσεις.
β) Ο τρόπος υπολογισμού της σύνταξης και του ύψους αναπλήρωσης (ενιαίοι κανόνες για νέους και παλαιούς ασφαλισμένους).
γ) Χορήγηση ενισχυμένης κατώτατης σύνταξης για μισθωτούς όπως ισχύει, με κοινωνικά κριτήρια.
δ) Αλλαγές στη δομή του ασφαλιστικού συστήματος.
α. Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις εφαρμόζονται:
ι) Σε όλους τους ασφαλιστικούς φορείς.
ιι) Σε όλους τους ασφαλισμένους χωρίς διάκριση μεταξύ ασφαλισμένων μέχρι 31-12-92 και από 1-1-1993.
ιιι) Χωρίς διάκριση φύλου, σε άνδρες και γυναίκες.
iv) Για την κύρια και επικουρική σύνταξη θα μπορούσε να επιλεγεί ένα εκ των εξής σεναρίων:
Προτείνεται το 65ο έτος ως ενιαίο όριο ηλικίας κύριας και επικουρικής για όλες τις κατηγορίες ασφαλισμένων.
Η θεμελίωση δικαιώματος σύνταξης (κατώτερη σύνταξη) αποκτάται με 4.500 ημερομίσθια ή 15 χρόνια ασφάλισης.
Παρέχεται το δικαίωμα για χορήγηση μειωμένης σύνταξης (60ο έτος), καθώς και το δικαίωμα συνταξιοδότησης χωρίς όριο ηλικίας μετά από 40 χρόνια ασφάλισης ή 12.000 ημερομίσθια.
Για τις ειδικές κατηγορίες ασφαλισμένων (βαρέα και ανθυγιεινά κλπ.) θα εξακολουθήσει να ισχύει η πρόωρη συνταξιοδότηση που προβλέπεται από την υφιστάμενη νομοθεσία, με επανεξέταση όμως του καθεστώτος των αντίστοιχων επαγγελμάτων.
Για τις γυναίκες με παιδιά προτείνεται η θέσπιση "πριμοδότησης" με πλασματικό χρόνο ασφάλισης (2 χρόνια για κάθε παιδί), ανεξάρτητα αν ήταν ασφαλισμένες ή όχι.
Η καθιέρωση των νέων κανόνων απαιτεί την πρόβλεψη μεταβατικής περιόδου, ώστε τα όρια ηλικίας να προσαυξάνονται κατά 6 μήνες ετησίως από την 1-1-2007.
Προβλέπεται ενιαίος τρόπος υπολογισμού της σύνταξης, ώστε με 35 χρόνια ασφάλισης ή 10.500 ημέρες εργασίας, το ποσοστό αναπλήρωσης να είναι 60% για την κύρια και 20% για την επικουρική σύνταξη.
Ο υπολογισμός της σύνταξης γίνεται επί του μέσου όρου των συντάξιμων αποδοχών των καλύτερων δέκα ετών της τελευταίας δεκαπενταετίας αναπροσαρμοσμένων κατά το ποσοστό αύξησης των μισθών.
Προτείνεται η διατήρηση της τριμερούς χρηματοδότησης για τους μετά την 1-1-1993 ασφαλισμένους, καθώς και οι ακόλουθες ενιαίες εισφορές:
Προτείνεται η διατήρηση της βασικής σύνταξης του ΟΓΑ ως έχει και η διατήρησή της ως κοινωνικής παροχής και για τους ανασφάλιστους και άπορους.
Ως κατώτερη σύνταξη για τους μισθωτούς προτείνεται η ισχύουσα για τους μετά την 1-1-1993 ασφαλισμένους. Η επιδότησή της μέχρι του ύψους σημερινού κατωτάτου ορίου να συνδεθεί με εισοδηματικά κριτήρια αντίστοιχα με το ΕΚΑΣ.
Οι πόροι αυτοί σε συνδυασμό με τα άλλα μέτρα να κατευθυνθούν στη στήριξη ολόκληρου του ασφαλιστικού συστήματος με μακρά μεταβατική περίοδο.
Οι λύσεις που προτείνονται είναι οι εξής:
Προτείνεται η δημιουργία 8 Ταμείων Κύριας Ασφάλισης (ΙΚΑ, Δημόσιο, ΟΑΕΕ, Αγρότες, ΔΕΚΟ, Τράπεζες, Επιστήμονες, Δημοσιογράφοι), με κατάργηση των σημερινών Επικουρικών Ταμείων και η υπαγωγή των ασφαλισμένων τους για επικούρηση στους κλάδους επικούρησης των Ταμείων όπου υπάγονται για κύρια ασφάλιση».