Καμπάνια με στόχο την αύξηση του αριθμού των γυναικών στο Ευρωκοινοβούλιο έχει ήδη σχεδιάσει η Γενική Γραμματεία Ισότητας των Φύλων ενόψει των Ευρωεκλογών του 2014, με σύνθημα «Περισσότερες Ελληνίδες στο Ευρωκοινοβούλιο. Ισχυρότερη Εκπροσώπηση της Ελλάδας στην Ευρώπη». Η συγκεκριμένη πρωτοβουλία στοχεύει, σύμφωνα με τη Γενική Γραμματεία, στην «ισόρροπη συμμετοχή των γυναικών στα κέντρα λήψης αποφάσεων», μέσα από την υλοποίηση μιας «εκστρατείας ευαισθητοποίησης».
Είναι προφανές πως ούτε ο χαρακτήρας ούτε η στρατηγική της ΕΕ μπορεί να μεταβληθεί με την ανάδειξη περισσότερων γυναικών στα όργανά της. Το ενδιαφέρον που επιδεικνύουν η ΕΕ και οι κυβερνήσεις για τη συμμετοχή γυναικών στα λεγόμενα «κέντρα λήψης των αποφάσεων» στόχο έχει να εγκλωβίσει τις εργαζόμενες, να τις πείσει πως η πολιτική καθορίζεται από το φύλο και όχι από την τάξη αυτών που την ασκούν και να πολλαπλασιάσει με τον τρόπο αυτό τους μηχανισμούς χειραγώγησής τους. Καλλιεργούν αυταπάτες πως η ανάδειξη γυναικών στα όργανα και τους θεσμούς της αστικής εξουσίας μπορεί να επιφέρει αλλαγές στην πολιτική που αυτά αποφασίζουν και εφαρμόζουν, να τη βελτιώσει σε όφελος των γυναικών της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων. Δεν πρόκειται απλά για υποκρισία, αλλά για σχεδιασμένη προσπάθεια των πολιτικών δυνάμεων που υπηρετούν τα συμφέροντα του κεφαλαίου να εμφανιστούν με προσωπείο φιλικό προς τις γυναίκες των λαϊκών στρωμάτων και να συγκαλύψουν το γεγονός ότι βρίσκονται στο αντίπαλο στρατόπεδο, πράγμα που δεν πρόκειται να αλλάξει όσες γυναίκες και αν συμπεριλάβουν στα ψηφοδέλτιά τους, στους θεσμούς και στα όργανά τους.
Μάλιστα, η συμμετοχή των γυναικών χαρακτηρίζεται κρίσιμη στην παρούσα περίσταση. Οπως σημείωσε με την ευκαιρία της παραπάνω εκδήλωσης η Γενική Γραμματέας Ισότητας, «γινόμαστε σήμερα μάρτυρες ενός έντονου ευρωσκεπτικισμού. Η ιδέα της Ενωμένης Ευρώπης φαίνεται να τίθεται σε αμφισβήτηση. Ο γυναικείος λόγος μπορεί να συμβάλει στη διατύπωση πολιτικών προτάσεων για την ανανέωση του ευρωπαϊκού πολιτικού υποδείγματος που σήμερα έχει φτάσει σε αδιέξοδο». Στην πράξη, το ενδιαφέρον της ΕΕ για την ανάδειξη γυναικών δεν αφορά το σύνολο των γυναικών, αλλά όσες ανήκουν στην αστική τάξη και τα μεσαία στρώματα. Εξάλλου, αυτές είναι που μπορούν να συμβάλουν στην επίθεση του κεφαλαίου με τη συμμετοχή τους στις κυβερνητικές και άλλες θεσμικές θέσεις, στις οποίες εκπροσωπούν με συνέπεια και χωρίς καμία ταλάντευση την τάξη τους και τα συμφέροντά της. Στην ουσία, ενδιαφέρονται να δυναμώσει εκείνη η γυναικεία παρουσία στα θεσμικά όργανα, που θα επιδρά, θα χειραγωγεί και θα συντάσσει την πλατιά πλειοψηφία των γυναικών που ανήκουν στα λαϊκά στρώματα σε πολιτικές υπεράσπισης και εξωραϊσμού της ΕΕ και των μονοπωλίων.
Ούτως ή άλλως, τα πρόσθετα εμπόδια που συναντούν οι γυναίκες που ανήκουν στην εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα, που τις δυσκολεύουν και τις αποθαρρύνουν από το να αναπτύσσουν κοινωνική και πολιτική δράση, δεν αντιμετωπίζονται με τις «εκστρατείες ευαισθητοποίησης». Οι γυναίκες που αντιμετωπίζουν καθημερινά μια σειρά πιεστικά προβλήματα, που υφίστανται τις ελαστικές και ευέλικτες μορφές απασχόλησης, την ανεργία, την ανασφάλιστη δουλειά, την εμπορευματοποίηση και την ιδιωτικοποίηση της Παιδείας, της Υγείας και της Πρόνοιας που αυξάνει το βάρος της φροντίδας της οικογένειας που πέφτει στους δικούς τους ώμους, δεν έχουν ούτε πρέπει να προσδοκούν κανένα όφελος από την ανάδειξη γυναικών σε κυβερνήσεις και διεθνείς ενώσεις. Η συμμετοχή γυναικών στα όργανα της αστικής εξουσίας δεν μπορεί να προκαλέσει αλλαγές σε όφελος των γυναικών της λαϊκής οικογένειας, γιατί η πολιτική δεν καθορίζεται από το φύλο αλλά από την τάξη αυτών που την ασκούν. Τα παραδείγματα, από την Θάτσερ στο παρελθόν μέχρι την Λαγκάρντ, την Μέρκελ, την Χ. Κλίντον σήμερα, το επιβεβαιώνουν. Οι γυναίκες των λαϊκών στρωμάτων πρέπει να νιώσουν τη δύναμή τους, να απαντήσουν στην προσπάθεια χειραγώγησης, να πρωτοστατήσουν στην πάλη για τη ριζική ανατροπή της εξουσίας των μονοπωλίων και των θεσμών της.
Ο δρόμος που πρέπει να βαδίσουν οι εργαζόμενες, οι άνεργες, οι νέες γυναίκες για να βάλουν τέρμα στα προβλήματα που σήμερα βιώνουν, δεν περνά μέσα από τα όργανα και τους θεσμούς της αστικής εξουσίας. Περνά μέσα από την ενίσχυση της συμμετοχή τους στο κίνημα, μέσα από την ανάδειξη γυναικών και αντρών, αγωνιστριών και αγωνιστών, μέσα από την καθημερινή ταξική πάλη, από τη συστράτευση με το ΚΚΕ και με τα ψηφοδέλτια που αυτό στηρίζει. Η δική τους συμμετοχή και δράση έχει ιδιαίτερο βάρος και σημασία όταν πρόκειται για το εργατικό κίνημα, το ριζοσπαστικό γυναικείο κίνημα, τα σωματεία, τους συλλόγους της ΟΓΕ, τις Λαϊκές Επιτροπές. Οταν δυναμώνει την πάλη για αποδέσμευση από την ΕΕ και τους άλλους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς και ενισχύει τη Λαϊκή Συμμαχία ενάντια στα μονοπώλια, τα κόμματα και τις ενώσεις τους. Οταν διαμορφώνει τις προϋποθέσεις για να ανοίξει ο δρόμος για ανάπτυξη σε όφελος του λαού και των αναγκών του, για να καταργηθεί η ταξική εκμετάλλευση και η γυναικεία ανισοτιμία.