...να προσβλέπει στον εντυπωσιασμό μέσα από σχηματική μίμηση, που καταλήγει σε αφηγηματικές ασυναρτησίες με μεταμοντέρνο «άλλοθι».
Το πράγμα δεν έχει να κάνει με πατριαρχία ή μητριαρχία - αμφότεροι δείχνονται με ισοβαρείς ευθύνες. Εχει να κάνει μόνο με την εξουσία, και Νόμος εδώ είναι το δίκιο του εξουσιαστή που κρατά και το πεπόνι και το μαχαίρι. Μιας εξουσίας που ενισχύεται χάρη στην υπαναχώρηση των άλλων: Εξάρτηση, υποταγή, τρόμος, στέρηση, καταπίεση. Και ακόμη; Αιμομιξία και παιδεραστία (γιατί όχι; Στην ευρωενωσιακή προοδευτική Ολλανδία οι παιδεραστές έχουν και δικαιώματα και κόμμα στη Βουλή...). Κι όλα αυτά μέσα από μια σιωπηρή, ανατριχιαστική αναπαράσταση των τελετουργιών της καθημερινότητας, με τάση αυτή να συνεχιστεί στο διηνεκές...
Η ταινία είναι ελληνική, λίγοι όμως θα αναγνωρίσουν ως ρεαλιστικό το μουντό και καταθλιπτικό γκρίζο, το μόνιμα αναμμένο ηλεκτρικό, σε μια χώρα με εκθαμβωτικό φως... Λίγοι θα αναγνωρίσουν ως ρεαλιστική τη λουθηρανική αισθητική και αξίες, την «ομερτά» των θυμάτων και τη θανατηφόρα αόρατη βία. Η παραβολή του Αβρανά με τη στέρεη κατασκευή διέπεται εμφανώς από πολιτική διάσταση σε επίπεδο συμβολικό, μεταφορικό και αλληγορικό.
Για το ποιος οργανώνει τη ζωή, την εργασία, την παραγωγή, τις λέξεις και τις σκέψεις των υπηκόων... Για το σεξ - χωρίς ηδονοβλεπτική χυδαιότητα ή διάθεση επίδειξης - που εξασφαλίζει κέρδη χωρίς δουλειά σ' αυτόν που το πουλά σαν εμπόρευμα που υπόκειται κι αυτό στη συμβατότητα και τον κομφορμισμό. Για την ποταπότητα του ανθρωπόμορφου τέρατος, του πατέρα, κατάλοιπο της τάξης των «νικητών του εμφυλίου» που επάνδρωσαν τους μηχανισμούς του κράτους και παρακράτους κι έγιναν εξουσία διδάσκοντας τη βία, αραδιάζοντας μυριάδες δικά της παραδείγματα... Ετσι, με τη βία, οι υπήκοοι κρατιούνται αμόλυντοι από συλλογικότητες ενώ με μαθηματική ακρίβεια - πού θα πάει; - μετατρέπονται αργά ή γρήγορα σε στρατιές φοβισμένων, εξαθλιωμένων και υπάκουων τομαριστών που πλημμυρίζουν τον τόπο...
Μινιμαλιστική και δυστοπική η αντίληψη του Αβρανά στο πορτρέτο της μικροαστικής κτηνωδίας που ξεκινά από ένα πυρήνα, όπου και αναπαράγεται αλλά θεριεύει με την ανοχή όλων. Εδώ, αντικείμενα, χώροι και χρώματα μυρίζουν μούχλα, κλεισούρα και σαπίλα. Χωρίς ίχνος φρεσκάδας, απόλυτη μικροαστική μιζέρια, μικρομεσαία και προβληματική που αρκείται στα ψίχουλα γιατί πάντα ρουφιάνευε και ζητιάνευε, ποτέ δεν απαιτούσε... Ταινία μορφικά πολύ φροντισμένη και κομψή με την κάμερα συνήθως ακίνητη ή με κινήσεις κυκλικές και απειροελάχιστα πλάνα σεκάνς. Με σιωπές και λεπτομέρειες που προσπερνιούνται με νόημα και σημείο αναφοράς την αισθητική του Χάνεκε. «Ηταν το φιλμ που μου επέβαλε το ρυθμό, λέει ο Αβρανάς. Στην ταινία, στην επιφάνεια δεν συμβαίνει τίποτα. Η πραγματική βία είναι πολύ λίγη. Η άλλη βία είναι τεράστια...».
Το μαχαίρι μπαίνει κάποτε στο κόκαλο, επέρχεται μια καινούρια ισορροπία, για να αντικατασταθεί όμως από τι; Από την εξουσία ενός άλλου ανθρωπόμορφου τέρατος της οικογένειας που θα συνεχίσει την πεπατημένη, όπως ακριβώς τη διδάχθηκε ή με παραλλαγές ενός άλλου μείγματος; Κι εδώ κείται και η ιδεολογική μου αντίρρηση στο φιλμ του Αβρανά. Στην επαναστατική του διαπίστωση θα ήθελα πολύ μια επαναστατική λύση...
Παίζουν: Θέμης Πάνου, Ρένη Πιττακή, Μηνάς Χατζησάββας, Σίσσυ Τουμάση, κ.ά.
Παραγωγή: Ελλάδα (2013).