Πάντως, η νεαρή Ιρλανδή πρωταγωνίστρια φαίνεται να επιλέγει μάλλον επικίνδυνο ερμηνευτικά υλικό. Ηδη από τις πρώτες σκηνές του φιλμ, όταν η Ντέιζι προσγειώνεται στο Λονδίνο για να περάσει τις καλοκαιρινές διακοπές με τους συγγενείς της στην ειδυλλιακή, ιμπρεσιονιστική εγγλέζικη εξοχή, η ταινία αρχίζει να σωρεύει μια αποπροσανατολιστική και απόκοσμη ποιότητα. Οταν η αφήγηση στρέφεται σε «τελετουργικά περάσματα» πάνω στο μονοπάτι του πρώτου έρωτα, η πορεία της ιστορίας διακόπτεται απότομα από έναν υπόκωφο, τρομαχτικό θόρυβο και κάτι σαν χιόνι, ή σαν αποκαΐδια, αρχίζει να πέφτει. Ετσι η ταινία εισέρχεται στο δυστοπικό τοπίο επιστημονικής φαντασίας του νεανικού μυθιστορήματος της Μεγκ Ρόσοφ - όπου βασίζεται η κινηματογραφική διασκευή. Η σκηνοθεσία αντιμετωπίζει μινιμαλιστικά τον πόλεμο. Παλεύει να ισορροπήσει την ομιχλώδη αφήγηση - με την οπτική παιδικού βλέμματος - και τις στιγμές έντονου συναισθηματικού αντίλαλου σε ένα συνδυασμό από φτερουγίσματα λυρισμού και σκηνών τρομερής ωμότητας. Το αποτέλεσμα δεν είναι παρά ασαφές και θαμπό. Καθόλου ικανό να «γραπώσει» τον θεατή και να τον κρατήσει γραπωμένο πάνω του.
Παίζουν: Σάουορς Ρόναν, Τζορτζ Μακ Κέι, Τομ Χόλαντ, Χάρλεϊ Μπερντ, κ.ά.
Παραγωγή: Βρετανία (2013).