Κυριακή 13 Μάη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 3
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΣΥΜΒΑΣΙΟΥΧΟΙ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Οι «όμηροι» του πολιτισμού

Ο αγώνας τους για μόνιμη δουλιά συνδέεται, στην πράξη, με τον αγώνα για να παραμείνει η πολιτιστική κληρονομιά κτήμα του ελληνικού λαού

Ανθρωποι και μνημεία υπό την ομηρία της κυβέρνησης
Ανθρωποι και μνημεία υπό την ομηρία της κυβέρνησης
Τον τελευταίο, περίπου, ενάμιση μήνα, το υπουργείο Πολιτισμού, η είσοδος του Αρχαιολογικού Μουσείου της Αθήνας και η είσοδος του αρχαιολογικού χώρου της Ακρόπολης έχουν μετατραπεί σε «σκηνικά», όπου «παίζεται» ένα ακόμη δραματικό «επεισόδιο» της «σειράς» υπό τον τίτλο «Νεοελληνική αντιμετώπιση της πολιτιστικής κληρονομιάς». Πρόκειται για τα τρία σημεία της πρωτεύουσας, όπου ξετυλίγονται οι αγωνιστικές κινητοποιήσεις των συμβασιούχων εργαζομένων στο υπουργείο Πολιτισμού.

Μονίμως... έκτακτοι

Αφορμή για το ξέσπασμα αυτών των κινητοποιήσεων είναι η εξαίρεση των συμβασιούχων του ΥΠΠΟ από το νόμο για τις μονιμοποιήσεις των συμβασιούχων. Οι εργαζόμενοι απαιτούν τη λήξη του εργασιακού καθεστώτος των συμβάσεων ορισμένου χρόνου και τη μετατροπή του σε αορίστου χρόνου. Ζητούν τη μονιμοποίησή τους σε μια δουλιά, στην οποία αφιέρωσαν και αφιερώνουν την επιστημονική τους γνώση, το μεράκι και την αγάπη τους για την πολιτιστική κληρονομιά μας και μάλιστα για πολλά χρόνια.

Χρόνια που περνούν με την αγωνία της λήξης της σύμβασης και με την, επίσης αγωνιώδη, αναμονή της επόμενης. Αναμονή που κι αυτή, στις πλείστες των περιπτώσεων, εξακολουθεί να συνοδεύεται από εργασία - απλήρωτη, αφού, τυπικά, μέχρι την ανανέωση της σύμβασης ο εργαζόμενος είναι άνεργος - πάλι στις ανασκαφές, στα μουσεία, στους αρχαιολογικούς χώρους, στα εργαστήρια όπου συντηρούνται οι «ψηφίδες» του πολιτισμού μας.

Απέναντι από τον «πολιτισμό» των ΜΑΤ
Απέναντι από τον «πολιτισμό» των ΜΑΤ
Ολοι αυτοί οι άνθρωποι, που ξαφνιάζουν περαστικούς και τουρίστες με τα συνθήματα, τα πανό, τις σφυρίχτρες, τα μπαλόνια και τα πλακάτ τους, το τελευταίο πράγμα που περίμεναν όταν έπαιρναν τα πτυχία τους (πρόκειται για ειδικευμένο προσωπικό, όπως αρχαιολόγοι, συντηρητές, μηχανικοί, αλλά και εργάτες, φύλακες κ.ά.) ήταν ότι θα αναγκάζονταν κάποτε να μοιράζουν μεταφρασμένα σε ξένες γλώσσες φυλλάδια κάτω από την Ακρόπολη για να ενημερώνουν τους τουρίστες για τον τρόπο με τον οποίο το ελληνικό κράτος «φροντίζει» τις αρχαιότητες που πάνε για να θαυμάσουν. Οχι γιατί ο αγώνας απαξιώνει τις γνώσεις τους, αλλά γιατί αυτοί οι άνθρωποι, υπό κανονικές συνθήκες, θα έπρεπε εκείνη την ώρα να βρίσκονται στους χώρους δουλιάς τους.

Και αυτό είναι που θέλουν. Να δουλεύουν απερίσπαστα χωρίς το άγχος της εργασιακής και - κατ' επέκταση - πολιτικής «ομηρίας» τους από μια κυβέρνηση που θεωρεί (και) το λειτούργημα της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας «πεδίον δόξης λαμπρόν» για την «άνδρωση» του ιδιωτικού κεφαλαίου από τη μια και τη χρήση της ως μέσου για την εξυπηρέτηση της αστικής αντίληψής της για τον πολιτισμό από την άλλη. Τον πολιτισμό των πυροτεχνημάτων και των ανούσιων «δρώμενων».

Οι ελλείψεις της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας

Από αυτή την άποψη, ο αγώνας των εκτάκτων υπαλλήλων του ΥΠΠΟ ξεπερνά το, δίκαιο έτσι κι αλλιώς, αίτημα μιας μερίδας της εργατικής τάξης για μόνιμη και σταθερή εργασία (αίτημα το οποίο αποτελεί και ζητούμενο για την τάξη εν γένει) και μετατρέπεται σε αγώνα για τη διάσωση και προβολή της πλούσιας πολιτιστικής κληρονομιάς της Ελλάδας σε όφελος του λαού της. Αλλωστε, σε κάθε τους κινητοποίηση, η σύνδεση των εργασιακών προβλημάτων τους και του αντικειμένου τους προβάλλεται συνεχώς: «Η προστασία και η ανάδειξη της πολιτιστικής μας κληρονομιάς δε γίνεται με εργαζόμενους υπό προθεσμία, με εργαζόμενους μονίμως εκτάκτους... με εργαζόμενους σε εργασιακή ομηρία», αναφέρει η Απεργιακή Επιτροπή τους σε πρόσφατη ανακοίνωση.

Οι έκτακτοι του ΥΠΠΟ ανέρχονται σε, περίπου, 2.500 εργαζόμενους, οι οποίοι συνδράμουν τους μόνιμους - και ελάχιστους σε σχέση με τις ανάγκες - συναδέλφους τους της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας του υπουργείου, σε όλη την Ελλάδα. Σε αυτούς πρέπει να προστεθούν και οι περίπου 400 αρχαιολόγοι που εργάζονται στα δημόσια έργα και την Τοπική Αυτοδιοίκηση, επίσης κάτω από το απαράδεκτο καθεστώς των συμβάσεων, και οι οποίοι προσπαθούν με ελάχιστα υλικά και θεσμικά μέσα να διασώσουν ό,τι μπορεί να διασωθεί από τους εκσκαφείς και τις μπουλντόζες των λεγόμενων μεγάλων έργων. Και αυτοί συνδέουν τις εργασιακές τους σχέσεις με το αντικείμενό τους: «Το παρόν εργασιακό καθεστώς, με την ανοχή του υπουργείου Πολιτισμού, μας περιορίζει μόνο στο τεχνικό τμήμα της εργασίας μας, που είναι η ανασκαφή, και μας απομακρύνει από την κύρια πορεία της αρχαιολογικής έρευνας. Μας αποκόπτει από την καταγραφή, την ταξινόμηση, τη μελέτη και τη δημοσίευση των επιστημονικών συμπερασμάτων», σημειώνουν, ενώ αναφέρουν ως πρόχειρο παράδειγμα της έλλειψης προσωπικού στην Αρχαιολογική Υπηρεσία τις πολλές περιπτώσεις ιδιοκτητών, που περιμένουν για χρόνια ολόκληρα να γίνουν οι σωστικές ανασκαφές στα οικόπεδά τους πριν τα χτίσουν.

Η συμβολή τους στο έργο της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας έχει αναγνωριστεί από όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς και τυπικά και από το ΥΠΠΟ. Αλλωστε, οι κραυγές αγωνίας για τις ελλείψεις σε υλικοτεχνική υποδομή και - ακόμη περισσότερο - σε ανθρώπινο δυναμικό επαναλαμβάνονται συνεχώς από τις υπηρεσίες του ΥΠΠΟ σε κάθε ευκαιρία. Οι μόνιμοι αρχαιολόγοι της Υπηρεσίας δεν ξεπερνούν τους 400 για 30.000 μνημεία και αρχαιολογικούς χώρους και εκατοντάδες ανασκαφές.

Η... «ομηρία των μνημείων»...

Οι πολιτικές ηγεσίες όμως που πέρασαν από το υπουργείο, και φυσικά και η σημερινή, κωφεύουν. Και κωφεύουν συνειδητά. Αντί να στελεχώσουν την Αρχαιολογική Υπηρεσία με την εμπειρία των εκτάκτων, προτιμούν να συμπεριφέρονται στις αρχαιότητες με «εργολαβική» λογική. Απαξιώνουν ακόμη και το μόνιμο προσωπικό, σε όφελος των ιδιωτών, είτε πρόκειται για την εκπόνηση μελετών, είτε για έργα. Η λεγόμενη Ενοποίηση των Αρχαιολογικών Χώρων της Αθήνας είναι ένα γνωστό παράδειγμα αυτής της λογικής, αλλά πολλά ακόμη μικρά και μεγάλα δράματα ξετυλίγονται καθημερινά στις ανασκαφές των «μεγάλων έργων», με τους αρχαιολόγους να προσπαθούν να κάνουν εργασία μηνών σε λίγη ώρα... υπό την «απειλή» της εργολαβικής μπουλντόζας.

Μάλιστα, ο υπουργός Πολιτισμού, Ε. Βενιζέλος, έφτασε στο σημείο να εκφράσει και τη «λύπη» του για την «ακραία πρωτοβουλία» των συμβασιούχων αρχαιολόγων να «καταλάβουν το χώρο την Ακρόπολης». «Δεν περίμενα ότι ορισμένοι - για προφανείς πολιτικούς λόγους - θα παρασύρουν μία ομάδα σε ενέργειες που δείχνουν έλλειψη σεβασμού και ευαισθησίας απέναντι στα μνημεία και μάλιστα απέναντι στο κορυφαίο συμβολικό μνημείο που είναι ο Παρθενώνας»! Τους κατηγόρησε επίσης πως έθεσαν «υπό ομηρία τα μνημεία». Για το πρόβλημα όμως προτίμησε να μη μιλήσει, διότι δεν είχε τίποτα να πει.

Εδώ να θυμίσουμε και τις πρωθυπουργικές «διαπιστώσεις» περί «οργανωμένου σχεδίου... που έχει ως στόχο να δημιουργήσει εικόνες», πάλι με αφορμή την πρώτη, συμβολική κατάληψη της Ακρόπολης από τους συμβασιούχους, η οποία, όπως και η δεύτερη, δεν εμπόδιζε τους τουρίστες να ανέβουν στον Παρθενώνα. Αλλά είχε στόχο την ευρύτερη δημοσιοποίηση του προβλήματος και την ενημέρωση του κόσμου.

Το χειρότερο όμως είναι, πως αυτός ο αγώνας χτυπήθηκε και από την Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων ΥΠΠΟ, η οποία «αναμάσησε» την κυβερνητική ρητορική και έκανε λόγο σε ανακοίνωσή της για μη «υπεύθυνο τρόπο διεκδίκησης» και για «ομηρία των μνημείων και των αρχαιολογικών χώρων»! Κι όλα αυτά ενώ αμέσως παρακάτω αναγνώρισε, ότι «οι ανάγκες σε έμψυχο δυναμικό που απαιτείται για την υλοποίηση σοβαρών έργων εθνικής σημασίας, που αφορούν την ανάδειξη, την προστασία, τη διατήρηση και φύλαξη της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, επιβάλλουν την άμεση μονιμοποίηση του εξειδικευμένου, έκτακτου προσωπικού, που απασχολείται στα έργα του ΥΠΠΟ με πολυετείς συμβάσεις».

Ο «πολιτισμός» των ΜΑΤ

Απάντηση στα παραπάνω έδωσαν και οι συλλογικοί φορείς των εκτάκτων αλλά και η ΕΣΑΚ - ΥΠΠΟ, η οποία είχε καταγγείλει την «αντισυνδικαλιστική συμπεριφορά του προεδρείου της ΠΟΣΥΠΟ, σημειώνοντας, πως «σε ομηρία δεν είναι τα μνημεία, αλλά οι εργαζόμενοι στα μνημεία, αυτοί που αποτελούν κομμάτι των μνημείων, κομμάτι του πολιτισμού μας».

Οι ίδιοι οι εργαζόμενοι καταγγέλλουν πως η εξαίρεσή τους από το νόμο θεωρεί «ότι το έργο του υπουργείου Πολιτισμού είναι αντίστοιχο με αυτό της κατασκευής τεχνικών έργων (π.χ. το χτίσιμο ενός σχολείου με εργολαβία...). Πίσω από τις κυβερνητικές εξαγγελίες για τον πολιτισμό, υπάρχει η αδιαφορία, η πολιτική της συρρίκνωσης του υπ. Πολιτισμού και της παράδοσης των κερδοφόρων κομματιών του στους ιδιώτες». Για τα ΜΑΤ, που κινητοποιούνται στις συγκεντρώσεις τους, υπογραμμίζουν πως «ο πολιτισμός του ρόπαλου είναι τελικά ο πολιτισμός τους», ενώ για τις «ευαισθησίες» της πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΠΟ αλλά και ορισμένων υπηρεσιακών του παραγόντων για τις αρχαιότητες - ανάμεσά τους, δυστυχώς, και ορισμένοι αρχαιολόγοι - σημειώνουν πως αυτή «εξαντλείται στις κινητοποιήσεις των εργαζομένων. Δεν τους ενόχλησε καθόλου όταν το Ηρώδειο γινόταν πασαρέλα για κιλότες, όταν με αφορμή κάθε χαζοεγκαίνιο τα μουσεία και οι αρχαιολογικοί χώροι γεμίζουν από μπουφέδες με εδέσματα για να τσιμπολογάνε και να μπουρδολογούν. Καταπίνουν τον Σχοινιά και τόσα άλλα που η κυβέρνηση κάνει με πρόσχημα την Ολυμπιάδα. Καταπίνουν τις "ιδιωτικές" συλλογές των επωνύμων (αυτό που σε απλά ελληνικά λέγεται νόμιμη αρχαιοκαπηλία... ή μήπως κάνουμε λάθος;). Μας βάζουν απέναντί τους. Θα μας βρουν απέναντί τους...».


Γρηγόρης ΤΡΑΓΓΑΝΙΔΑΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ