Κυριακή 13 Μάη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 30
ΔΙΕΘΝΗ
ΕΚΛΟΓΕΣ ΣΤΗΝ ΙΤΑΛΙΑ
Πολύ κακό για το τίποτα;

Αφισοκόλληση στους δρόμους της Ρώμης

Associated Press

Αφισοκόλληση στους δρόμους της Ρώμης
Ο νεαρός Αντόνιο Μαστρομαρίνο, από τη Μασάφρα της νότιας Ιταλίας, βρήκε μια πρωτότυπη ιδέα για να λύσει εν μέρει το οικονομικό του πρόβλημα: Εβγαλε σε δημοπρασία την ψήφο του, λέγοντας ότι θα ψηφίσει τον υποψήφιο που θα του προσφέρει τα περισσότερα.

Είναι ένα από τα πολλά περιστατικά, «χαρακτηριζόμενα» ως ευτράπελα, που σημάδεψαν την προεκλογική εκστρατεία στη γείτονα, που έληξε σήμερα, καθώς άνοιξαν οι κάλπες για τις κοινοβουλευτικές και τοπικές εκλογές, που θα αναδείξουν τα μέλη του 14ου μεταπολεμικού Κοινοβουλίου - τα 630 μέλη της Ανω Βουλής και τα 315 της Γερουσίας - την 60ή κυβέρνηση και χιλιάδες αιρετούς τοπικούς άρχοντες. Ωστόσο, το ανωτέρω περιστατικό, που καταγράφηκε από τον ιταλικό και διεθνή Τύπο, αποκαλύπτει τον τραγικό χαρακτήρα αυτής της εκλογικής αναμέτρησης.

Τραγικός και οδυνηρός, αφού την προεκλογική εκστρατεία μονοπώλησε η κόντρα μεταξύ του υποψήφιου για τη θέση της πρωθυπουργίας, του Κεντροδεξιού Συνασπισμού, «Οίκου των Ελευθεριών», Σίλβιο Μπερλουσκόνι και του υποψήφιου του κεντροαριστερού και απερχόμενου κυβερνητικού συνασπισμού της «Ελιάς», τέως δημάρχου της Ρώμης, Φρανσίσκο Ρουτέλι, που, μάλιστα, έχει αποτυπωθεί στη μνήμη των ψηφοφόρων ως η κόντρα του «ωραίου» - υπονοώντας τον Ρουτέλι και του «τέρατος» - υπονοώντας τον Μπερλουσκόνι. Τραγικός και οδυνηρός, καθώς, ενώ τα προβλήματα που μαστίζουν την ιταλική κοινωνία εξακολουθούν όχι μόνο να υπάρχουν, αλλά και να έχουν διογκωθεί, σύσσωμος ο Τύπος, και κυρίως ο διεθνής, έχει επιδοθεί σε έναν πόλεμο κατά των «φαντασμάτων», που τάχα εκπροσωπεί ο Μπερλουσκόνι, όπως η διαφθορά, η ακροδεξιά, η ξενοφοβία, ακόμη και ο Μουσολίνι!

«Αίμα, δάκρυα και ιδρώτας»


«Η εκλογή του Μπερλουσκόνι στη θέση του πρωθυπουργού θα αποτελέσει μαύρη μέρα για τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου», θα σημάνει συναγερμό ο βρετανικός «Economist» σε ένα κρεσέντο κατά της προοπτικής της ανόδου του κεντροδεξιού συνασπισμού - καθώς προηγείται σε όλες τις δημοσκοπήσεις κατά 5% της «Ελιάς» - στην ιταλική εξουσία και θα δώσει το σύνθημα για ένα «λεκτικό πόλεμο» που θα ξεσπάσει στην Ευρώπη και που θα καταλήξει σε ωμή παρέμβαση στα εσωτερικά πολιτικά δρώμενα μιας ευρωπαϊκής δύναμης. Παρέμβαση που εκδηλώνεται με τα συνεχή δημοσιεύματα - λίβελους κατά του Μπερλουσκόνι, όπου θα επιδοθούν, εκτός του βρετανικού οργάνου των πολυεθνικών, η ομογάλακτή του επίσης βρετανική εφημερίδα «Financial Times», η «δεξιά» ισπανική «El Mundo», αλλά και η γαλλική «αριστερίζουσα» και έγκυρη εφημερίδα «Le Monde», που θα υπενθυμίσει στους Ιταλούς ψηφοφόρους ότι «δεν πρέπει να ξεχνούν ότι αποτελούν μέρος μίας κοινότητας που είναι φορέας κάποιων αξιών, οι οποίες είναι αντίθετες με την επιλογή του κυρίου Μπερλουσκόνι».

Βέβαια, αν κανείς εξετάσει επιφανειακά την προσωποπαγή και διανθισμένη με τους πλέον χαρακτηριστικούς ιταλικούς φαμφαρονισμούς εκστρατεία, που διεξήγαγε κυρίως ο Μπερλουσκόνι, θα μπορούσε ευκόλως να συμπαραταχτεί με την άποψη αυτή. Δηλαδή, με το βιβλίο που απέστειλε σε όλους τους Ιταλούς ψηφοφόρους υπό τον τίτλο «μία ιταλική ιστορία», μία πραγματική «αγιογραφία» του πρώην πρωθυπουργού - επί επτάμηνον το 1994 - αυτοαποκαλούμενου και ως ο ιππότης (Il Cavaliere), του πιο πλούσιου Ιταλού επιχειρηματία που έχτισε την οικονομική του αυτοκρατορία (την «Finnivest» που κατέχει το μεγαλύτερο εκδοτικό οίκο της Ιταλίας, τον «Mondadari», τρεις τηλεοπτικούς σταθμούς, το μεγαλύτερο σε κυκλοφορία περιοδικό «Panorama», την ποδοσφαιρική ομάδα AC Milan και δεκάδες ακόμη επιχειρήσεις, αλλά και μετοχές σε δεκάδες επιχειρήσεις εκτός ιταλικών συνόρων) εκ του μηδενός και «με αίμα, ιδρώτα και δάκρυα», τη στιγμή που υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις για διαφθορά, χρηματισμό, λαθρεμπόριο και ξέπλυμα χρήματος. `Η για τους εταίρους του στον κεντροδεξιό συνασπισμό, που ποικίλλουν από την «Εθνική Συμμαχία» του Τζιανφράνκο Φίνι, που προέρχεται από το «Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα» (MSI) που αντλούσε τις αρχές του από τον Μπενίτο Μουσολίνι, τη «Λέγκα του Βορρά» με το όραμα της «Παδανίας» έως και τα δύο χριστιανοδημοκρατικά κόμματα, που ηγούνται ο Μπόμπο Κράξι και ο πρώην ΥΠΕΞ, Τζιάνι ντε Μικέλις. Αν και η συγκατοίκηση κάτω από την ίδια στέγη, μεταξύ των «σοσιαλιζόντων» τελευταίων αυτών σχηματισμών και των ακροδεξιών, μάλλον δε θα πρέπει να ξενίζει, ειδικά αν λάβει κανείς του υπόψη ότι ο Μπόμπο Κράξι δεν είναι άλλος από τον γιο του πρώην προέδρου του Σοσιαλιστικού Κόμματος και πρώην πρωθυπουργού, που κατηγορήθηκε για διαφθορά και κατέφυγε στην Τυνησία αυτοεξόριστος, και που θεωρείται ο άνθρωπος που κινούσε τα νήματα πίσω από τον Μπερλουσκόνι, όταν πρωτοεμφανίστηκε τη δεκαετία του '70 να αρχίζει να «χτίζει» την οικονομική αυτοκρατορία του, στο προπύργιο των σοσιαλιστών, το Μιλάνο.

Ο δρόμος ήταν ανοιχτός...

Παρότι δεν υπάρχει αμφιβολία για την κυριαρχία του στα ΜΜΕ, σε μεγάλο τμήμα της διαφήμισης, για την τεράστια οικονομική του ισχύ και το «μαύρο φωτοστέφανο» που κοσμεί την κεφαλή του, παραμένουν πολλά τα ερωτηματικά γι' αυτήν την οξύτατη και κατάφωρη παρέμβαση διεθνών κέντρων και Τύπου στα ιταλικά πεπραγμένα, προκειμένου να αποτραπεί η εκλογή του Μπερλουσκόνι.

Πραγματικά ηχεί παράξενος ο ξένος Τύπος, που επισείει τον «τρομακτικό κίνδυνο» της ανόδου της ακροδεξιάς στην Ιταλία, μία χώρα - μέλος της G8, του ΝΑΤΟ και, φυσικά, της «πρώτης ταχύτητας της ΕΕ», όπως αντίστοιχα έκανε και με το αυστριακό Κόμμα της Ελευθερίας του Γιεργκ Χάιντερ ή την άνοδο του ακροδεξιού Βλάαμσμπλοκ στο Βέλγιο.

Ακόμη πιο παράξενα ηχούν οι κραυγές του τρόμου, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς ότι η πολιτική αυτή είναι που ουσιαστικά άνοιξε το δρόμο για την άνοδο του Μπερλουσκόνι, που δεν είναι και κάποιος «νέος» στα πολιτικά δρώμενα της Ευρώπης. Μία πολιτική, που εκφράστηκε με τον εκλογικό νόμο, που κάποτε χαιρετίστηκε, «αφού θα έβαζε ένα τέλος στην κυβερνητική ασάφεια και ανασφάλεια με τις πολυκομματικές κυβερνήσεις». Μία πολιτική, που δημιούργησε και στους Ιταλούς πολίτες την απέχθειά τους προς την πολιτική και τους οδήγησε να «γίνουν καλοί καταναλωτές και σεβάσμιοι πολίτες».

Αυτή η πολιτική αντανακλάται και στα προεκλογικά προγράμματα των δύο συνασπισμών που διεκδικούν την εξουσία. Καμία διαφορά δεν υπάρχει, αφού και οι δύο υποστηρίζουν τις φορολογικές μειώσεις, την πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων της μεγάλης βιομηχανικής δύναμης της Ιταλίας, την ενίσχυση των μέτρων κατά της εγκληματικότητας και της μετανάστευσης, την αναδόμηση της κυβέρνησης και να γίνει πιο ευέλικτη με μικρότερο αριθμό υπουργείων, την αναθεώρηση του Συντάγματος και φυσικά όσον αφορά στην πολιτική του Mezzogiorno, δηλαδή της στήριξης του Νότου, που ταλανίζεται από οικονομικά προβλήματα και σημαντική καθυστέρηση. Αρκεί να φανταστεί κανείς ότι το ένα πέμπτο των εργαζομένων στο Νότο είναι άνεργοι, ποσοστό που είναι κάτι περισσότερο από το διπλάσιο του εθνικού ποσοστού. Αυτή η πολιτική είναι που οδήγησε την προεκλογική εκστρατεία να είναι, όπως τη χαρακτήρισε και το αμερικανικό περιοδικό «Time», αναμέτρηση στιλ και προσωπικοτήτων και όχι προγραμμάτων.

Αυτή είναι και η πολιτική, που ενδέχεται να παραδώσει τα σκήπτρα της εξουσίας στον Μπερλουσκόνι, που κατόρθωσε για πρώτη φορά να συνενώσει τις κυριότερες δυνάμεις που εξουσιάζουν οικονομία και μέσα ενημέρωσης με μέρη της πάλαι πότε καθεστηκυίας τάξης της Ιταλίας. Εκτός εάν η σύγκρουση συμφερόντων που εξελίσσεται σε αδυσώπητη μάχη, όσον αφορά στο ποιος θα κριθεί ότι είναι σε θέση να υπερασπίσει καλύτερα τα συμφέροντα της εγχώριας και της ξένης ολιγαρχίας, γείρει τελικά υπέρ του υποψηφίου της «Ελιάς» και ανατραπούν όλα τα προγνωστικά.

Πάντως, η μοναδική πραγματική και ρεαλιστική απάντηση στον «κίνδυνο» για τη δημοκρατία και την Ευρώπη που εκπροσωπεί ο Μπερλουσκόνι σίγουρα δε θα βρεθεί στις αναλύσεις των «έγκυρων μέσων»...


Χριστίνα ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ