Η πορεία των διαπραγματεύσεων μέχρι στιγμής έχει αποβεί άκαρπη, ενώ εκτιμάται ότι υπάρχει οριστικό ναυάγιο. Σημείο τριβής ανάμεσα στους δύο σχηματισμούς αποτέλεσε η συζήτηση για το αν το κοινό πλαίσιο δράσης θα περιλαμβάνει μόνο το στόχο της εξόδου από το Ευρώ όπως προέβαλε το «Σχέδιο Β» ή και αυτόν της εξόδου από την ΕΕ που προέβαλαν δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Οι εξελίξεις έχουν προκαλέσει τριβές στο εσωτερικό της ΑΝΤΑΡΣΥΑ με κατηγορίες από μέρος δυνάμεών της κυρίως προς το ΝΑΡ και στελέχη του, ότι εγκαταλείπουν τη μετωπική λογική, παραβιάζοντας τις αποφάσεις του κεντρικού συντονιστικού οργάνου της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Γράφουν σε ένα από τα σχέδια που έγιναν αντικείμενο συζητήσεων ανάμεσα στους δύο σχηματισμούς όπως αυτό εγκρίθηκε και δημοσιοποιήθηκε από το «Σχέδιο Β»:
«Η ηγεσία του ΚΚΕ παραπέμπει τα πάντα (μεταξύ αυτών και την έξοδο από το ευρώ και την ΕΕ) στο απροσδιόριστο μέλλον της "εργατικής λαϊκής εξουσίας" και αρνείται να θέσει άμεσους πολιτικούς στόχους πάλης για την ανατροπή της βάρβαρης επίθεσης, θεωρεί ότι δεν υπάρχει δυνατότητα ρηγμάτων και κατακτήσεων, υποτιμά τις λαϊκές ανατρεπτικές δυνατότητες, αρνείται πεισματικά κάθε μετωπική δράση που θα έδινε μακρά πνοή στους λαϊκούς αγώνες».
Αντιπαρερχόμαστε τις λαθροχειρίες ότι το ΚΚΕ δεν έχει στόχους στο σήμερα όταν προβάλλει συγκεκριμένα αιτήματα και διεκδικήσεις για τους εργαζομένους και τα φτωχά - λαϊκά στρωμάτων, που αφορούν την υπεράσπισή τους από την αντιλαϊκή επίθεση και την προβολή των σύγχρονων εργατικών - λαϊκών αναγκών. Στόχους που δουλεύουν οι κομμουνιστές μέσα στο κίνημα, αλλά αξιοποιούν ακόμα και τη θέση τους στους αστικούς θεσμούς, στη Βουλή, στο Δημοτικό Συμβούλιο, στην Ευρωβουλή, με στόχο να προβληθούν, να διαδοθούν πλατύτερα στους εργαζόμενους, να αξιοποιηθούν, για να αποκαλυφθεί η ταξική θέση των άλλων πολιτικών δυνάμεων. Τέτοιοι στόχοι αφορούν στην προστασία των ανέργων, στα δάνεια των λαϊκών οικογενειών, στα χαράτσια, στα διόδια κ.λπ.
Αντιπαρερχόμαστε ακόμα τη λαθροχειρία ότι το ΚΚΕ δεν έχει σήμερα πολιτικούς στόχους ότι δεν παλεύει για την αλλαγή συσχετισμού δυνάμεων. Οταν δίνει όλες του τις δυνάμεις για την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος, τη συγκρότηση της κοινωνικής συμμαχίας των μισθωτών, φτωχών αυτοαπασχολούμενων, των φτωχών αγροτών και όλων των καταπιεζόμενων στρωμάτων σε αντικαπιταλιστική - αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση. Οταν θέτει ως στόχο τη συγκρότηση μαχητικής εργατικής - λαϊκής αντιπολίτευσης που να μπορεί να βάζει εμπόδια στην αντιλαϊκή επίθεση και κυρίως να ανοίγει το δρόμο για την προοπτική, την εργατική - λαϊκή εξουσία που για εμάς δεν είναι ένα απροσδιόριστο μέλλον.
Μάλλον κάτι άλλο κρύβεται πίσω από αυτήν την κριτική, που αποτελεί απλώς μια «αντικαπιταλιστική» αναπαραγωγή της αστικής και ΣΥΡΙΖΑικης κριτικής στο ΚΚΕ ότι η πρότασή του είναι για τη «δευτέρα παρουσία».
Σε αυτό δεν απαντάνε ούτε το «Σχέδιο Β» ούτε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ στο κοινό σχέδιο διακήρυξής τους και μάλλον σκόπιμα. Είναι, βεβαίως, ερώτημα πώς μπορεί να συγκροτείται πολιτικό πρόγραμμα που να μην απαντά στο ζήτημα ποια κυβέρνηση, ποια εξουσία. Αν το κίνημα υιοθετήσει τέτοια γραμμή τότε θα γίνει ουρά των «ευρωσκεπτικιστικών» ή «ευρωκριτικών» αστικών τμημάτων του κεφαλαίου που ενισχύονται και στην Ελλάδα και εκφράζονται και στο εσωτερικό των αστικών κομμάτων.
Βεβαίως, το ερώτημα που τίθεται είναι συνολικά ποιο στόχο θέλουν να υπηρετήσουν το «Σχέδιο Β» και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και το αν η αντικαπιταλιστική φρασεολογία δεν αποτελεί τίποτα άλλο από καμουφλάζ του στόχου να αποτελέσουν «αριστερή πτέρυγα» στον ευρωσκεπτικισμό ή αντικαπιταλιστικό άλλοθι στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Αλλά, θα επανέλθουμε.