Το «νέο πρότυπο ανάπτυξης», το οποίο και επαγγέλλονται, εδράζεται σε παράγοντες όπως: «Σταθερός προσανατολισμός στη μείωση της φορολογικής βάσης κυρίως των επιχειρήσεων», «προσέλκυση ξένων επενδύσεων με τη ταχύτερη πρόοδο των αποκρατικοποιήσεων και με ενίσχυση των θεσμών που διέπουν την προστασία των επενδυτών», «εύρυθμη λειτουργία των αγορών προϊόντων, εργασίας και κεφαλαίων». Το ζητούμενο, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδας, είναι η «αναδιάρθρωση της οικονομίας προς την κατεύθυνση της παραγωγής διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών», διεργασία που «έχει ξεκινήσει, όμως παραμένει ασθενής καθώς συντελείται μέσα σε περιβάλλον ύφεσης και αβεβαιότητας». Σε αυτό το μοντέλο ανάπτυξης, ο «ενεργός ρόλος του τραπεζικού συστήματος» εντοπίζεται στην «ανασύνταξη επιχειρηματικών μονάδων και κλάδων με συγκεκριμένες δράσεις που θα στοχεύουν στην ενίσχυση των πραγματικά βιώσιμων επιχειρήσεων και στην ενθάρρυνση πρωτοβουλιών προς την κατεύθυνση μιας γενναίας κλαδικής αναδιάρθρωσης». Αυτό σημαίνει ότι οι τράπεζες καλούνται να παίξουν ρόλο στη συγκεντροποίηση του κεφαλαίου και στην εκκαθάριση ζημιογόνων επιχειρήσεων.
Το μοντέλο «ανάπτυξης» βασίζεται στα μέτρα της αντιλαϊκής πολιτικής που κλιμακώθηκε τα αμέσως προηγούμενα χρόνια, στη φάση της καπιταλιστικής κρίσης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάζει η έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας:
Κόστος εργασίας: Στην 4ετία 2010-2013 οι μέσες ονομαστικές αποδοχές στο σύνολο της οικονομίας συρρικνώθηκαν σε ποσοστό 18,9% και οι κατώτατες αποδοχές 19,9%. Στο 25,2% φτάνει η συρρίκνωση των «πραγματικών αποδοχών» δηλαδή μετά από τα μέτρα φοροαφαίμαξης σε μισθούς και συντάξεις (χώρια τα άλλα χαράτσια). Η συνολική δαπάνη και εργοδοτικές εισφορές ανά μισθωτό μειώθηκε 17,1%. Εξαιτίας και της μαζικής ανεργίας, η συνολική δαπάνη για αποδοχές και εργοδοτικές εισφορές συρρικνώθηκε σε ποσοστό 34,9%. Για το 2014 η μείωση στις μέσες ακαθάριστες αποδοχές εκτιμάται να συνεχιστεί με ρυθμό 1,5%.
«Ανταγωνιστικότητα»: Το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος στις ιδιωτικές και τις δημόσιες επιχειρήσεις περιορίστηκε κατά 23,9%.
Επίσημη φτώχεια: Το 23,1% του πληθυσμού της χώρας ή 914.873 νοικοκυριά με συνολικό αριθμό μελών 2.535.700 άτομα βρίσκονται πλέον κάτω από το επίσημο όριο της σχετικής φτώχειας (6.600 ευρώ το άτομο). Ακόμη υψηλότερο σε σύγκριση με το σύνολο της ΕΕ είναι το ποσοστό του πληθυσμού της Ελλάδας που βρίσκεται είτε σε κίνδυνο φτώχειας είτε σε κατάσταση κοινωνικού αποκλεισμού. Στην έρευνα για το 2012, το εν λόγω ποσοστό ανέρχεται σε 34,6%.