Το μέτωπο των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων αναδεικνύεται και από την ετήσια έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας - που δημοσιοποιήθηκε μέσα στη βδομάδα που πέρασε, σε συνέχεια αυτής του ΔΝΤ - ως το επίκεντρο των εξελίξεων για την προσέλκυση επενδυτών, την ανάκαμψη του παραγόμενου ΑΕΠ και των επιχειρηματικών κερδών. Η κοινή συνισταμένη και των δύο πρόσφατων εκθέσεων, είναι η γραμμή για την παραπέρα κλιμάκωση της αντιλαϊκής επίθεσης, η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων που κρίνονται αναγκαίες για τα μονοπώλια και τους επιχειρηματικούς ομίλους, με τις εκτεταμένες αναδιαρθρώσεις σε κλάδους και τομείς της οικονομίας.
Τα παραπάνω, σύμφωνα με την ΤτΕ, αποτελούν τις προϋποθέσεις για την ενίσχυση των «πραγματικά βιώσιμων επιχειρήσεων», της «υγιούς επιχειρηματικότητας». Αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Εξυπακούεται βεβαίως ότι θα ήταν ανώφελο, αν όχι επικίνδυνο, να αφεθούν χρονίως αδύναμες, ανεπαρκώς κεφαλαιοποιημένες και υπερχρεωμένες επιχειρήσεις να λειτουργούν». Η στρατηγική του κεφαλαίου δείχνει την πόρτα της μαζικής εξόδου από το πεδίο της «ανταγωνιστικότητας» των αυτοαπασχολούμενων και μικρών επιχειρηματιών, καθώς και άλλων σχετικά αδύναμων κρίκων της οικονομίας.
Τόσο σε απόλυτα όσο και σε σχετικά μεγέθη ο στρατηγικός σχεδιασμός για την ανάκαμψη της κερδοφορίας του κεφαλαίου έχει για θεμέλιο λίθο την ακόμα πιο δραστική μείωση του λεγόμενου «κόστους εργασίας» (μισθοί και ασφαλιστικές εισφορές που λεηλατεί η εργοδοσία), με μέτρα που αποτελούν μόνιμη αντιλαϊκή παρακαταθήκη.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ:
Ιδιαίτερη έμφαση δίνει η έκθεση της ΤτΕ στα ζητήματα της «παραγωγικής αναδιάρθρωσης». Το λεγόμενο νέο «πρότυπο ανάπτυξης» μεταθέτει το κέντρο βάρους στην παραγωγή διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών. Για να επιτευχθεί αυτό, σημειώνεται, «είναι απαραίτητη η εύρυθμη λειτουργία των αγορών προϊόντων, εργασίας και κεφαλαίου», καθώς και η διασφάλιση των «διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων». Γίνεται ειδική αναφορά στην ποντοπόρο ναυτιλία, η οποία συγκαταλέγεται στους προς ενίσχυση κλάδους. Αξιώνουν για τους εφοπλιστές, το «σταθερό θεσμικό και φορολογικό περιβάλλον», τη διαμόρφωση στρατηγικής για την προσέλκυση ναυτιλιακών εταιρειών στη χώρα και την ανάδειξή της σε σημαντικό ναυτιλιακό κέντρο.
Στο ίδιο πλαίσιο, για να «διασφαλιστεί η ανάκαμψη», περιγράφεται πλέγμα μέτρων όπως:
-- Μείωση του λειτουργικού κόστους της Δημόσιας Διοίκησης, με «ιδιαίτερη έμφαση στην περιφερειακή και τοπική αυτοδιοίκηση».
-- Ανάθεση στον ιδιωτικό τομέα λειτουργιών του δημόσιου τομέα «που δεν έχουν επιτελικό ή ρυθμιστικό χαρακτήρα».
-- Ολοκλήρωση του χωροταξικού σχεδιασμού και επιτάχυνση των αδειοδοτικών διαδικασιών για τη διευκόλυνση των μεγάλων επενδύσεων.
-- Βελτίωση της «αποτελεσματικότητας» των κοινωνικών δαπανών με «στοχευμένες παρεμβάσεις σε αυτούς που έχουν ανάγκη». Πρόκειται για προγράμματα διαχείρισης ακραίων φαινομένων φτώχειας, τα οποία θα πληθαίνουν και στη φάση της καπιταλιστικής ανάκαμψης.