Οι νομοθετικές παρεμβάσεις για τις παραλίες, ώστε αυτές να είναι άμεσα αξιοποιήσιμες για την κερδοφορία του κεφαλαίου είναι διαρκείς. Η εμπορευματοποίηση της χρήσης του αιγιαλού, η αντιμετώπιση του θαλάσσιου μπάνιου σαν εμπόρευμα δεν είναι καινούργιες. Μέσα από ένα πλήθος νομοθετημάτων, οι μέχρι τώρα κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ έχουν οδηγήσει την κατάσταση στο σημείο, όπου, αν και τυπικά ο γιαλός παραμένει δημόσιος και μάλιστα προστατευμένος συνταγματικά, μέσα από την παραχώρηση της χρήσης του δίνεται το δικαίωμα στο κεφάλαιο να κερδοφορεί και από αυτήν τη χρήση γης.
Με το νόμο 2791/2001 του ΠΑΣΟΚ επιτράπηκε η τσιμεντοποίηση του γιαλού και των παραλιών από επιχειρηματικούς ομίλους, επιτράπηκαν μια σειρά επιχειρηματικές δραστηριότητες στο γιαλό. Επιτράπηκε, επίσης, η αποκλειστική χρήση του γιαλού έναντι ενοικίου. Ο ν. 2791/2001 θεωρείται αυτός που άνοιξε τον «ασκό του Αιόλου» ως προς την εμπορική εκμετάλλευση της παραλίας.
Ακολούθησε ο νόμος 3105/2003, επίσης από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, με τον οποίο επιτράπηκε στην εταιρεία «Τουριστικά Ακίνητα» να αίρει την προστασία μεγάλων τμημάτων του γιαλού γύρω από τουριστικές μονάδες του ΕΟΤ και να τις παραχωρεί στο μεγάλο κεφάλαιο.
Επιπρόσθετα, με το νόμο 3342/2005 της κυβέρνησης της ΝΔ για την αξιοποίηση των Ολυμπιακών ακινήτων, που «πατά» στους δύο προηγούμενους, το Ελληνικό εκχωρείται στο μεγάλο κεφάλαιο, ενώ το σύνολο της παραλίας στο μέτωπο Καλλιθέας - Τζιτζιφιές οικοπεδοποιείται. Η πρόσβαση του λαού στη θάλασσα κόβεται και στο σύνολο της περιοχής αναπτύσσεται έντονη εμπορική δραστηριότητα.
Σε αυτό το υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο, έρχονται να προστεθούν και τα προωθούμενα σήμερα σχέδια που περιορίζουν την έκταση του αιγιαλού, κατοχυρώνουν το δικαίωμα μεγάλων επενδυτών ακόμα και στην επιχωμάτωση, ενώ παράλληλα διευρύνουν τις δυνατότητες εμπορικής αξιοποίησης.
Από ένα προσχέδιο νόμου, που είχε δοθεί σε δημόσια διαβούλευση, αλλά δεν έχει γίνει ακόμα νομοσχέδιο, προκύπτει ότι πετσοκόβονται τα κριτήρια για τη χάραξη των παραλίων.
Οι αλλαγές που προωθούνται έχουν στρατηγική στόχευση. Είναι δεμένες με τις αλλαγές στον τουρισμό, στο πλαίσιο του χωροταξικού σχεδιασμού, στα δάση, στους οικοδομικούς συνεταιρισμούς, με τις «φαστ τρακ» διαδικασίες, τα τουριστικά χωριά, τις στοχεύσεις του νέου ΕΣΠΑ, που προκρίνει τον τουρισμό υψηλού επιπέδου ως μοχλό οικονομικής ανάπτυξης. Η κυβέρνηση έχει μιλήσει για Εθνική Χωρική Ανασυγκρότηση και για αλλαγές στη νομοθεσία που να στοχεύουν στη διευκόλυνση των μεγάλων επενδύσεων.
Σημαντικό ρόλο στην εμπορευματοποίηση του γιαλού παίζει και η Τοπική Διοίκηση, στην οποία ήδη έχει ανατεθεί ο ρόλος της διαχείρισης της διενέργειας διαγωνισμών και αυτός ο ρόλος ενισχύεται διαρκώς. Σ' αυτήν την κατεύθυνση η προώθηση της ανταποδοτικής λειτουργίας των δήμων με τις ευλογίες και δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ έχει κάνει αυτές τις δραστηριότητες οργανικό στοιχείο της χρηματοδότησης των δήμων.
Το πρακτικό αποτέλεσμα όλων αυτών είναι ήδη σήμερα να μην υπάρχει «απρόσκοπτη κοινωνική πρόσβαση» στις παραλίες.
Διά ταύτα: Η υφιστάμενη επιχειρηματική δράση στον τομέα του Τουρισμού στερεί από τα λαϊκά στρώματα την πρόσβαση στη θάλασσα και στην αναψυχή γενικότερα, είτε άμεσα με τις κλειστές παραλίες, είτε έμμεσα με θεωρητικά ανοιχτές παραλίες αλλά με υποδομές αποκλειστικής χρήσης για τους πελάτες των ξενοδοχείων. Τέτοια παραδείγματα είναι αρκετά στο παραλιακό μέτωπο της Αττικής και όχι μόνο. Μια σειρά από επιχειρήσεις καταλαμβάνουν με αποκλειστική χρήση τις σημαντικότερες παραλίες της Αττικής. Αποδεικνύουν ότι η επιχειρηματική δράση στον Τουρισμό σημαίνει εμπορευματοποίηση του αιγιαλού και από αυτήν την άποψη είναι αντιλαϊκή.
Με αυτά τα δεδομένα, κριτήριο για τη στάση κάθε πολιτικού φορέα, για το αν η στάση του συμβάλλει στην ανακούφιση του λαού, είναι η θέση του απέναντι στην επιχειρηματική δράση του μεγάλου κεφαλαίου και στις παραλίες. Δηλαδή, ποια θέση παίρνουν απέναντι στις ιδιωτικές παραλίες, στους ξενοδοχειακούς ομίλους, στα μεγάλα μονοπώλια στον Τουρισμό και τον Επισιτισμό που καταλαμβάνουν μέρος του αιγιαλού. Κι αυτό γιατί και στην περίπτωση των παραλιών αποδεικνύεται πως η καπιταλιστική ανάπτυξη είναι αντιλαϊκή, γίνεται με γνώμονα το κέρδος, πάει μαζί με τη σχετική εξαθλίωση των εργαζομένων. Είναι ήδη προφανές πως το δικαίωμα της εργατικής τάξης για ξεκούραση, για διακοπές, για αναψυχή που είναι επιτακτική ανάγκη δεν μπορεί να ικανοποιηθεί. Τείνει να γίνει πολυτέλεια, με την εργατική τάξη να αδυνατεί να καλύψει αυτήν την ανάγκη σαν αποτέλεσμα της επίθεσης στο εισόδημα με μισθούς άθλιους, πανάκριβα εισιτήρια, με την ακρίβεια να αυξάνεται.
Γίνεται καθαρό ότι αυτή καθαυτή η καπιταλιστική ιδιοκτησία στη γη, στα ξενοδοχεία, στα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής είναι ασύμβατη με την ικανοποίηση των αναγκών του λαού για μόνιμη και σταθερή εργασία, για διασφάλιση του δικαιώματος της αναψυχής και της ανάπαυσης, για διευρυμένη ικανοποίηση του συνόλου των λαϊκών αναγκών. Και εδώ προκύπτει το ερώτημα: «Ανάπτυξη για ποιον. Για το λαό ή για τα μονοπώλια;». Και σ' αυτήν την περίπτωση, μονόδρομος αναδεικνύεται ο δρόμος της λαϊκής εξουσίας με κοινωνικοποιημένη γη και ανάπτυξη των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής με επιστημονικό κεντρικό σχεδιασμό.
Η προστασία του αιγιαλού από τη σκοπιά των λαϊκών συμφερόντων απαιτεί συγκέντρωση δυνάμεων και πάλη με ένα πλαίσιο που θα αντιπαλεύει συνολικά την επιχειρηματική δράση των μονοπωλίων, το πλαίσιο της «χωρικής ανασυγκρότησης», τμήμα του οποίου είναι και οι νομοθετικές παρεμβάσεις για τον αιγιαλό.
Με αυτά τα κριτήρια, πρέπει να αντιμετωπίζεται και κάθε πρόταση που διατυπώνεται αυτές τις μέρες είτε νομοθετικά από την κυβέρνηση είτε σαν δήθεν αντίδραση από την αξιωματική αντιπολίτευση.