Το αναμενόμενο αδιέξοδο της εγκληματικά αντιεκπαιδευτικής πολιτικής που ασκείται σε κάθε εκπαιδευτική βαθμίδα δεν μπορεί να κρυφτεί και να αποσιωπηθεί, ακόμη κι από εκείνους που σπεύδουν να την υλοποιήσουν. Με τα εκρηκτικά προβλήματα που προκαλεί η υποχρηματοδότηση στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, με πετσοκομμένες επιχορηγήσεις, ελλείψεις προσωπικού, άθλιες υλικοτεχνικές υποδομές, έρχονται αντιμέτωποι και οι φοιτητές που πρόκειται να μεταγραφούν στην πλειοψηφία τους στα κεντρικά πανεπιστημιακά ιδρύματα. Το αδιέξοδο περιγράφεται στο δελτίο Τύπου που εξέδωσε η Πρυτανεία του ΕΚΠΑ, όπου, όπως αναφέρει, σε σχολές αυξημένης ζήτησης, όπως η Ιατρική και η Νομική, υπολογίζεται ήδη ότι η αύξηση, με όσους αιτούνται μεταγραφή, αντιστοιχεί σε διπλασιασμό του αρχικού αριθμού εισακτέων.
Μπροστά σ' αυτήν την κατάσταση η Πρυτανεία πράττει το ελάχιστο που οφείλει και μπορεί να κάνει, δηλαδή να καλέσει την «πολιτεία να πράξει το καθήκον της απέναντι στο τόσο πλέον επιβαρυμένο ΕΚΠΑ, ώστε να μπορέσει να ανταποκριθεί με επάρκεια στο σύνολο των υποχρεώσεών του. Θα ήταν, π.χ., στοιχειώδης πράξη δικαίου να υπολογισθεί σωστά ένα ποσό ενίσχυσης κατά μετεγγραφόμενο φοιτητή, το οποίο να προστεθεί στα κονδύλια του τελικού Ιδρύματος υποδοχής. Χωρίς ενισχύσεις αυτής και άλλων μορφών είναι μαθηματικά βέβαιο ότι το ΕΚΠΑ θα οδηγηθεί σε συμφόρηση υποχρεώσεων και αδιέξοδο λειτουργίας του».