Κυριακή 17 Ιούνη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 30
ΔΙΕΘΝΗ
ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Η κρίση του Βερολίνου και η συνεργασία σοσιαλδημοκρατών - ΚΟΔΗΣΟ

Από τις αρχές αυτής της βδομάδας το Βερολίνο μπήκε σε μια, ως πριν δύο-τρία δεκαήμερα, μη αναμενόμενη εκλογική μάχη. Η ημερομηνία των τοπικών εκλογών δεν έχει βέβαια ακόμα οριστικά προσδιοριστεί, αλλά θεωρείται ως βέβαιη μια Κυριακή στα τέλη του Σεπτέμβρη ή του Οκτώβρη.

Αντίθετα από άλλες τοπικές εκλογές στη Γερμανία, αυτές οι εκλογές έχουν για μια σειρά λόγους ιδιαίτερη σημασία. Ενας απ' αυτούς είναι, για παράδειγμα, ότι ο νέος «ανώτερος δήμαρχος» που θα εκλεγεί δεν είναι απλώς ο υπερδήμαρχος, ο «κυβερνών δήμαρχος» της πόλης, αν και έχει αυτόν τον τίτλο, αλλά είναι ταυτόχρονα και κυβερνήτης και πρωθυπουργός του κρατιδίου του Βερολίνου. Το ίδιο συμβαίνει με την υπ' αυτόν «Γερουσία» («Σενάτ»), που είναι στην πραγματικότητα οι υπουργοί του. Είναι ακόμα ένας ψυχολογικός λόγος: Μια πρωτεύουσα, όπου έχει την έδρα της μια σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση όλης της Γερμανίας, να έχει κυβερνήτη της εδώ και δέκα χρόνια τον πολιτικό αντίπαλο του SPD, τον χριστιανοδημοκράτη Εμπερχαρντ Ντίπγχεν. Τέλος, μπορεί οι εκλογές αυτές να αποτελέσουν δείγμα για τις γενικές εκλογές του 2002. Αλλά αν τελικά μπορούσε να θεωρήσει κανείς τους λόγους αυτούς σαν κάπως δευτερεύουσας σημασίας, υπάρχει κάτι νέο και σημαντικότερο στις νέες αυτές εκλογές του Βερολίνου. Τώρα θα δοκιμαστεί αν στους Βερολινέζους εκλογείς ωρίμασε η σκέψη να απαλλαγούν από την κυριαρχία ενός από τα συντηρητικότερα κόμματα στην πρωτεύουσα και σε όλη τη Γερμανία και με ποιους θα γίνει η αντικατάσταση. Αν με την ψήφο τους θα αλλάξουν μόνο πρόσωπα ή θα επιβάλουν μια νέα πολιτική, που έχει ανάγκη και το Βερολίνο.

Στον προεκλογικό ορίζοντα προβάλλουν ήδη παλιά ονόματα, αλλά και νέοι πολιτικοί αστέρες, που πιστεύουν ότι μπορούν να παίξουν αυτό το ρόλο, να αγωνιστούν δηλαδή για μια νέα πολιτική. Αλλά ας αφήσουμε τους επίδοξους υποψήφιους κι ας ρίξουμε μια ματιά στα κόμματα που θα αντιπαραταχθούν ή τουλάχιστον αυτά που έχουν τις μεγαλύτερες πιθανότητες να μπουν στην τοπική Βουλή και με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στην τοπική κυβέρνηση.

Το ισχυρότερο κόμμα στο ενιαίο Βερολίνο είναι η Χριστιανοδημοκρατική Ενωση (CDU). Σε τρεις κατά συνέχεια εκλογές πήρε: 40,4% στις 2.12.1993, 37,4% στις 25.2.1996, 40,8% στις 10.10.1999. Το δεύτερο σε εκλογική δύναμη κόμμα είναι το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Γερμανίας (SPD): Στις προαναφερόμενες εκλογές στο ενιαίο Βερολίνο συγκέντρωσε: 30,4%, 23,6%, 22,4%.

Τρίτο είναι το κόμμα του Δημοκρατικού Σοσιαλισμού (ΚΟΔΗΣΟ), το οποίο στο ανατολικό τμήμα της πόλης συγκεντρώνει επανειλημμένα γύρω στο 30%, αλλά μαζί με τους δυτικούς δήμους η εκλογική του δύναμη συρρικνώνεται συνολικά μεταξύ 14%-16%. Αυτή τη δύναμη πιστεύουν ορισμένοι δημοσκόποι, ότι θα συγκεντρώσει και αυτή τη φορά, ενδεχόμενα μερικά ποσοστά παραπάνω.

Οι ίδιοι δημοσκόποι θεωρούν πιθανό ότι και οι Πράσινοι μπορεί να φτάσουν ποσοστά πάνω από 10%, ίσως γύρω στο 15% (13%).

Τελευταίοι κατά σειρά οι Ελεύθεροι Δημοκράτες (FDP), οι οποίοι δεν αντιπροσωπεύονται στην τωρινή Βουλή του Βερολίνου.

CDU και SPD δέκα χρόνια μαζί

Για να κυβερνηθεί το κρατίδιο του Βερολίνου χρειαζόταν πλειοψηφία στη Βουλή, που από τα προαναφερόμενα ποσοστά δε διέθεταν ούτε οι χριστιανοδημοκράτες ούτε οι σοσιαλδημοκράτες. Ετσι τα δύο κόμματα σχημάτισαν στις 24.1.1991 τη λεγόμενη κυβέρνηση του μεγάλου συνασπισμού, δηλαδή συγκυβέρνηση, με πρωθυπουργό το χριστιανοδημοκράτη Ντίπγκεν και με μοιρασιά των υπουργείων, ανάλογα με την εκλογική τους δύναμη. Αυτός ο «γάμος» δεν έγινε «παρά θέληση», όπως υποστηρίζεται τώρα από τη σοσιαλδημοκρατική πλευρά, αλλά με ελεύθερη επιθυμία και των δύο πλευρών. Υπήρξε μια δεκαετία αρμονικής συνεργασίας και τίποτα δεν έδειχνε έως τελευταία ότι υπάρχουν μεταξύ τους οποιεσδήποτε διαστάσεις. Είναι χαρακτηριστικό σχετικά αυτό που παρατηρεί η «Νόιες Ντόιτσλαντ» (στις 8 του Ιούνη), ότι στις 24/1, μετά από ακριβώς δέκα χρόνια μεγάλου συνασπισμού και ενώ το ΚΟΔΗΣΟ και οι Πράσινοι μιλάνε για κυβέρνηση «της αποτυχίας», CDU και SPD «τονίζουν ότι σημειώθηκαν πρόοδοι στην ανάπτυξη της ενιαίας πόλης».

Ηταν φαίνεται το αίσθημα ευτυχίας για την «ένωση» της πόλης, που δεν άφηνε τους συγκυβερνώντες να ακούνε τα παράπονα των κατοίκων: Οτι η ανεργία όχι μόνο δε μειώνεται, αλλά μένει σταθερή και ανεβαίνει, ότι ξοδεύονται δισεκατομμύρια για εντυπωσιακά, αλλά όχι πρώτης κοινωνικής ανάγκης έργα, ότι η κατάσταση στα συστήματα υγείας, μόρφωσης, κοινωνικής πρόνοιας χειροτερεύει (ιδιωτικοποιήσεις των νοσοκομείων και κλινικών, κλείσιμο θεάτρων κ.ά.), ότι επίσης οι ανατιμήσεις συνεχίζονται. Ολα αυτά - και άλλα πολλά - θεωρούνται, φαίνεται και για τους δυο εταίρους, παρωνυχίδες. Μέχρι τη στιγμή που λίγες βδομάδες πριν ξέσπασε το μεγάλο σκάνδαλο: Η τράπεζα της πόλης του Βερολίνου με διευθυντικό στέλεχος τον ηγέτη της CDU του Βερολίνου και αντικαταστάτη του «υπερδημάρχου» Ντίπγκεν βρίσκεται στα πρόθυρα της χρεοκοπίας γιατί είχαν γίνει ατασθαλίες 4 δισεκατομμυρίων μάρκων. Επιπλέον διαπιστώθηκε ότι και η κυβέρνηση του Βερολίνου έχει άδεια ταμεία, γιατί το χρέος της έφτασε τα 70 δισεκατομμύρια μάρκα.

Η οικονομική βοήθεια που ζητήθηκε από τον Σρέντερ και το ομοσπονδιακό υπουργείο Οικονομικών δε βρήκε θετική ανταπόκριση. Ο ίδιος ο καγκελάριος δήλωσε ότι προς το παρόν δε θα δώσει βοήθεια και αυτοί που είναι υπεύθυνοι (εννοώντας τη CDU και τον υπερδήμαρχό της) οφείλουν να διορθώσουν την κατάσταση.

Οσο για τη δημοτική τράπεζα και το χριστιανοδημοκράτη (πρώην) διευθυντή της Λαντόφσκι, επακολούθησε και συνέχεια του σκανδάλου: Μετά την παραίτησή του τού εξασφαλίστηκε μια αφρόντιστη μελλοντική ζωή: Για 2 χρόνια θα εισπράξει 700 χιλιάδες μάρκα, θα έχει υπηρεσιακό αυτοκίνητο και ιδιαίτερη γραμματέα. Και κατόπιν έως το τέλος της ζωής του, μια σύνταξη από 350.000 μάρκα το χρόνο!!!

Ετσι προστέθηκε στη λίστα των μεγάλων τρωκτικών από την παράταξη της CDU ακόμη ένας στο δυτικό τμήμα της πόλης του Βερολίνου, που αποτελούσε επί 40 χρόνια πόλη του «Ψυχρού Πολέμου» κατά της ΓΛΔ, «πόλη μετώπου» κατά του σοσιαλισμού.

Μετά απ' αυτό ξέσπασε η κρίση. Η σοσιαλδημοκρατία έβαλε αμέσως σε ενέργεια το μηχανισμό της ανατροπής του συνεταίρου και τη διαδικασία για τις εκλογές. (Για τις λεπτομέρειες φυσικά οι αναγνώστες ενημερώνονται από το καθημερινό «Ριζοσπάστη»).

Τα ερωτήματα

Από όσα αναφέρθηκαν μπαίνουν μια σειρά από ερωτήματα. Το πρώτο είναι γιατί είναι υπεύθυνη μόνο η CDU και όχι και το SPD που συγκυβερνούσε σε αγαστή συνεργασία το κρατίδιο και την πόλη επί δέκα ολόκληρα χρόνια. Αλλά επίσης σοβαρό είναι το ερώτημα, πώς οι σοσιαλδημοκράτες είναι τόσο βέβαιοι για τη νίκη. Με τα έως τώρα ποσοστά τους δεν μπορούν να σχηματίσουν αυτοδύναμη κυβέρνηση. Φυσικά έχουν στο χέρι τους Πράσινους του Βερολίνου και - ενδεχόμενα - τους Ελεύθερους Δημοκράτες. Ομως, όπως διατυμπανίζεται από παντού, υπολογίζουν κυρίως στη συνεργασία με το ΚΟΔΗΣΟ.

Οπως είναι γνωστό, οι «δημοκράτες σοσιαλιστές» συμμετέχουν άμεσα με τρεις υπουργούς στην κυβέρνηση του σοσιαλδημοκράτη πρωθυπουργού Ρίστορφ στο ανατολικό κρατίδιο του Μεκλεμβούργκ - Πρόσω Πομερανίας. Υποστηρίζουν, επίσης, παρέχοντας ψήφο εμπιστοσύνης, την κυβέρνηση του επίσης σοσιαλδημοκράτη πρωθυπουργού στο (ανατολικό) κρατίδιο της Ανχάλτης. Παρόμοιες συνεργασίες ετοιμάζονται και σε άλλα ανατολικά κρατίδια.

Ομως το SPD δήλωνε μέχρι πρόσφατα ότι συνεργασία με το ΚΟΔΗΣΟ σε ομοσπονδιακή βάση (κυβέρνηση Σρέντερ) ή στο Βερολίνο αποκλείεται. Με την κρίση στο Βερολίνο όμως οι σοσιαλδημοκράτες ηγέτες άλλαξαν τακτική. Σε μια σειρά από δηλώσεις ηγετικών στελεχών τους τονίζεται ότι το ΚΟΔΗΣΟ «ως εκλεγμένο δημοκρατικά κόμμα» όχι μόνο δεν αποκλείεται, αλλά είναι σε κάθε περίπτωση δυνατή η συνεργασία. Αυτό προσωρινά για το Βερολίνο. Ετσι, με αυτά τα δεδομένα μπορεί να προβλεφτεί η εκλογική επιτυχία του SPD και η δυνατότητα σχηματισμού από αυτό τοπικής κυβέρνησης στο Βερολίνο δεν είναι αβέβαιη.

Η στάση του ΚΟΔΗΣΟ

Και τι σκέφτεται να κάνει το ΚΟΔΗΣΟ; Απάντηση σ' αυτό δίνουν και παλιότερες στάσεις, αλλά κυρίως οι δηλώσεις των ηγετικών στελεχών του γύρω από την κρίση του Βερολίνου. Πραγματικά γίνεται ολοφάνερο ότι η μεγάλη πλειοψηφία της ηγεσίας του κόμματος θα υποστηρίξει οπωσδήποτε τους σοσιαλδημοκράτες του Βερολίνου είτε μετέχοντας στην τοπική κυβέρνηση (πράγμα λιγότερο πιθανό), είτε σε κάθε περίπτωση υποστηρίζοντάς την, ώστε να έχει την απαιτούμενη πλειοψηφία στη Βουλή. (Δηλώσεις Γκρέγκορι Γκίζι, Ρόλαντ Κλάας, προέδρου της Κοινοβουλευτικής Ομάδας στο Μπούντεσταγκ, Χάραλντ Βάλερ, προέδρου της Κοινοβουλευτικής Ομάδας στη Βουλή του Βερολίνου κλπ.).

Εννοείται ότι η CDU επωφελείται της ευκαιρίας αυτής για να κατηγορήσει το SPD για τη συνεργασία με το ΚΟΔΗΣΟ και ότι στην εκλογική μάχη «θα κάνει την ίντριγκα να εμποδίσει μια συμμαχία κόκκινων-κόκκινων- πράσινων στην πόλη του τείχους» (Μέρκελ, πρόεδρος της CDU). Αυτά τα συνθήματα του «Ψυχρού Πολέμου», όπως φαίνεται, θα συνοδεύσουν τον προεκλογικό αγώνα και με πυρά από τη Βαυαρία.

Ενα άλλο ερώτημα

Στην ερώτηση γιατί το ΚΟΔΗΣΟ επιδιώκει αυτή τη συνεργασία, από ηγετικά στελέχη δίνεται η απάντηση: Ενα δημοκρατικό κόμμα δεν επιτρέπεται να αρκείται στην αντιπολίτευση, αλλά πρέπει να αναλαμβάνει και ευθύνες κυβερνητικές. Στην προκειμένη περίπτωση, εννοείται για να «ξεχρεώσουν» την πόλη, αλλά με νέες περικοπές παντός είδους για να βγάλουν το κάρο από τη λάσπη. Η «Γιούνγκε Βέλε» (8 του Ιούνη) γράφει σχετικά σε σχόλιο: «Αν το SPD επιτύχει να δεσμεύσει το ΚΟΔΗΣΟ σε κοινό κυβερνητικό πρόγραμμα, αυτό θα ήταν μαεστρική στρατηγική επιτυχία όμοια με τη σύνδεση των Πράσινων στη νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση πολέμου στη Βόννη. Η ταχεία κατολίσθηση της πόλης... προκαλεί την ουδετεροποίηση της κοινωνικής αντιπολίτευσης». Γιατί, όπως παρατηρεί η «Μπερλίνερ Τσάιτουνγκ» (8 του Ιούνη), «τις εκλογές θα κερδίσει πιθανώς όποιος ανεμίσει πιο αποφασιστικά το εκλογικό μαστίγιο... του αίματος, του ιδρώτα και του στενότερου σφιξίματος του ζωναριού».


Θανάσης ΒΟΡΕΙΟΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ