Οι πρώτες εξαγγελίες των υπουργών επιβεβαιώνουν το παραπάνω συμπέρασμα. Ας δούμε δυο χαρακτηριστικά παραδείγματα για το τι σημαίνει η εφαρμογή αυτού του προγράμματος για τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό και το δημόσιο τομέα.
Την περασμένη Παρασκευή, ο νέος αναπληρωτής υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης, συναντήθηκε με την Εκτελεστική Επιτροπή της ΑΔΕΔΥ. Θυμίζουμε ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι από τους πλέον χαντακωμένους της περασμένης πενταετίας, καθώς με τις μειώσεις και τις περικοπές έχασαν περισσότερους από 5,5 μισθούς, έγιναν μετακινήσεις υπαλλήλων και απολύσεις. Οι ανατροπές αυτές είχαν σαν άμεση συνέπεια τη χειροτέρευση των υπηρεσιών που προσφέρει ο κρατικός τομέας στο λαό, κύρια στην Υγεία, στην Πρόνοια, στην απονομή των συντάξεων και των κοινωνικών επιδομάτων κ.ά.
Με δεδομένη αυτήν την οριακή κατάσταση, ο Γ. Κατρούγκαλος είπε στις δηλώσεις του μετά τη συνάντηση με την ΑΔΕΔΥ: «Εξήγησα στην ΑΔΕΔΥ ότι δεν υπάρχει περιθώριο αυτή την χρονιά για οποιαδήποτε μισθολογική βελτίωση της κατάστασης, μολονότι αναγνωρίζουμε πόσο σοβαρά έχουν θιγεί και αυτοί από την μνημονιακή λαίλαπα».
Μέσα στη συνάντηση, όπως μεταφέρουν οι ίδιοι οι συνδικαλιστές, ο υπουργός ήταν περισσότερο αποκαλυπτικός:
Αυτά εισέπραξαν «για πρώτο πιάτο» οι δημόσιοι υπάλληλοι από τη νέα συγκυβέρνηση. Ολα αυτά, όμως, όχι μόνο δεν οδηγούν σε αποκατάσταση των απωλειών που είχαν την περίοδο της κρίσης, όχι μόνο δεν συνιστούν «ξήλωμα των νόμων του μνημονίου», όπως ακουγόταν προεκλογικά από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά αντίθετα αποτελούν τρανή επιβεβαίωση των προειδοποιήσεων που έκαναν οι ταξικές δυνάμεις στο Δημόσιο, ότι το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ συνιστά πρόγραμμα διαχείρισης και τελικά βαθέματος της φτώχειας.
Κι ενώ θα περίμενε κανείς να «σηκωθούν και οι πέτρες» από τις κυνικές ομολογίες του νέου υπουργού, που στην πραγματικότητα είπε ότι θα κινηθεί στις ίδιες ράγες με τους προηγούμενους, ο Στ. Κουτσιουμπέλης, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΑΔΕΔΥ, δήλωσε αμέσως μετά τη συνάντηση, για το ζήτημα των μισθών:
«Δεν πιστεύαμε ότι θα ανακτούσαμε αμέσως τις απώλειές μας, αλλά ζητήσαμε τουλάχιστον το ξεπάγωμα των ωριμάνσεων από το μισθολόγιο του 2011. Προς τιμήν του ο υπουργός μάς είπε ότι για το 2015 ο κουμπαράς είναι άδειος και δεν προβλέπει κάτι (...)». Τους είπε, δηλαδή, ό,τι έλεγε και ο προκάτοχός του, αλλά αυτό «είναι προς τιμήν του», σύμφωνα με την πλειοψηφία της ΑΔΕΔΥ! Ο (ανερχόμενος) νέος εργοδοτικός κυβερνητικός συνδικαλισμός σε όλο του το μεγαλείο...
Την περασμένη Κυριακή, ο υπουργός Εργασίας Π. Σκουρλέτης είπε σε τηλεοπτική εκπομπή ότι το μόνο που σκοπεύει να κάνει η κυβέρνηση στην κατεύθυνση να αυξηθεί ο κατώτατος μισθός, είναι να καταργήσει την ΠΥΣ 6/2012, με την οποία «πάγωσαν» οι συλλογικές διαπραγματεύσεις και επιβλήθηκε μισθός 586 και 511 ευρώ. Αυτό όμως, όπως παραδέχτηκε ο Π. Σκουρλέτης, δε σημαίνει αύξηση του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ.
Αντίθετα, η κυβέρνηση εναποθέτει στη «διαβούλευση» με τους «κοινωνικούς εταίρους» τη σταδιακή - όπως είπε - αύξηση του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ η οποία, σε κάθε περίπτωση, θα συνοδευτεί από ισχυρά «αντίδωρα» για τους εργοδότες, όπως η ρύθμιση των χρεών τους στα Ταμεία και τις τράπεζες, η παραπέρα μείωση των ασφαλιστικών εισφορών και η επιδότηση του μισθού των εργαζομένων, όπως ζήτησε πρόσφατα η ΕΣΕΕ.
Στην ίδια συνέντευξη, ο Π. Σκουρλέτης δεν είπε τίποτα για τις κλαδικές Συμβάσεις και την επαναφορά τους στα επίπεδα πριν το 2010, ως ένα στοιχειώδες μέτρο για την ανακούφιση της συντριπτικής πλειοψηφίας των εργαζομένων. Οπως δεν είπε τίποτα και για το χάος των ελαστικών μορφών απασχόλησης, που έχουν οδηγήσει χιλιάδες εργαζόμενους, κύρια νέους, να δουλεύουν σήμερα για 200 και 300 ευρώ.
Μετά από αυτές τις ομολογίες του Π. Σκουρλέτη, θα περίμενε κανείς ότι οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ στα σωματεία, που μέχρι τώρα «πιπίλιζαν» το μυαλό των εργαζομένων ότι ο κατώτατος μισθός θα επανερχόταν στα 751 ευρώ από την επομένη κιόλας της ορκωμοσίας της νέας κυβέρνησης, θα έψαχναν μέρος να κρυφτούν, ειδικά εκεί που είναι πλειοψηφία.
Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει, βέβαια, μιας και ο νέος εργοδοτικός - κυβερνητικός συνδικαλισμός έχει αντιγράψει επακριβώς τον παλιό στην ψευτιά, στη γαλιφιά και στην υπονόμευση του κινήματος.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Ομοσπονδία Ιδιωτικών Υπαλλήλων, η οποία, σε ανακοίνωσή της για τις εξαγγελίες της νέας κυβέρνησης αμέσως μετά τις εκλογές, σημείωνε: «Ο κόσμος της μισθωτής εργασίας στη χώρα μας και ειδικά οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα, μετά από 5 χρόνια εξοντωτικής μνημονιακής πολιτικής, η οποία σάρωσε στο πέρασμά της το σύνολο σχεδόν των εργασιακών δικαιωμάτων και φτωχοποιήθηκε βίαια από τις σκληρές νεοφιλελεύθερες πολιτικές, μίλησε και στην κάλπη.
Τα πρώτα δείγματα γραφής των νέων υπουργών (...) είναι στη σωστή κατεύθυνση. Σημειώνουμε τις πρώτες θετικές δεσμεύσεις για επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ (...) Σε κάθε περίπτωση αναμένουμε και καλούμε τη νέα κυβέρνηση, να προχωρήσει με ταχείς ρυθμούς στην υλοποίηση των προεκλογικών της δεσμεύσεων».
Η πλειοψηφία στην Ομοσπονδία κρύβει συνειδητά το πραγματικό περιεχόμενο του προγράμματος της Θεσσαλονίκης, που σε καμιά περίπτωση δεν προβλέπει επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ, όπως προβαλλόταν από τον ΣΥΡΙΖΑ και τις δυνάμεις του στο κίνημα. Κάνει, όμως, και κάτι άλλο, ακόμα χειρότερο για τους εργαζόμενους του κλάδου: Πανηγυρίζει για τον κατώτατο μισθό και κάνει πως δεν ξέρει ότι στο Εμπόριο, μέχρι το 2011, βάσει της κλαδικής Σύμβασης, ίσχυε κατώτατος μισθός 920 ευρώ.
Μετά τη λήξη αυτής της Σύμβασης, η πλειοψηφία υπέγραψε μειώσεις 6,7%, κατεβάζοντας τον κλαδικό μισθό στα 860 μεικτά. Για την επαναφορά του κλαδικού μισθού στο ύψος του 2011, σαν βάση για τη διεκδίκηση αυξήσεων, η πλειοψηφία της Ομοσπονδίας δε λέει τίποτα.
Είναι λαλίστατη όμως για τα ψίχουλα (κι αυτά με «αστερίσκους» και με δόσεις) που περιέχονται στις κυβερνητικές εξαγγελίες και που κάθε άλλο παρά αναπληρώνουν τις απώλειες των εργαζομένων... Τους προετοιμάζει, δηλαδή, για το «λιτό βίο» που υπέδειξε ο νέος υπουργός Οικονομικών στους εργαζόμενους, για να ανακάμψουν τα μονοπώλια του κλάδου.
Υπάρχουν, όμως, και κάποιοι που πρέπει να είναι ευχαριστημένοι αυτές τις πρώτες μέρες της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτοί είναι οι βιομήχανοι, οι εφοπλιστές και άλλες μερίδες του κεφαλαίου. Πρώτον, επειδή διαπιστώνουν και στην πράξη ότι το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης είναι αυτό που έλεγε ο ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή ένα πρόγραμμα ανακύκλωσης της φτώχειας, που σε καμιά περίπτωση δε θίγει την κερδοφορία τους.
Και δεύτερο, επειδή όλα τα στελέχη της κυβέρνησης, δεν λυπούνται λόγια όταν είναι να περιγράψουν τα μέτρα που θα βάλουν άμεσα σε εφαρμογή και τα οποία επίσης περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, στο «αναπτυξιακό» του σκέλος.
Για παράδειγμα, στη συνάντηση που είχε με τον Μ. Σουλτς, ο Αλ. Τσίπρας τον διαβεβαίωσε για «το σχέδιο σαρωτικών μεταρρυθμίσεων σε κράτος και δημόσια διοίκηση, που θα καταπολεμήσουν τις εσωτερικές αιτίες της κρίσης». Στο ίδιο πνεύμα, ο υπουργός Επικρατείας Ν. Παππάς, διαβεβαίωσε σε τηλεοπτική του συνέντευξη ότι «οι εταίροι μας στην ΕΕ είναι ενθουσιώδεις με τις μεταρρυθμίσεις που θέλει να κάνει η νέα κυβέρνηση», ότι στην κυβέρνηση «υπάρχει προγραμματισμός και σχέδιο» και ότι οι προγραμματικές δηλώσεις θα περιέχουν «ρηξικέλευθες μεταρρυθμίσεις».
Γι' αυτές τις μεταρρυθμίσεις θα προσφέρει την τεχνογνωσία του και ο ΟΟΣΑ, ο επικεφαλής του οποίου θα βρίσκεται στην Ελλάδα τις αμέσως επόμενες μέρες. Μετά από αυτά, δίκαια ο ΣΕΒ αναφέρει στη συγχαρητήρια επιστολή του προς το νέο πρωθυπουργό Αλ. Τσίπρα: «Σε μια κρίσιμη συγκυρία για τη χώρα, η λαϊκή εντολή σας δίνει την απαραίτητη νομιμοποίηση και δύναμη, ώστε να οδηγήσετε τη χώρα με ασφάλεια και αυτοπεποίθηση στην κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη, που τόσο πολύ έχουμε ανάγκη.
Στόχος και φιλοδοξία μας είναι να δουλέψουμε από κοινού για τους εθνικούς μας στόχους (...) Ο ΣΕΒ έχει πληθώρα επεξεργασμένων και τεκμηριωμένων θέσεων για τη βιομηχανική πολιτική και τον αναπτυξιακό σχεδιασμό της ελληνικής οικονομίας, καθώς και δίκτυο σχέσεων με την ευρωπαϊκή και διεθνή επιχειρηματική κοινότητα που θέτουμε στη διάθεσή σας. Με ειλικρινείς ευχές για καλή δύναμη και πολλές επιτυχίες»...