Σάββατο 9 Γενάρη 2016
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 13
ΔΙΕΘΝΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ (ΤΕΤΡΑΣΕΛΙΔΟ)
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ
Οι έντονες αντιθέσεις αποτυπώνονται και στο ιταλικό αίτημα για «μεταρρυθμίσεις»

Ενδεικτικό των διεργασιών είναι το άρθρο που συνυπέγραψαν πρόσφατα ο Ιταλός και ο Βρετανός ΥΠΕΞ για την κοινή δράση των δύο χωρών σχετικά με τη «μεταρρύθμιση της ΕΕ»

Οι δυσκολίες στην ανάκαμψη των κέρδων ανησυχούν τα αστικά επιτελεία
Οι δυσκολίες στην ανάκαμψη των κέρδων ανησυχούν τα αστικά επιτελεία
Οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις βαθαίνουν στο εσωτερικό της ΕΕ, καθώς οι επιδράσεις των δυσκολιών ανάκαμψης από την καπιταλιστική κρίση (όπου έχει επέλθει ανάκαμψη είναι αναιμική) διευρύνουν συνεχώς την ανισομετρία ανάμεσα στα κράτη - μέλη, κάτι που είναι ούτως ή άλλως αντικειμενικό στο πλαίσιο της καπιταλιστικής οικονομίας. Είναι πρώτα από όλα η αστική τάξη της Γαλλίας που διεκδικεί πιο «χαλαρή» εφαρμογή των ευρωπαϊκών συνθηκών και καταρχάς του Δημοσιονομικού Συμφώνου, εκτιμώντας ότι η αυστηρή δημοσιονομική προσαρμογή και «λιτότητα» περιορίζει τα περιθώριά της να μειώσει την απόσταση που τη χωρίζει από τους ανταγωνιστές της (και πρώτα από όλα το γερμανικό κεφάλαιο) στη διεθνή κατάταξη.

Οι βαθιές αντιθέσεις αποτυπώνονται όμως και στην όλο και μεγαλύτερη επιμονή με την οποία και η Ιταλία ζητά να θεσπιστεί η μεγαλύτερη «ευελιξία» στη λειτουργία της ΕΕ. Τα τελευταία χρόνια, η ιταλική πλουτοκρατία έχει δει τη θέση της στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια αγορά να κατρακυλά και από αυτή τη σκοπιά μελετά τις εξελίξεις προκειμένου να διαμορφώσει την πιο ευνοϊκή, για τα αυτοτελή της συμφέροντα, στρατηγική, όσον αφορά το μέλλον της ΕΕ.

Χαρακτηριστική είναι η «γκρίνια» που φέρεται να εξέφρασε στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ (μέσα Δεκέμβρη) ο πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι για τη συνέχιση του σχεδίου κατασκευής του αγωγού «Nord Stream» (σε αντίθεση με το «πάγωμα» των σχεδίων για τον αγωγό «South Stream»), μέσα από τον οποίο ουσιαστικά η Γερμανία «παρακάμπτει» τις συνέπειες των κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας, κατά έναν τρόπο αναβαθμίζει την ενεργειακή της συνεργασία με τη Μόσχα και εξελίσσεται σε «πύλη» για την ενεργειακή τροφοδοσία όλης της Ευρώπης.

«Δεν υπάρχουν αντιπαραθέσεις με την Μέρκελ, έκανα μόνο κάποιες ερωτήσεις», είπε μιλώντας στην εφημερίδα «Λα Στάμπα» ο Ματέο Ρέντσι, σχετικά με τις φήμες για έντονη λογομαχία με τη Γερμανίδα καγκελάριο Αγκελα Μέρκελ. «Για παράδειγμα, ρώτησα αν οι αγωγοί φυσικού αερίου είναι καλοί όταν φτιάχνονται στη Βόρεια Ευρώπη, αλλά δεν είναι τόσο καλοί όταν υπάρχει η δυνατότητα να γίνουν στο Νότο. Η αν την ευελιξία μπορούν να την εφαρμόσουν κάποιες χώρες και κάποιες άλλες όχι», συνέχισε, με μια ορατή δόση ειρωνείας, ξεκαθαρίζοντας ότι η αστική τάξη που εκπροσωπεί είναι αποφασισμένη να προστατέψει τις αξιώσεις διεκδικώντας τες, τουλάχιστον τώρα, στο πλαίσιο της Ευρωζώνης, άλλωστε είναι η τρίτη καπιταλιστική οικονομία σ' αυτήν, και υψώνοντας τους τόνους είπε: «Σε ό,τι αφορά κάποια πράγματα, μπορούμε να μάθουμε από τη Γερμανία, να τη μιμηθούμε. Αλλά εκείνο που δεν μου αρέσει, εδώ σε εμάς, είναι ένα είδος ψυχολογικής εξάρτησης, την οποία βρίσκω πλέον σουρεαλιστική».

Θυμίζουμε ότι το περασμένο φθινόπωρο, μιλώντας σε εκδήλωση του Ιδρύματος «Κλίντον» στη Ν. Υόρκη, ο Μ. Ρέντσι είχε εξηγήσει ότι οραματίζεται πως «αν η Ιταλία προωθήσει τις μεταρρυθμίσεις που είναι απαραίτητες τα επόμενα 10 χρόνια, θα γίνει ηγέτης της Ευρώπης, πιο μπροστά (και) από τη Γερμανία». Πραγματικότητα ή υπερβολή πολιτικού εκπροσώπου μιας αστικής τάξης που στο πλαίσιο των δυσκολιών λόγω ύφεσης, των ευρωενωσιακών ανταγωνισμών και της ανισομετρίας πασχίζει να δυναμώσει; Τουλάχιστον αναζητά μεγαλύτερο διεθνή ρόλο.

Προσαρμογή στις «νέες διεθνείς προκλήσεις»

Πρόσφατα, η Ιταλία επιβεβαίωσε ότι διεκδικεί πρωταγωνιστικό ρόλο στις διεργασίες γύρω από το μέλλον της ΕΕ και επιλέγοντας να υποστηρίξει ανοιχτά την «εκστρατεία» της οποίας ηγείται η Βρετανία, της οποίας η αστική τάξη συνειδητά έχει επιλέξει η χώρα να μείνει εκτός Ευρωζώνης, αλλά και στο εσωτερικό της οποίας δυναμώνει το λεγόμενο ρεύμα του «ευρωσκεπτικισμού», αντανάκλαση των προβληματισμών πολλών τμημάτων της ευρωπαϊκής πλουτοκρατίας που επανεξετάζουν πόσο ωφέλιμη τελικά (και με ποιους όρους) είναι η συμμετοχή τους στην ΕΕ, βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα.

Ετσι, στις 18 Δεκέμβρη του 2015, η βρετανική εφημερίδα «Τέλεγκραφ» δημοσίευσε άρθρο που συνυπέγραφαν ο Ιταλός υπουργός Εξωτερικών (ΥΠΕΞ) Πάολο Τζεντιλόνι και ο Βρετανός ομόλογός του Φίλιπ Χάμοντ, με τίτλο «Βρετανία και Ιταλία ενώνονται για τη μεταρρύθμιση της ΕΕ».

«Ιταλία και Ηνωμένο Βασίλειο συμφωνούν στην ανάγκη για μια βαθιά μεταρρύθμιση της ΕΕ, απλοποιώντας τη λειτουργία, τις διαδικασίες (π.χ. ένταξης) και τους κανόνες. Εφτασε η ώρα να εξοπλιστεί η ΕΕ με πολιτικές και εργαλεία καλύτερα προσαρμοσμένα στις νέες διεθνείς προκλήσεις. Χρειάζεται να ενθαρρύνουμε μια ανταγωνιστική οικονομία, να προωθήσουμε πιο ευρεία απασχόληση και να εκμεταλλευτούμε πλήρως τη δυναμική της ενιαίας αγοράς, όχι απλά όσον αφορά τα φυσικά αγαθά, αλλά και μια ενιαία αγορά υπηρεσιών και ψηφιακών αγαθών». Οι δυο αξιωματούχοι εφιστούν δηλαδή την προσοχή σε αλλαγές που χρειάζεται να γίνουν καθώς οξύνεται ραγδαία ο ενδοϊμπεριαλιστικός ανταγωνισμός και αναδύονται νέες δυνάμεις που δεν αποκλείεται ακόμα και να απειλήσουν την ισχυρή (μέχρι σήμερα) ΕΕ.

Λονδίνο και Ρώμη επισημαίνουν την ανάγκη για μια «καλύτερη ΕΕ» που μεταξύ άλλων «θα φέρει ασφάλεια και σταθερότητα στη γειτονιά μας, θα ολοκληρώσει με επιτυχία τις διαπραγματεύσεις για την ΤΤΙΡ», ενώ διακηρύσσουν ανοιχτά ότι «μπορούμε να εργαστούμε για ένα πακέτο ευρωπαϊκών μεταρρυθμίσεων που αντιμετωπίζει συγκεκριμένα ζητήματα» όπως «το ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων», την «ανταγωνιστικότητα», την «ευημερία», ζητήματα δηλαδή που αφορούν το βαθμό (σχετικής) «αυτονομίας» που κάθε αστική τάξη μπορεί να χρησιμοποιεί για να υπερασπίζει τις ιδιαίτερες προτεραιότητές της.

Μια Ενωση με πολλά νομίσματα

«Αυτή η επαναδιαπραγμάτευση, που θέτει η μεταρρυθμιστική ατζέντα του Ηνωμένου Βασιλείου, αποτελεί μια ευκαιρία για τη δημιουργία μιας πιο ανταγωνιστικής, δημοκρατικά υπόλογης και ευέλικτης ΕΕ», τονίζεται ρητά στο άρθρο. Δηλαδή, η Ιταλία (ένα από τα ιδρυτικά κράτη - μέλη της ΕΕ και ένας από τους θερμούς υποστηρικτές της ευρωπαϊκής ενοποίησης) αναγνωρίζει οφέλη στη συζήτηση που έχει ανοίξει η Βρετανία εκβιάζοντας κατά έναν τρόπο με την αποχώρησή της από την ΕΕ (κάτι που φυσικά δεν θα ήταν τόσο απλό ούτε και για τη βρετανική αστική τάξη) προκειμένου οι προβληματισμοί του βρετανικού κεφαλαίου να ...βαρύνουν πιο διακριτά στη διαμόρφωση της «νέας Ευρώπης» που πολλοί πλέον αναγνωρίζουν ότι χρειάζεται.

Μόνο και μόνο το γεγονός ότι η Ιταλία «συντάσσεται» με το βρετανικό αίτημα για αλλαγές στην ΕΕ - χωρίς αυτό να σημαίνει ότι υιοθετεί τις προτάσεις της Βρετανίας - είναι ενδεικτικό των ισχυρών αντιθέσεων, αλλά και των σφοδρών διεργασιών που συντελούνται γύρω από την εξέλιξη της ΕΕ.

Χαρακτηριστική είναι και η σπουδή της Ιταλίας να σημειώσει, μαζί με τη Βρετανία, ότι η «μεγαλύτερη ενοποίηση» (της ΕΕ) θα έρθει «με έναν τρόπο που αναγνωρίζει ότι υπάρχουν περισσότερα από ένα νομίσματα που χρησιμοποιούνται στην ΕΕ, προς το παρόν και για το προβλέψιμο μέλλον», αλλά και ότι «έχει σχέση με τα δικαιώματα και τα συμφέροντα των χωρών που δεν είναι μέλη της Ευρωζώνης, ειδικά όσον αφορά τη διαφύλαξη της ακεραιότητας της ενιαίας αγοράς, που αποτελεί κοινό περιουσιακό στοιχείο όλης της ΕΕ». Τα περί «περισσότερων από ένα νόμισμα» στην ΕΕ επισημαίνονται ενώ εδώ και καιρό έχει ξεκινήσει η συζήτηση μέχρι και για τη χρήση «διπλού νομίσματος» εντός Ευρωζώνης και διατυπώνονται ποικίλες προτάσεις για τη νομισματική «ευελιξία» στην ΕΕ, που φυσικά εισάγουν νέα δεδομένα (και κατά έναν τρόπο εν δυνάμει ανατρεπτικά) για τη μεγάλη ευρωπαϊκή αγορά έτσι όπως ήταν γνωστή μέχρι σήμερα.

«Μια ισχυρότερη διακυβέρνηση σε επίπεδο Ευρωζώνης για την επιτυχημένη διασφάλιση του ευρώ μακροπρόθεσμα, με τις σωστές εγγυήσεις για τις χώρες εκτός του κοινού νομίσματος, θα λειτουργούσε προς όφελος των συμφερόντων όλων μας. Θα υποστήριζε την τροχιά ανάπτυξης της ΕΕ μέσω της μακροοικονομικής σταθερότητας και βελτιώνοντας συνολικά την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ», υπογραμμίζουν οι δυο κυβερνητικοί αξιωματούχοι. «Γενικότερα, Ιταλία και Ηνωμένο Βασίλειο πιστεύουν ότι ο τρόπος να συμφιλιωθούν διαφορετικές οπτικές για την ΕΕ ανάμεσα στα κράτη μέλη είναι να ασπαστούμε ένα νέο μοντέλο λειτουργίας, βασισμένο στην ευελιξία για την επίτευξη μεγαλύτερης ή μικρότερης ενοποίησης», κάτι που, όπως υποστηρίζουν Τζεντιλόνι και Χάμοντ, «έχει τεθεί στην πράξη από τη δημιουργία του ευρώ».

Ολόκληρη η συζήτηση περί «ενοποίησης» της ΕΕ κόβεται και ράβεται στις επιδιώξεις κάθε αστικής τάξης, μαζί με τις επισημάνσεις για τη σημασία της «ευελιξίας» που αποτυπώνουν την αυξημένη «κινητικότητα» γύρω από το ποιες τεχνικές, ποιες συμμαχίες και ποιες προτεραιότητες θα διασφαλίσουν τις επιδιώξεις των μονοπωλίων που κάθε πλευρά εκπροσωπεί. Το ίδιο το άρθρο ως «κοινή» «βρετανο-ιταλική» πρωτοβουλία προμηνύει τα διάφορα αντιλαϊκά αλισβερίσια που θα αναπτυχθούν το επόμενο διάστημα, καθώς οι «προκλήσεις» που αντιμετωπίζουν πανίσχυροι επιχειρηματικοί όμιλοι κάθε πλευράς είναι τεράστιες και εξετάζονται μύριες αντιλαϊκές «κολεγιές».


Α. Μ.

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
Πολιτικές διεργασίες στα ισχυρά καπιταλιστικά κράτη της ΕΕ (2016-11-27 00:00:00.0)
Πολιτικές διεργασίες στα ισχυρά καπιταλιστικά κράτη της ΕΕ (2016-11-27 00:00:00.0)
«Εξαιρέσεις» ζητά ο Ρέντσι (2016-09-29 00:00:00.0)
Ιταλικό «παρών» στις διεργασίες «εμβάθυνσης» της ΕΕ (2015-10-28 00:00:00.0)
Μανούλα στη χειραγώγηση (2014-06-26 00:00:00.0)

Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ