Η επιλογή αυτή επενδύθηκε με το σύνθημα «Περιορισμός της βλάβης απ' τα ναρκωτικά» και τον Απρίλη του 1995 δημοσιεύτηκαν δύο Υπουργικές Αποφάσεις για τη λειτουργία των Πιλοτικών Προγραμμάτων Μεθαδόνης στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη, με «τελικό στόχο την απεξάρτηση». Στις 24.1.1996 ανακοινώθηκε ότι δέκα τοξικομανείς πήραν την πρώτη δόση μεθαδόνης, ταυτόχρονα στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη.
Στη συνέχεια, έγινε επέκταση των προγραμμάτων μεθαδόνης, τα οποία διολίσθησαν «εκ των άνω» σε προγράμματα συντήρησης, καθώς ο «τελικός στόχος της απεξάρτησης» διαγράφτηκε απ' αυτά. Μάλιστα, έγινε και διεύρυνση των υποκαταστάτων με τη χορήγηση της βουπρενορφίνης.
Ιδού και η εμπειρία την τελευταία τετραετία σε δύο απ' τα μεγαλύτερα νοσοκομεία της χώρας: Τον «Ευαγγελισμό» και το Λαϊκό.
Στο Λαϊκό νοσοκομείο έγινε χορήγηση υποκαταστάτων σε 200 χρήστες και εξ αυτών απεξαρτήθηκαν δύο.
Στον «Ευαγγελισμό» η χορήγηση υποκαταστάτων αφορούσε 150 χρήστες και απεξαρτήθηκαν, επίσης, δύο.
Δηλαδή, σε δύο μεγάλα νοσοκομεία απεξαρτήθηκαν τέσσερις χρήστες σε σύνολο 350 ατόμων στην τετραετία. Μ' άλλα λόγια, το ποσοστό επιτυχίας είναι μόλις 1,14%, όταν στα «στεγνά προγράμματα», το ΚΕΘΕΑ, με στοιχεία από πενταετή έρευνα, αποδεικνύει ότι το 74% των εξαρτημένων που ολοκλήρωσαν τα προγράμματά του απεξαρτήθηκαν πλήρως και ότι μειώθηκε ο μέσος όρος ηλικίας που κάποιος χρήστης ζητά απεξάρτηση, από τα 27 στα 24 χρόνια.
Με αυτό τον τρόπο, ο χρήστης έχει τη δυνατότητα να εμπορευτεί τη βουπρενορφίνη, ώστε να προμηθευτεί τις ουσίες που ως πολυτοξικομανής έχει ανάγκη. Οι απαραίτητες εξετάσεις ούρων - τουλάχιστον μια φορά τη βδομάδα - που θα αποδείκνυαν την παράλληλη χρήση και άλλων ουσιών, δε γίνονται λόγω έλλειψης αντιδραστηρίων στα νοσοκομεία. Για τη μηνιάτικη εξέταση, ο χρήστης παίρνει μια δόση της βουπρενορφίνης την προηγούμενη μέρα και έτσι «βρίσκεται εντάξει». Ακόμα, θα έπρεπε να γίνονται και αιματολογικές εξετάσεις, που δε γίνονται και αυτές λόγω ελλείψεων υλικών.
Συνολικά, όλοι αυτοί οι επιστήμονες θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν ποικιλοτρόπως στα απογυμνωμένα από προσωπικό δημόσια νοσοκομεία. Στην πράξη τι κάνουν; Απλά καταγράφουν και χορηγούν τις δόσεις των υποκαταστάτων, καθώς δεν έχουν τη στοιχειώδη δυνατότητα στήριξης των χρηστών. Τους λείπουν τα υλικά, δεν διέπονται απ' το απαραίτητο πλαίσιο επιστημονικής λειτουργίας και, επιπλέον, μαστίζονται απ' την απληρωσιά.
Ετσι οι χρήστες συνεχίζουν να βρίσκονται στο περιθώριο των ψευδαισθήσεων. Το κράτος υποκαθιστά την προσπάθεια της πραγματικής απεξάρτησης με δόσεις υποκαταστάτων. Ετσι, «ο περιορισμός της βλάβης» γίνεται συντήρηση - και ενίοτε - ενίσχυση της βλάβης απ' τα ναρκωτικά.
Γι' αυτό το λόγο, είναι άκρως απαραίτητη η ουσιαστική ενίσχυση και των Κέντρων Πρόληψης και όλες οι δομές «στεγνών προγραμμάτων» και φυσικά επανένταξης.
Με τέτοια μέτρα θα προστατέψουμε χιλιάδες ψυχές, που το επίσημο κράτος τις οδηγεί στο μόνιμο κόσμο των ψευδαισθήσεων.