Σε βωμούς - ψησταριές θα αναπεμφθεί και φέτος η αναγκαία τσίκνα ανάμεσα σε κουβέντες για «δουνουτού» και «μπρέξιτ», με κωδικούς και λέξεις μιας ακατονόμαστης φλυαρίας που επέβαλαν οι πειρατές της ζωής μας, έτσι που το κάθε χωριό να ηχεί σαν κακόφωνη συνοικία βομβαρδισμένης, τέως κερδώας, μεγαλούπολης. Και θα αναληφθεί σε αναπόφευκτα γαλανούς ουρανούς η οσμή της καμμένης πέτσας του αμνοεριφίου, και θα εισχωρήσει ύπουλα μέσα στα προσφυγικά αντίσκηνα, εκεί που η πείνα κι η αγωνία έχουν σφίξει τα ρουθούνια των παιδιών με την τανάλια του αόριστου μέλλοντος.
Μοιάζει ανίερη λογιστική ν' αναζητάς μαργαρίτες και παπαρούνες, βουκαμβίλιες και περηφρονημένα σχίνα και να ζητάς από τους παραμιλούντες διπλανούς σου να τις προσμετράνε στα κέρδη της φτώχειας τους. Αυτό το μείζον και συνάμα έλασσον κριτήριο αναγνώρισης της αναγεννώμενης φύσης, κατάντησε προνόμιο όσων ταυτίζονται με τα ισχνά κατσίκια, που δεν προσφέρονται για σφάξιμο γιατί δεν πιάνουν καλή τιμή στην αναθεματισμένη αγορά.
Στην εσχατιά του ευρωΝΑΤΟικού τιμαρίου που καμώνεται την ελληνική επικράτεια, αυτό το ιδιότυπο φυλακιστήριον ανεκτελώνιστων ανθρώπων, η φετινή άνοιξη υπογραμμίζει την απουσία κατανόησης των Παθών. Των παθών του Υιού του Ανθρώπου. Απ' την Κάθοδο των Μυρίων έως την Εξοδο, το Πέρασμα, το Πάσχα, εδώ και τώρα, με αόρατο μελάνι και ορατό το χέρι που γράφει, η Ιστορία παίρνει να ξετυλίγεται συντετμημένη, σαν άθλια σκοπιμότητα. Δηλαδή η Ευρώπη αλλάζει τα φώτα της άνοιξης, επειδή η καθ' ημάς αριστερά είπε τον Ιούδα «ταξικό αποστάτη» με μαντηλάκι στο πέτο για τα σάλια του θανάσιμου ασπασμού; Οποιος δεχτεί την ερώτηση, χρεώνεται και την απάντηση...