Σημαντική επιβράδυνση καταγράφει για το 7μηνο η Στατιστική Υπηρεσία
Κατακόρυφη πτώση εμφανίζουν οι ρυθμοί αύξησης της παραγωγής ορυχείων - λατομείων - βιομηχανίας και ηλεκτρισμού - φυσικού αερίου - νερού, στο εφτάμηνο Γενάρης - Ιούλης 2001, συγκριτικά με το αντίστοιχο περσινό εφτάμηνο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, την απασχόληση, την ανεργία και γενικότερα το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων. Τα επίσημα στοιχεία της ΕΣΥΕ, που δόθηκαν χτες στη δημοσιότητα, μας πληροφορούν ότι η συνολική παραγωγή (στα ορυχεία, στη μεταποίηση και τον ηλεκτρισμό - νερό - φυσικό αέριο) αυξήθηκε στο εφτάμηνο (Γενάρης - Ιούλης 2001) μόλις 0,86% συγκριτικά με το ίδιο εφτάμηνο του 2000. Με δεδομένο ότι στην αντίστοιχη περσινή περίοδο (εφτάμηνο 2000 με εφτάμηνο 1999) η παραγωγή είχε εμφανίσει αύξηση 8,09%, προκύπτει ότι ο φετινός ρυθμός αύξησης της παραγωγής αντιπροσωπεύει μόλις το 10% του περσινού.
Τα στοιχεία της ΕΣΥΕ, για την πορεία της παραγωγής στο εφτάμηνο, κάνουν τα υπεραισιόδοξα σχέδια της κυβέρνησης - που «έβλεπε» τον πρώτο χρόνο ένταξης της Ελλάδας στην ΟΝΕ να συνοδεύεται με υψηλούς ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ, μείωση της ανεργίας κλπ. - να μοιάζουν με «όνειρα θερινής νυκτός». Είναι δε πολύ πιθανό - αν οι αρνητικές επιπτώσεις από τα γεγονότα της 11ης Σεπτέμβρη στις ΗΠΑ είναι μεγαλύτερες από τις εκτιμώμενες - το κλείσιμο του 2001 να βρει τη συνολική παραγωγή (πρώτων υλών και άλλων υλικών αγαθών) στάσιμη στα ίδια με πέρσι επίπεδα, χωρίς να αποκλείεται και χαμηλότερα. Ενα τέτοιο ενδεχόμενο ενισχύεται και από το γεγονός ότι φέτος - για πρώτη φορά - η ηγεσία του ΣΕΒ εξέφρασε δημόσια την ανησυχία της για την πορεία της βιομηχανικής παραγωγής, ιδιαίτερα μετά τα γεγονότα της 11ης Σεπτέμβρη στις ΗΠΑ.
Συγκεκριμένα, τα επίσημα στοιχεία της ΕΣΥΕ μας πληροφορούν ότι η αύξηση κατά 0,86% που εμφανίζει η συνολική παραγωγή στο εφτάμηνο Γενάρης - Ιούλης 2001, συγκριτικά με το ίδιο περσινό εφτάμηνο, επηρεάστηκε από την:
Σε ό,τι αφορά την πορεία της παραγωγής, σε 5 μεγάλες ομάδες (ενέργεια, ενδιάμεσα αγορά, κεφαλαιουχικά αγαθά, διαρκή καταναλωτικά αγαθά και μη διαρκή καταναλωτικά αγαθά), η ΕΣΥΕ μας πληροφορεί ότι στο εφτάμηνο του 2001: