Στο 7μηνο Γενάρης - Ιούλης 2001, το εμπορικό έλλειμμα διαμορφώθηκε σε 12,6 δισ. ευρώ και το έλλειμμα ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών 4,4 δισ. ευρώ
Σε εκρηκτικά ύψη, παραμένουν και φέτος τα ελλείμματα του ισοζυγίου (εμπορικό και τρεχουσών συναλλαγών), παρά τη μικρή βελτίωση που εμφάνισαν το μήνα Ιούλη. Αυτό προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, που δόθηκαν χτες στη δημοσιότητα, που μας πληροφορούν ότι το εμπορικό έλλειμμα στο εφτάμηνο Γενάρης - Ιούλης 2001 είχε ξεπεράσει τα 12,6 δισ. ευρώ, ενώ το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών (δείχνει το συνολικό άνοιγμα της χώρας με τον υπόλοιπο κόσμο) είχε αγγίξει τα 4,4 δισ. ευρώ. Με βάση τα δεδομένα του εφταμήνου -που το εμπορικό έλλειμμα, αντιπροσώπευε περίπου το 10% του ΑΕΠ και το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών περίπου το 3,4% του ΑΕΠ- είναι ανάγλυφη η εικόνα της παραγωγικής υποβάθμισης της χώρας στο διεθνή καταμερισμό εργασίας, παρά τους κυβερνητικούς ισχυρισμούς ότι η Ελλάδα είναι μια «ισχυρή χώρα» μέσα στην ΟΝΕ.
Αναλυτικότερα, τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας μάς πληροφορούν ότι στο εφτάμηνο Γενάρης- Ιούλης 2001:
Στο 7μηνο Γενάρη - Ιούλη 2001 οι άμεσες επενδύσεις εμφανίζουν καθαρή εισροή 747 εκατ. ευρώ, ποσό που είναι σχεδόν τριπλάσιο της αντίστοιχης περιόδου του 2000, λόγω της αγοράς των μετοχών της INTERAMERICAN από τη EURECO.
Τέλος, να σημειωθεί ότι τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της χώρας (με βάση τον ορισμό της ΕΚΤ) είχαν διαμορφωθεί στο τέλος Ιούλη 2001 στο ποσό των 7,5 δισεκ. ευρώ, αντί 17,3 δισ. ευρώ που ήταν πέρσι. Η κατακόρυφη μείωση των συναλλαγματικών διαθεσίμων, σύμφωνα με τις εξηγήσεις που δίνει η Τράπεζα της Ελλάδας οφείλεται στο γεγονός, ότι η ΕΚΤ δεν προσμετρά στα συναλλαγματικά διαθέσιμα τις απαιτήσεις της Ελλάδας σε ευρώ και συνάλλαγμα από κατοίκους χωρών της ευρωζώνης ούτε τη συμμετοχή της Ελλάδας στο μετοχικό κεφάλαιο και στα συναλλαγματικά διαθέσιμα της ΕΚΤ.