Σε αυτήν την κατεύθυνση, η κυβέρνηση αξιοποιεί την υπογραφή χτες από την υπουργό Εργασίας Εφη Αχτσιόγλου της «επέκτασης» 4 κλαδικών Συμβάσεων που είναι σε ισχύ (τραπεζών, γραφείων ταξιδίων, ναυτιλιακών επιχειρήσεων και πρακτορειακών επιχειρήσεων - μελών της ΔΝΕ), με την ηγεσία του υπουργείου να ισχυρίζεται ψευδεπίγραφα ότι η εν λόγω εξέλιξη σηματοδοτεί την «ουσιαστική μετάβαση σε μια νέα περίοδο ανάκτησης δικαιωμάτων για τη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία»...
Τον τόνο της απατηλής κυβερνητικής προπαγάνδας έδωσε ο ίδιος ο πρωθυπουργός, Αλ. Τσίπρας, ο οποίος σε δήλωσή του σημείωσε χαρακτηριστικά: «Σήμερα είχαμε την πρώτη κυβερνητική απόφαση που σηματοδοτεί την έξοδο από τα μνημόνια. Η υπουργός Εργασίας υπέγραψε για τις πρώτες 4 κλαδικές συμβάσεις εργασίας, που αφορούν περίπου 75.000 εργαζόμενους, οι οποίοι θα δουν άμεσα αυξήσεις στους μισθούς τους. Η μάχη για την ενίσχυση των εργαζομένων συνεχίζεται και αποτελεί προτεραιότητά μας στη μεταμνημονιακή εποχή. Βήμα το βήμα θα ξανακερδίσουμε την εργασία στη χώρα μας, με όρους αξιοπρέπειας».
Το τι εννοεί βέβαια η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ως «ενίσχυση των εργαζομένων» το έχει δείξει πολύ καλά η κλιμάκωση της αντεργατικής επίθεσης στα 3,5 χρόνια της διακυβέρνησής της, τα αντιλαϊκά μέτρα που πρόσθεσε στο «έργο» των προκατόχων της, ενισχύοντας το οπλοστάσιο της μεγαλοεργοδοσίας για την διατήρηση και το βάθεμα του εργασιακού μεσαίωνα. Αυτό ακριβώς το αντεργατικό οπλοστάσιο διατηρείται στο ακέραιο και στην περιβόητη «μεταμνημονιακή εποχή».
Αυτή η μονιμοποίηση και επέκταση της αντεργατικής επίθεσης αποτυπώνεται και στο θέμα των Συλλογικών Συμβάσεων, σε πλήρη αντίθεση με την κυβερνητική προπαγάνδα περί «επαναφοράς των ΣΣΕ»:
Επιβεβαιώνεται δηλαδή ότι η «επέκταση των ΣΣΕ» για την οποία θριαμβολογεί η κυβέρνηση είναι ένα «πουκάμισο αδειανό», αφού ούτε πρόκειται για πραγματική επέκταση, ούτε μπορεί να έχει ουσιαστικό αντίκρισμα για τους εργαζόμενους από τη στιγμή που διατηρείται όλο το αντεργατικό πλαίσιο που επιτρέπει στην εργοδοσία να παρακάμπτει Συμβάσεις, να εντείνει την εκμετάλλευση, διατηρώντας εργαζόμενους πολλών ταχυτήτων ακόμα και μέσα στην ίδια επιχείρηση.
Αυτό ισχύει και στην περίπτωση των τεσσάρων Συμβάσεων την «επέκταση» των οποίων διαφημίζει η κυβέρνηση. Για παράδειγμα στις τράπεζες, από την «επέκταση» της Σύμβασης... δεν προκύπτει κάλυψη άλλων εργαζομένων πέραν όσων μέχρι σήμερα καλύπτονται, την ίδια ώρα που χιλιάδες εργολαβικοί ή εργαζόμενοι μέσω θυγατρικών που δουλεύουν για τις τράπεζες παραμένουν αποκλεισμένοι από την κλαδική Σύμβαση, όπως ακριβώς γινόταν και πριν την υπογραφή της «επέκτασης». Δηλαδή, δεν προκύπτει καμία αύξηση στους μισθούς των εργαζομένων στις τράπεζες, ούτε γι' αυτούς που μέχρι τώρα καλύπτονται, ούτε εννοείται για τους υπόλοιπους, που είναι μερικές χιλιάδες και θα συνεχίζουν να λαμβάνουν τους ίδιους μίζερους μισθούς. Ανάλογη είναι η εικόνα και για τις υπόλοιπες Συμβάσεις.
Επομένως, δεν προκύπτει από πουθενά η αύξηση στους μισθούς 75.000 εργαζομένων την οποία «ανακάλυψε» το υπουργείο Εργασίας και επαναλαμβάνει ο πρωθυπουργός στη δήλωσή του...
Η κυβερνητική υποκρισία βρίσκει την απόλυτη ενσάρκωσή της στην περίπτωση του κατώτερου μισθού: Στην πραγματικότητα, αυτό που θα κάνει η κυβέρνηση, με πρόσχημα κάποια ψίχουλα λίγων ευρώ, τα οποία μάλιστα θα «σαρωθούν» από την αύξηση του αφορολόγητου, είναι η εφαρμογή του μνημονιακού νόμου 4172/2013 (νόμος Σαμαρά - Βρούτση), με τον οποίο καταργούνται μόνιμα οι συλλογικές διαπραγματεύσεις για την υπογραφή της ΕΓΣΣΕ, ενώ ο καθορισμός του κατώτερου μισθού, όπως και των τριετιών, των επιδομάτων κ.λπ., θα γίνεται μόνιμα πλέον με κυβερνητική απόφαση και με θεσμοθετημένο βασικό κριτήριο τη διασφάλιση της «ανταγωνιστικότητας».
Την κατάργηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων για τον κατώτατο μισθό και συνολικά για την ΕΓΣΣΕ η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ χωρίς ντροπή την ονομάζει... «ενίσχυση της διαπραγματευτικής δύναμης των εργαζομένων» (!), όταν στην πράξη μονιμοποιεί τη μεγάλη μνημονιακή ανατροπή που έγινε με την περιβόητη Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου του 2012!