Κυριακή 28 Οχτώβρη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Η συνέντευξη (4)

Εξω είχε αρχίσει να σκοτεινιάζει. Ενα περίεργο φως, που θύμισε τον ήλιο του μεσονυκτίου της Νορβηγίας είχε σκεπάσει το χωριό. Το ίδιο φως μού είχε κάνει εντύπωση και στην έρημο του Καρακούμ, στο Τουρκμενιστάν. Εκεί και όταν νύχτωνε ακόμα, το φως της μέρας δεν έσβηνε εντελώς. Γι' αυτό και οι ντόπιοι κάθονταν όλη τη νύχτα έξω από τα χαμόσπιτά τους, έπαιζαν τις βύνες (ξύλινες φλογέρες) τους και σιγοτραγουδούσαν.

Υπολογίσαμε με το σύντροφό μου πως ταξιδεύαμε πάνω από 12 ώρες κι όμως δεν είχαμε καλύψει ούτε διακόσια χιλιόμετρα! Αρχισα να ανησυχώ. Και ο λόγος ήτανε πως δεν είχαμε καμιά ένδειξη για το πόσο θα κρατούσε ακόμα εκείνο το περίεργο ταξίδι μας. Χωρίς να καταλάβω γιατί και πριν να βάλω μπρος τη μηχανή, γύρισα προς τον ένα από τους συνοδούς μας που είχε καθίσει κιόλας στη θέση του και ετοιμαζόταν να κολλήσει και πάλι το καλάζνικοφ στο σβέρκο μου και τον ρώτησα:

-Ιτς Οκέι;

Ούτε που μου απάντησε. Μόνο γύρισε προς τον άλλον τον Ταλιμπάν και άρχισαν την κουβέντα που κάθε τόσο τη διέκοπταν ξεκαρδιστικά γέλια. Ημουνα βέβαιος ότι σχολίαζαν τις εντυπώσεις τους από το χορό των μελαψών κοριτσιών. Εκανα πως δεν πρόσεξα τα γέλια των συνοδών μας και έβαλα μπρος. Βγήκαμε από το χωριό οδηγώντας μέσα σε μια μεγάλη λακκούβα με νερό. Και τότε μόνο ο Tαλιμπάν με το καλάζνικοφ έσκυψε προς τα μπρος και με ρώτησε.

-Do you like the girls of Afghanistan? ( Σου αρέσουν τα κορίτσια του Αφγανιστάν;)

-Yes, yes very much (Ναι, ναι πάρα πολύ). Απάντησα με ένα πετρωμένο χαμόγελο.

Και οι Ταλιμπάν άρχισαν πάλι τα γέλια.

Δεν είχαμε κάνει πάνω από 10 χιλιόμετρα, όταν παρατήρησα πως το αυτοκίνητό μας προχωρούσε δίπλα σε μια σειρά ασπροντυμένων ανθρώπων, που αργοκινιόταν στην κατεύθυνση που πηγαίναμε και μεις. Επειδή η ταχύτητά μας δεν ξεπερνούσε τα είκοσι χιλιόμετρα, ήταν εύκολο να παρατηρήσω πως σχεδόν όλοι οι άνθρωποι της σειράς, που δεν έδειχνε να τελειώνει, περπατούσαν στηριγμένοι πάνω σε ξύλινα μπαστούνια, γιατί είχανε μόνο ένα πόδι. Εκείνο που τους έλειπε ήτανε κομμένο τις πιο πολλές φορές πάνω από το γόνατο.

Ο Tαλιμπάν λες και κατάλαβε πως το θέαμα των μονοπόδαρων μου έκανε εντύπωση, παρατήρησε, χωρίς να τον ρωτήσω.

-They are soldiers. Soldiers of Allah. They like dying for the Allah. They love Allah. They heat the Americans. They want Americans go home. (Αυτοί είναι στρατιώτες. Στρατιώτες του Αλλάχ. Τους αρέσει να πεθάνουν για τον Αλλάχ. Αγαπούν τον Αλλάχ. Αυτοί μισούν τους Αμερικάνους. Αυτοί θέλουν να πάνε στα σπίτια τους οι Αμερικανοί)

-Where are the Americans. (Πού είναι οι Αμερικάνοι;), ρώτησα.

-In the Mountains. (Στα βουνά), μου απάντησε και μου έδειξε με την κάννη του καλάζνικοφ τα βουνά που είχαν πάρει ένα περίεργο μπλε χρώμα και μας έδιναν την εντύπωση ότι απομακρύνονταν εγκαταλείποντάς μας μέσα σε μια οδυνηρή ερημιά. Και μεις πού πηγαίναμε; Στα βουνά; Δηλαδή στους Αμερικάνους; Και όλοι εκείνοι θλιβεροί μονοπόδαροι στρατιώτες του Αλλάχ πού πήγαιναν; Μήπως έρχονταν κι αυτοί μαζί μας για να συναντήσουν τον Οσάμα Μπιν Λάντεν και να του ζητήσουν να διώξει τους Αμερικάνους; Αναρωτιόμουνα και δεν έπαιρνα απάντηση. Και τα πράγματα σκοτείνιαζαν πιο πολύ. Τα βουνά χάνονταν και το μόνο που διακρίναμε μέσα στο επερχόμενο σκοτάδι ήτανε τα άσπρα ρούχα των στρατιωτών του Αλλάχ. Ωστόσο, έπρεπε να αντιδράσουμε. Εκείνο το ταξίδι άρχισε να χάνει το νόημά του και να γίνεται όλο και πιο αινιγματικό.


Του
Γ. Χ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ