«ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗ» ΙΤΑΛΙΑΣ - ΕΕ
Διαφωνίες και παζάρια σε πολλά επίπεδα
Σάββατο 13 Οχτώβρη 2018 - Κυριακή 14 Οχτώβρη 2018

ANSA

Ντι Μάγιο - Κόντε - Σαλβίνι: «Πρώτα βιολιά» στο παζάρι υπέρ του ιταλικού κεφαλαίου
Τη βδομάδα που πέρασε υψώθηκαν ξανά οι τόνοι ανάμεσα στην κυβέρνηση της Ιταλίας (την οποία συνθέτουν τα ευρωσκεπτικιστικά κόμματα «Λέγκα» και «Κίνημα 5 Αστέρων») και την ΕΕ, αντανακλώντας καταρχάς την ανησυχία για την πορεία της ιταλικής καπιταλιστικής οικονομίας.

Σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), το ιταλικό ΑΕΠ αναμένεται φέτος να αναπτυχθεί μόλις κατά 1,2% και το 2019 κατά 1% (η κυβέρνηση θέτει στόχο για το 2018 το 1,5%). Το δημόσιο χρέος της χώρας παραμένει το δεύτερο μεγαλύτερο της Ευρωζώνης, μετά από αυτό της Ελλάδας, και σήμερα υπολογίζεται στο 130,9% του ΑΕΠ. Μεγάλα εξακολουθούν να είναι τα προβλήματα πολλών ιταλικών τραπεζών, αλλά αυτήν τη φορά εκφράζονται πιο έντονα ενστάσεις για κρατικές παρεμβάσεις όπως αυτές που έκανε το ιταλικό κράτος προ διετίας, επί κυβέρνησης Ρέντσι, για να αντιμετωπιστεί η κεφαλαιακή ανεπάρκεια ιδρυμάτων όπως η «Monte dei Paschi di Siena».

Ο αμερικανικός διεθνής «οίκος αξιολόγησης» «Fitch» υποστήριξε σε έκθεσή του πως «υπάρχουν σημαντικοί κίνδυνοι σε ό,τι αφορά τους στόχους του ιταλικού προϋπολογισμού» και ότι η διαμόρφωση του ελλείμματος στο 2,4% του ΑΕΠ μπορεί να οδηγήσει σε ενεργοποίηση διαδικασίας κυρώσεων από τη μεριά της ΕΕ. Ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Γίρκι Κατάινεν κάλεσε τη Ρώμη να αλλάξει το σχέδιο προϋπολογισμού ώστε να συνάδει με τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει, και μίλησε για κινδύνους που διαμορφώνονται τόσο για την Ιταλία όσο και για τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης, οι οποίες «ίσως θα επηρεαστούν από τον κίνδυνο μετάδοσης». Ο δε Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Ολαφ Σολτς, είπε ότι οι Ιταλοί θα πρέπει να αντιμετωπίσουν οι ίδιοι το υψηλό δημόσιο χρέος, υπογραμμίζοντας πως «αυτήν την ευθύνη δεν μπορούν να την "εξάγουν", ούτε να τη μεταβιβάσουν στους Ευρωπαίους εταίρους».

Για τους εκπροσώπους των καπιταλιστών τόσο στις Βρυξέλλες όσο και στη Ρώμη, όπως και στο Βερολίνο, στο Παρίσι κ.α., ο λεγόμενος «βαθμός εξυπηρέτησης» του δημόσιου χρέους της Ιταλίας, οι τρόποι «τιθάσευσης του ελλείμματός» της, η «συμμόρφωση στους στόχους της δημοσιονομικής εξυγίανσης» και το Δημοσιονομικό Σύμφωνο της ΕΕ αποτελούν πεδία αντιπαράθεσης γιατί αφορούν το ρυθμό υλοποίησης σχεδίων κρίσιμων για ισχυρά μονοπωλιακά συμφέροντα. Αφορούν το πώς θα μοιραστεί η χασούρα που προέκυψε από τη μεγάλη κρίση που ξέσπασε το 2008 αλλά και αυτή που ήδη αχνοφαίνεται, μπροστά στον αυξημένο κίνδυνο για εκδήλωση νέας διεθνούς καπιταλιστικής κρίσης. Αφορούν την απόσταση που σήμερα χωρίζει τη μία από την άλλη ευρωπαϊκή οικονομία (με την ιταλική πλουτοκρατία να καταγράφει σοβαρές απώλειες έναντι ανταγωνιστών της - Γερμανών, Γάλλων κ.λπ.). Αφορούν, σε τελική ανάλυση, τη θέση από την οποία κάθε πλευρά σχεδιάζει το άνοιγμα και την επικράτησή της σε παλιές και νέες αγορές, συνολικά την ιμπεριαλιστική πυραμίδα, σε μια περίοδο μάλιστα που οξύνονται οι αντιθέσεις και προχωρούν σημαντικές ανακατατάξεις σε οικονομικό και γεωπολιτικό επίπεδο.

Το αλισβερίσι

Παρά τους υψηλούς τόνους που κάποιες φορές χαρακτήρισαν τις αντεγκλήσεις ΕΕ - Ιταλίας και παρά τους ρόλους που έχουν μοιραστεί ειδικά μέσα στην ιταλική κυβέρνηση (όπου ο επικεφαλής της «Λέγκας» Μ. Σαλβίνι έχει αναλάβει να παίζει τον «κακό», ως πρωτεργάτης άλλωστε και σε ευρύτερες διεργασίες στο στρατόπεδο των ευρωσκεπτικιστών), οι δύο πλευρές εκφράζουν σταθερά τις προθέσεις τους για διάλογο. Βεβαίως, η μεν Κομισιόν επιμένει να ζητά «σεβασμό στους κανόνες της ΕΕ», η δε Ρώμη επιμένει να λέει ότι τα σχέδιά της χαρακτηρίζονται από «υπευθυνότητα» και ότι «δεν θα υποχωρήσει».

Τη «διάθεση για διάλογο» άλλωστε την «επιβάλλει» και η μεγάλη αλληλεξάρτηση των ευρωπαϊκών οικονομιών, ενώ και η ευρωσκεπτικιστική κυβέρνηση της Ιταλίας δηλώνει ότι δεν επιθυμεί πλήρη διάρρηξη δεσμών με την ΕΕ, ούτε έξοδο από αυτήν - τουλάχιστον προς το παρόν. «Πρέπει να αποφύγουμε να προκαλέσουμε μια κρίση μεταξύ των Βρυξελλών και της Ρώμης, δεν έχει νόημα», σχολίασε ο επίτροπος Οικονομικών Πιερ Μοσκοβισί - ένας από εκείνους που κράτησαν ψηλά τον τόνο της κριτικής - θυμίζοντας ότι «η Ιταλία είναι στην καρδιά της Ευρωζώνης».

Οσο συνεχίζεται η ευρω-ιταλική «αντιπαράθεση», τόσο έρχονται στην επιφάνεια οι βαθύτερες διαφωνίες, αντιθέσεις και διεργασίες που αφορούν το «μείγμα» της δημοσιονομικής και γενικότερης πολιτικής το οποίο κάθε πλευρά εκτιμά ότι θα προστατέψει καλύτερα τα μονοπωλιακά συμφέροντα που εκπροσωπεί, την αναλογία μέτρων «δημοσιονομικού» και «περιοριστικού» χαρακτήρα, την έκταση του κρατικού προστατευτισμού, που θα σημάνει νέα δεδομένα για τους όρους δραστηριοποίησης και αναμέτρησης των επιχειρηματικών ομίλων. Ζητούμενο δηλαδή και αντικείμενο της διαφωνίας είναι ο τρόπος εξυπηρέτησης των μονοπωλίων, το αν το ιταλικό καπιταλιστικό κράτος θα αποκτήσει νέα περιθώρια παρέμβασης υπέρ του ντόπιου κεφαλαίου και οι συνέπειες που θα υπάρξουν βέβαια σε βάρος των ανταγωνιστών του. Αυτή φυσικά είναι μια συζήτηση που αφορά όχι στενά την Ιταλία, αλλά όλη την Ευρώπη, όπου διευρύνεται διαρκώς η συζήτηση για την «πορεία και το μέλλον της ΕΕ», το βαθμό συνεργασίας των μελών της, το πώς θα αντιμετωπιστούν οι «πολλές ταχύτητες» εντός της Ευρωένωσης κ.λπ.

Από αυτήν τη σκοπιά ασκείται κριτική και στα σχέδια της Ρώμης για θαρραλέες «δημόσιες επενδύσεις», που βέβαια στόχο έχουν να στηρίξουν στοχευμένα την ισχυροποίηση ιταλικών επιχειρηματικών κολοσσών και τη «διαπραγματευτική δύναμή» τους στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια αγορά.

Οι «εναλλακτικές»

Την ίδια στιγμή, οι εξελίξεις στην Ιταλία και η αποφασιστικότητα με την οποία η κυβέρνηση M5S - «Λέγκας» διαφοροποιείται σε ένα βαθμό από κεντρικές κατευθύνσεις της ΕΕ συνδέονται και με την ενίσχυση πολιτικών δυνάμεων που επαναξιολογούν τις προτεραιότητες και τις συνταγές εξυπηρέτησης των καπιταλιστικών συμφερόντων που εκπροσωπούν, μελετώντας συνολικά τις ευκαιρίες και τις προκλήσεις, που δημιουργούν συνολικότερες αναδιατάξεις.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο αναβαθμίζονται η παρέμβαση και ο ρόλος δυνάμεων όπως η «Λέγκα» και το M5S στην Ιταλία, ο «Εθνικός Συναγερμός» (της Μαρίν Λεπέν) στη Γαλλία, αλλά και εκτός Ευρώπης, οι Ρεπουμπλικάνοι υπό τον Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ, ο ανερχόμενος ακροδεξιός Μπολσονάρο στη Βραζιλία κ.ο.κ.

Από τη σκοπιά των λαϊκών συμφερόντων, αυτό που χρειάζεται να είναι σαφές είναι ότι πρόκειται για «εναλλακτικές» υπέρ του κεφαλαίου και ότι όσο «αντισυστημικές» κι αν δηλώνουν τέτοιες παρατάξεις, στην πραγματικότητα δεν υπηρετούν παρά τα ίδια ταξικά συμφέροντα.

Για παράδειγμα, δεν είναι τυχαίο ότι την ώρα που συνεχιζόταν η αντιπαράθεση Ρώμης - Βρυξελλών για το «σεβασμό στους ευρωπαϊκούς κανόνες» και υψώνονταν οι τόνοι απέναντι στη Γερμανία για τη δημοσιονομική πολιτική της Ευρωζώνης, ο Λουίτζι ντι Μάγιο, αντιπρόεδρος της ιταλικής κυβέρνησης, υπουργός Βιομηχανίας και Εργασίας αλλά και ηγέτης του M5S, συναντιόταν στο Βερολίνο με πρωτοκλασάτα στελέχη της κυβέρνησης Μέρκελ, όπως τον υπουργό Εργασίας Χουμπέρτους Χάιλ, περιγράφοντας τη συνάντησή τους ως «θετική και εποικοδομητική» και δηλώνοντας «ενθουσιασμένος» που η γερμανική κυβέρνηση είναι «στο πλευρό μας (...) όσον αφορά τα σχέδια για αναδιοργάνωση των - όπως είναι γνωστό - ανεπαρκών κέντρων (εύρεσης) εργασίας». Ο ντι Μάγιο έχει δηλώσει μεγάλος θαυμαστής της πολιτικής της Γερμανίας σε Εργασιακά και Ασφαλιστικό, όπου πρωτοπορεί από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 (με τις «μεταρρυθμίσεις Χαρτζ») και έχει δημιουργήσει μια «δεξαμενή διαθέσιμης εργασίας», ανθρώπων δηλαδή υποχρεωμένων να δεχτούν οποιαδήποτε θέση δουλειάς, με μισθούς, ωράρια και «δικαιώματα» κομμένα και ραμμένα στις σύγχρονες ανάγκες του γερμανικού κεφαλαίου, το οποίο κάπως έτσι διασφαλίζει τις ζηλευτές του επιδόσεις... Οι Γερμανοί έχουν διακριθεί άλλωστε και στη διαμόρφωση του λεγόμενου «Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος», που αποτελεί έναν καλοσχεδιασμένο μοχλό απόλυτου ελέγχου και ενσωμάτωσης ειδικά των ανέργων και αντίστοιχο του οποίου φιλοδοξεί να θεσπίσει και η ιταλική κυβέρνηση.

Τέλος, αξίζει να παρατηρήσει κανείς ότι την ίδια περίοδο που οι τόνοι μεταξύ Ρώμης - Βρυξελλών υψώνονται, η Ιταλία διευρύνει το διάλογό της με τη Ρωσία. Τη Δευτέρα, ο υπουργός Εξωτερικών Εντζο Μοαβέρο Μιλανέζι συνάντησε στη Μόσχα τον Ρώσο ομόλογό του Σεργκέι Λαβρόφ, ενόψει της επίσημης επίσκεψης που θα κάνει στα τέλη του μήνα στη Ρωσία και ο Ιταλός πρωθυπουργός, Τζουζέπε Κόντε.

Ο Λαβρόφ έκρινε σκόπιμο να χαρακτηρίσει «εποικοδομητική» τη στάση της Ρώμης όσον αφορά τη σχέση της με τις Βρυξέλλες, ενώ μεταξύ άλλων περιέγραψε ως «κρίσιμης αξίας» την «ενεργειακή συνεργασία» των δύο πλευρών. Σημειωτέον, κεντρικό θέμα στη συνάντηση είχε και η αντιμετώπιση της κατάστασης στη Λιβύη, για την οποία η Ιταλία το Νοέμβρη διοργανώνει διεθνή Σύνοδο. Αξίζει να θυμίσουμε ότι στην τελευταία Σύνοδο του G7 η Ιταλία είχε ταχθεί υπέρ της επιστροφής της Ρωσίας στο διακρατικό αυτό σχήμα και την «ανασύσταση» του G8...


Α. Μ.