Σύσκεψη με τη συμμετοχή πλήθους φορέων, συλλόγων και επιστημόνων έγινε το περασμένο Σάββατο, μετά από πρωτοβουλία του δημάρχου Κώστα Πελετίδη
Στην τοποθέτησή του, ο Κ. Πελετίδης ανέφερε μεταξύ άλλων:
«Πήραμε αυτή την πρωτοβουλία γιατί ανησυχούμε για το θέμα της αντισεισμικής προστασίας, που αφορά όλους τους δημότες, για όλα τα δημόσια κτίρια, τα σχολεία, τα νοσοκομεία, τους εργασιακούς και επαγγελματικούς χώρους, την κατοικία, τα συγκροτήματα εργατικών κατοικιών κ.λπ. (...) Είναι γνωστό πως οι σεισμοί δεν μπορούν να αποφευχθούν, ούτε όμως και να προβλεφθούν ακόμα. Οι καταστροφικές όμως συνέπειές τους μπορούν να ελαχιστοποιηθούν μέσα από μια πολιτική που θα βάλει σε πρώτη προτεραιότητα τη ζωή και την ασφάλεια του λαού και της νεολαίας. Μια πολιτική που στο επίκεντρό της θα προωθεί πλέγμα μέτρων αντισεισμικής προστασίας και θωράκισης της χώρας. Αυτή η αναγκαιότητα όμως είναι ζητούμενη και στη χώρα μας, που κυριαρχεί ο δρόμος ανάπτυξης που γνωρίζουμε και η πολιτική στήριξης της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Βλέπουμε πως η χρηματοδότηση τέτοιων έργων δεν αποφέρει κέρδη στο κεφάλαιο, συνεπώς δεν μπαίνουν σε προτεραιότητα».
Στην πόλη μας, μέτρα ουσιαστικά για την αντισεισμική της θωράκιση δεν έχουν υλοποιηθεί από καμία κυβέρνηση για τους ίδιους παραπάνω λόγους, όπως και σε όλη τη χώρα. (...) Η δημοτική αρχή και οι τεχνικές μας υπηρεσίες, με όσο προσωπικό, χρήματα και μέσα διαθέτουμε, έχουμε δώσει προτεραιότητα στα σχολικά συγκροτήματα, σε χώρους προσέλευσης δημοτών, σε εργασιακούς χώρους. Το 35% των σχολικών κτιρίων έχει επισκευαστεί. Εχουμε μελέτες για σχολικά συγκροτήματα αναμένοντας χρηματοδότηση, κατασκευάζουμε το 3ο Γυμνάσιο και το 12ο Δημοτικό Σχολείο, κατεδαφίζουμε το 1ο Λύκειο που από τον σεισμό του 2008 κρίθηκε ακατάλληλο.
Διεκδικούμε κρατική στήριξη και γενναία χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό για την αντισεισμική προστασία και την ενίσχυση των αρμόδιων φορέων. Δημόσιο φορέα εφαρμογής των αντισεισμικών ειδικών όρων και έλεγχο της ποιότητας των υλικών όπου σήμερα υπάρχει μέσω ιδιωτικής επαγγελματικής δραστηριότητας. Προσλήψεις μόνιμου προσωπικού και τεχνικοεργατικού προσωπικού σε υπηρεσίες των αρμόδιων φορέων. (...) Διεκδικούμε έργα υποδομής αντισεισμικής θωράκισης και ελέγχων με νομοθεσία, όρους και προδιαγραφές που θα εμποδίζουν ουσιαστικά την εμπορευματοποίηση των κατασκευών σε βάρος της ανθρώπινης ζωής. Χρειάζεται ένας κεντρικός δημόσιος φορέας, που θα σχεδιάζει και θα υλοποιεί τέτοιου είδους παρεμβάσεις αντισεισμικής θωράκισης, με το αναγκαίο μόνιμο και ειδικευμένο προσωπικό».
Ανάμεσα σε άλλους, παρέμβαση στη σύσκεψη έκανε ο Βασίλης Αϊβαλής, πρόεδρος του ΤΕΕ Δυτικής Ελλάδας. Αναφέρθηκε στον πρωτοβάθμιο προσεισμικό έλεγχο δημόσιων κτιρίων που είχε γίνει το 2002 - 2003 σε Αχαΐα, Ηλεία και Αιτωλοακαρνανία, χωρίς όμως να ολοκληρωθεί ή χωρίς να υπάρχει ικανοποιητική πληρότητα στοιχείων, ώστε να είναι αξιοποιήσιμα. Απ' αυτήν τη σκοπιά, σημείωσε, «θα πρέπει άμεσα να προβούμε στην ολοκλήρωση του πρωτοβάθμιου προσεισμικού ελέγχου για όλα τα κτίρια στην Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας και να επικαιροποιήσουμε την υπάρχουσα βάση δεδομένων με τη νέα γνώση που υπάρχει σήμερα».
Παρεμβαίνοντας επίσης στη συζήτηση, ο σεισμολόγος Σταύρος Τάσσος αναφέρθηκε στο φυσικό φαινόμενο του σεισμού, υπογραμμίζοντας ότι «ο παράγοντας που ο άνθρωπος μπορεί να ελέγξει είναι οι σχέσεις του με το φυσικό, δομημένο και ανθρώπινο περιβάλλον, δηλαδή οι σχέσεις παραγωγής, το είδος και η ποιότητα των οποίων καθορίζουν τη συνολική τρωτότητα της κοινωνίας και όχι μόνο των κατασκευών. Τούτο γιατί στο πλαίσιο των σχέσεων εκμετάλλευσης, ανταγωνισμού και μεγιστοποίησης του καπιταλιστικού κέρδους και στο βαθμό που η αντισεισμική θωράκιση δεν προσκομίζει γρήγορα και μεγάλα κέρδη στο μεγάλο κεφάλαιο, δεν υπάρχει ενδιαφέρον ούτε για προσεισμικό έλεγχο και ενίσχυση κατασκευών, ούτε για ελεύθερους χώρους, αλλά ούτε και για προγράμματα ουσιαστικής πρόληψης και ετοιμότητας του λαού.
Αν αυτό ισχύει μια φορά σε "κανονικές" συνθήκες, ισχύει δέκα φορές σε περιόδους κρίσης. Το κεφάλαιο και οι πολιτικοί εκφραστές του δεν ενδιαφέρονται αν το κόστος πρόληψης είναι πολύ μικρότερο από το κόστος αποκατάστασης, γιατί γνωρίζουν ότι και τις συνέπειες και την αποκατάσταση θα την πληρώσουν οι εργαζόμενοι και τα φτωχά λαϊκά στρώματα».
Ο Στ. Τάσσος είπε ακόμα πως «και η αντισεισμική προστασία αντιμετωπίζεται με γνώμονα τη μεταφορά πόρων από τους πολλούς στους λίγους και όχι τη διάθεση πόρων για την επίλυση του προβλήματος σε όφελος όλων, και ιδιαίτερα αυτών που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη, όπως είναι οι κάτοικοι πυκνοκατοικημένων και κοινωνικά, οικονομικά και ως εκ τούτου και οικιστικά υποβαθμισμένων περιοχών. Είναι, επίσης, φανερό ότι για να υπάρξει μια πολιτική αντισεισμικής θωράκισης που θα στηρίζεται στην πρόληψη και στην αξιοποίηση κάθε επιτεύγματος της επιστήμης και της τεχνολογίας, για την ελαχιστοποίηση του σεισμικού κινδύνου, απαιτείται μια άλλη οργάνωση της κοινωνίας, που ως στόχο έχει την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών και όχι τη μεγιστοποίηση του κέρδους».
Στη σύσκεψη έγιναν και εισηγήσεις, από τον καθηγητή του τμήματος Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών, Ευθύμιο Σώκο, τον καθηγητή του τμήματος Πολιτικών Μηχανικών του Πανεπιστημίου Πατρών Στέφανο Δρίτσο, τον πρόεδρο του Εργατικού Κέντρου Πάτρας Κώστα Σπανό, τον διοικητή της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας νομού Αχαΐας Νικόλαο Ρουμελιώτη, τον πρόεδρο της ΕΕΤΕΜ νομού Αχαΐας Θανάση Κουμούτσο, τον πρόεδρο του Συλλόγου εργατικών κατοικιών Λεύκας Δημήτρη Γεωργογιάννη, το μέλος της Ενωσης Γονέων και Κηδεμόνων νομού Αχαΐας Ιωάννα Αγγελή, τον πρόεδρο του Συλλόγου εργατικών κατοικιών Ταραμπούρα Θανάση Δακόλα, τον πρόεδρο του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων του 35ου Δημοτικού Σχολείου Θανάση Καπράλο. Από τον Σύλλογο Πολιτικών Μηχανικών νομού Αχαΐας παρενέβη ο Παναγιώτης Γεωργακόπουλος, από το ΓΕΩΤΕΕ παράρτημα Πελοποννήσου και Δυτικής Στερεάς Ελλάδας ο Γιώργος Αγγελόπουλος, ο επίκουρος καθηγητής του τμήματος Πολιτικών Μηχανικών του Πανεπιστημίου Πατρών, Παναγιώτης Πελέκης και ο εκπρόσωπος του φοιτητικού συλλόγου στο ίδιο τμήμα του Πανεπιστημίου, Μπάμπης Μάλλιαρης.
Κλείνοντας τη σύσκεψη, ο δήμαρχος Πατρέων τόνισε ότι είναι καταρχήν θετικό ότι υπήρχε ενδιαφέρον από τόσο πολλούς φορείς, όμως «δεν πρέπει να μείνουμε στις παρατηρήσεις και τις ευχές, αλλά να κάνουμε τα επόμενα βήματα. Θα επανέλθουμε - τόνισε - παίρνοντας υπόψη τις πολύ ενδιαφέρουσες προτάσεις που ακούστηκαν. Θα συναντηθούμε το αμέσως επόμενο διάστημα για να συγκροτήσουμε ανάλογου περιεχομένου ομάδα εργασίας».