Ο Τ. Ψωμιάδης από τα εφηβικά του χρόνια, στην ηρωική συνοικία των Παλαιών Σφαγείων, οργανώθηκε στην ΕΠΟΝ. Συνελήφθη από τους Γερμανούς και στα 16 του χρόνια πέρασε στρατοδικείο. Καταδικάστηκε σε θάνατο, αλλά η ποινή μετατράπηκε σε καταναγκαστικά έργα, στο Τατόι, απ' όπου μαζί με άλλους δύο έφηβους ΕΠΟΝίτες από την Κοκκινιά απέδρασαν τον Ιούλη του 1944.
Εζησε τις τραγικές στιγμές των Παλαιών Σφαγείων, τον ματωμένο Αύγουστο του 1944. Στο μπλόκο της Καλλιθέας, ο κουκουλοφόρος δεν τον σήκωσε, αν και σταμάτησε μπροστά του. Γυρίζοντας στον προσφυγικό καταυλισμό, βρήκε τα πάντα καμένα, από τους ναζιστές και τους συνεργάτες τους ταγματασφαλίτες.
Στον ηρωικό Δεκέμβρη του '44, συμμετείχε στις ένοπλες ομάδες του εφεδρικού ΕΛΑΣ της περιοχής, αντιμετωπίζοντας τη βρετανική κατοχή. Στη συνέχεια αντιμετώπισε τις διώξεις του παρακράτους των Χιτών του Θησείου, με αρκετά περιστατικά που παραλίγο να του στοιχίσουν τη ζωή. Το 1946, τον κάλεσαν να υπηρετήσει τη θητεία του. Απολύθηκε «λόγω υπηρετούντων αδελφών» και επιστρέφοντας, πριν ακόμη φτάσει στο σπίτι του, τον συνέλαβαν και τον έστειλαν εξορία στον Μούδρο της Λήμνου. Το 1948 τον μετέφεραν στο κολαστήριο της Μακρονήσου, απ' όπου απολύθηκε το 1950.
Συμμετείχε ενεργά σε όλη τη δραστηριότητα του Κόμματος, ενώ ήταν από τα ιδρυτικά μέλη της ΠΕΑΕΑ - ΔΣΕ, για πολλά χρόνια πρόεδρος του Παραρτήματος Πετραλώνων - Θησείου - Παλαιών Σφαγείων. Μία από τις τελευταίες φράσεις που κατάφερε να ψελλίσει στο κρεβάτι του νοσοκομείου ήταν: «Το Κόμμα και τα μάτια σας!». Τον περασμένο Αύγουστο του απονεμήθηκε τιμητικός έπαινος από τις Κομματικές Οργανώσεις της περιοχής, με αφορμή τα 100 χρόνια του ΚΚΕ.