ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΚΥΣΕΑ
Οι «διευκολύνσεις» έγιναν «συμμετοχή» της Ελλάδας στον πόλεμο

Μέτρα άμεσης ελληνικής συμμετοχής στον πόλεμο, πέρα από τις διευκολύνσεις, αποφάσισε η κυβέρνηση με την αποστολή ελληνικού πολεμικού πλοίου στον Κόλπο, ελληνικών μεταγωγικών στο Αφγανιστάν για τη μεταφορά «ανθρωπιστικής βοήθειας» και ενός ακόμα ελληνικού τάγματος στο Κόσσοβο σε αντικατάσταση των Αμερικανών

Παρασκευή 16 Νοέμβρη 2001

Παπαγεωργίου Βασίλης

Την άμεση εμπλοκή της Ελλάδας, στα πλαίσια της κλιμάκωσης του ιμπεριαλιστικού πολέμου που κάνουν οι Αμερικάνοι στο Αφγανιστάν, ενέκρινε χτες το Κυβερνητικό Συμβούλιο Εξωτερικών και Αμυνας (ΚΥΣΕΑ) που συνεδρίασε υπό την προεδρία του πρωθυπουργού, για να συζητήσει, όπως είπε ο υπουργός Εθνικής Αμυνας σε δηλώσεις του, «τα θέματα της συμμετοχής της Ελλάδας στον πόλεμο που διεξάγεται».

Συγκεκριμένα, αποφάσισε, πέρα από την παροχή επιπλέον διευκολύνσεων στους Αμερικανούς για τις διευκόλυνση των επιχειρήσεων που διεξάγουν στο Αφγανιστάν, και τα εξής μέτρα ελληνικής εμπλοκής:

- Αποστολή ενός πολεμικού πλοίου στην Αραβική Θάλασσα, που θα συμμετέχει στην υποστήριξη των αμερικανικών δυνάμεων στην περιοχή. Το πλοίο αυτό κατά πάσα πιθανότητα θα είναι εκείνο που συμμετέχει στη Μόνιμη Ναυτική Δύναμη της Μεσογείου του ΝΑΤΟ, η οποία και ως αρμάδα θα πλεύσει στον Κόλπο, σηματοδοτώντας τη συμμετοχή του ΝΑΤΟ στον πόλεμο.

- Διάθεση στο ΝΑΤΟ δύο ελληνικών μεταγωγικών αεροσκαφών της Πολεμικής Αεροπορίας τύπου «C 130» και των πληρωμάτων τους, για τη μεταφορά υποτίθεται ανθρωπιστικής βοήθειας στους πρόσφυγες του Αφγανιστάν. Τα αεροσκάφη θα προσγειώνονται είτε στο ίδιο το Αφγανιστάν είτε σε γειτονικές χώρες.

- Διάθεση ενός επιπλέον μηχανοκίνητου ελληνικού τάγματος περίπου 300 ανδρών, που θα μετακινηθεί στο Κόσσοβο για να καλύψει τα κενά που θα δημιουργηθούν από την αποχώρηση των Αμερικανών, οι οποίοι θα μετακινηθούν στην περιοχή του Αφγανιστάν.

Κατά τ' άλλα, ο υπουργός Εθνικής Αμυνας ο Γ. Παπαντωνίου, σε δηλώσεις του, μετά τη συνεδρίαση του ΚΥΣΕΑ, επανέλαβε τη γνωστή θέση ότι από την «κυβέρνηση έχει αποκλειστεί κάθε ενδεχόμενο αποστολής ελληνικών δυνάμεων στην εμπόλεμη περιοχή του Αφγανιστάν». Η δήλωση βέβαια αυτή ακούγεται σαν ειρωνεία, αφού έτσι επιβεβαιώνεται ότι η κυβέρνηση τα δίνει όλα, εκτός από αυτά που ούτως ή άλλως δεν της έχουν, προς το παρόν, ζητηθεί. Μένουν όλα τ' άλλα ενδεχόμενα ανοιχτά, περιλαμβάνοντας και αυτό της αποστολής «ειρηνευτικής δύναμης» ή δύναμης για την επιτήρηση και διανομή της «ανθρωπιστικής βοήθειας» τού... ΝΑΤΟ. Εξάλλου, από τις δηλώσεις του υπουργού Αμυνας προκύπτει σαφώς ότι η Ελλάδα «συμμετέχει στον πόλεμο».

«Εγινε, είπε ο Γ. Παπαντωνίου, μια ενημέρωση του ΚΥΣΕΑ σε ό,τι αφορά τα θέματα της συμμετοχής της Ελλάδας στον πόλεμο που διεξάγεται κατά της διεθνούς τρομοκρατίας. Οπως γνωρίζετε, η Ελλάδα παρέχει διάφορες στρατιωτικές διευκολύνσεις στις ΗΠΑ, όπως το λιμάνι της Σούδας, στις οποίες αποφασίστηκε να προσθέσει τις εξής τρεις νέες: Η πρώτη είναι η αποστολή πλοίου επιφανείας μαζί με άλλα ΝΑΤΟικά πλοία, στο πλαίσιο ΝΑΤΟικής δύναμης προς τον Αραβικό Κόλπο, για την υποστήριξη των δυνάμεων του Αμερικανικού Ναυτικού, εάν απαιτηθεί. Δεύτερον, διάθεση δύο μεταγωγικών αεροσκαφών «C 130» για μεταφορά ανθρωπιστικής βοήθειας στο Αφγανιστάν ή σε κοντινές περιοχές. Και, τρίτον, την αποστολή δυνάμεως περίπου 300 ανδρών για να συμπληρώσουν τη δική μας μονάδα 1.500 ανδρών που βρίσκεται στο Κόσσοβο, προκειμένου να αναπληρώσει κενά που ενδεχομένως δημιουργηθούν σε αμερικανικές δυνάμεις που υπάρχουν τώρα στο Κόσσοβο και ενδέχεται να μετακινηθούν σε εμπόλεμες περιοχές».

Ανάλογη είναι και η επωδός του υπουργού Τύπου Χ. Πρωτόπαπα, ο οποίος δήλωσε τα εξής χτες όταν ρωτήθηκε εάν προβλέπεται η δυνατότητα συμμετοχής Ελλήνων στρατιωτών στο Αφγανιστάν και ειδικότερα εάν σταλούν μονάδες του Μηχανικού, προκειμένου να βοηθήσουν στην... ανοικοδόμηση της χώρας μετά τους βομβαρδισμούς: «Η χώρα μας δε θα εμπλακεί στρατιωτικά σε αυτή την κρίση».

Το ΚΥΣΕΑ αποφάσισε ακόμα τη σύσταση διυπουργικής μονάδας χειρισμού κρίσεων, η οποία θα ασχολείται με την αξιολόγηση και σύνθεση της εικόνας των εκτάκτων καταστάσεων και με τη διακρίβωση ενδεχόμενων κινδύνων που μπορεί να πλήξουν τις εξωτερικές σχέσεις, την άμυνα και την ασφάλεια της χώρας.