Οι μύθοι του ΣΥΡΙΖΑ και η πραγματικότητα για μισθούς - Συμβάσεις
Σάββατο 8 Ιούνη 2019 - Κυριακή 9 Ιούνη 2019

Στο συνολικότερο παραμύθι που εντείνει προεκλογικά η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, το παραμύθι της τάχα φιλολαϊκής διακυβέρνησης που «έδωσε μάχες» και υλοποίησε «θετικά μέτρα» για να «αντιστρέψει τον κοινωνικό όλεθρο που παρέλαβε», της διακυβέρνησης που έκανε «όσα θετικά πρόλαβε» και που τώρα «κινδυνεύουν» με τον ερχομό της ΝΔ, κεντρική θέση καταλαμβάνει η εξειδίκευση της απάτης για τα Εργασιακά.

«Το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ μιλάει για δημιουργία αξιοπρεπών θέσεων εργασίας με αύξηση μισθών... ενίσχυση του κοινωνικού κράτους και υποστήριξη των νέων», υποστηρίζει χαρακτηριστικά σε συνεντεύξεις της η υπουργός Εργασίας, Εφη Αχτσιόγλου, επιχειρώντας - όπως και τα υπόλοιπα κυβερνητικά στελέχη - να φιλοτεχνήσει το δήθεν φιλεργατικό πρόσωπο της κυβέρνησης, η οποία «ενίσχυσε τη θέση των εργαζομένων» και αντιμάχεται υποτίθεται τη «νεοφιλελεύθερη πολιτική» της ΝΔ που απειλεί να μας γυρίσει «πίσω στα μνημόνια».

Η πραγματικότητα βέβαια και στα Εργασιακά, τα όσα βιώνουν οι εργαζόμενοι και οι οικογένειές τους, έρχονται να γκρεμίσουν και αυτό το παραμύθι, επιβεβαιώνουν το γεγονός ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ συνέχισε και βάθυνε την αντεργατική επίθεση των κυβερνήσεων ΝΔ και ΠΑΣΟΚ.

Σε μια αντιλαϊκή σκυταλοδρομία, σε 4,5 χρόνια διακυβέρνησης από τον Γενάρη του 2015 μέχρι σήμερα, ο ΣΥΡΙΖΑ υπηρέτησε τους ίδιους αντεργατικούς στόχους, ενίσχυσε το οπλοστάσιο της εργοδοσίας για την εδραίωση της εργασιακής ζούγκλας και την ένταση της εκμετάλλευσης, προετοίμασε παντού το έδαφος για τα νέα χτυπήματα από την επόμενη κυβέρνηση. Οχι μόνο δεν «ενίσχυσε τη θέση των εργαζομένων», αλλά διατήρησε άθικτο όλο το αντεργατικό πλαίσιο των ΝΔ - ΠΑΣΟΚ και πάνω σε αυτό υπέγραψε μαζί τους το 3ο μνημόνιο, οι συνέπειες του οποίου όχι μόνο δεν «τελείωσαν», αλλά ξεδιπλώνονται κάθε μέρα που περνά στις ζωές των εργαζομένων, των ανέργων, των συνταξιούχων.

Φωτίζοντας μια κομβική πλευρά αυτής της συνέχειας της αντεργατικής επίθεσης, για την οποία η κυβερνητική προπαγάνδα επιχειρεί να κάνει το άσπρο μαύρο, ο «Ριζοσπάστης» αναδεικνύει σήμερα χαρακτηριστικές πλευρές της αντεργατικής κλιμάκωσης σε ό,τι αφορά τους μισθούς και τις Συλλογικές Συμβάσεις.

Διαρκής ενίσχυση του οπλοστασίου για το χτύπημα των μισθών

Διαψεύδοντας τα παραμύθια περί «αύξησης των μισθών» που πολλές φορές αναμασούν τα κυβερνητικά στελέχη, ακόμα και τα επίσημα στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, σε συνέχεια των κυβερνήσεων ΝΔ - ΠΑΣΟΚ, έδωσε όλα τα όπλα στην εργοδοσία για να συνεχίσει την επίθεσή της στους μισθούς των εργαζομένων.

Η απάτη περί «επαναφοράς των συλλογικών διαπραγματεύσεων»

Την ίδια ώρα που η κυβέρνηση προχώρησε στη μόνιμη κατάργηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων για τον κατώτατο μισθό, ισχυρίζεται ότι μετά τον Αύγουστο του 2018 «επανέφερε τις συλλογικές διαπραγματεύσεις» για τις κλαδικές Συλλογικές Συμβάσεις καθώς και τη δυνατότητα στο υπουργείο Εργασίας να τις κηρύσσει υποχρεωτικές στον αντίστοιχο κλάδο.

Πρόκειται, βέβαια, για ένα ακόμα προπαγανδιστικό τρικ, χωρίς αντίκρισμα για τους εργαζόμενους.

Καταρχάς, η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων, σχεδόν το 90%, συνεχίζει να εργάζεται χωρίς να καλύπτεται από καμία Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, αφού τίποτα δεν υποχρεώνει τις εργοδοτικές ενώσεις ακόμα και να προσέλθουν σε διαπραγματεύσεις με τα συνδικάτα για την υπογραφή ΣΣΕ.

Η πολυδιαφημισμένη «υποχρεωτικότητα», για την οποία μιλάει η κυβέρνηση, αφορά σε συμβάσεις ή διαιτητικές αποφάσεις μετρημένες στα δάχτυλα των δύο χεριών, ενώ ακόμα και σε αυτούς τους λίγους κλάδους που μία σύμβαση κηρύσσεται υποχρεωτική (π.χ. στα ξενοδοχεία), η συνεχής γενίκευση της «ευελιξίας» αφήνει ξεκρέμαστο ένα πολύ μεγάλο και ολοένα αυξανόμενο τμήμα των εργαζομένων. Το διαμορφωμένο αντεργατικό πλαίσιο διασφαλίζει στη μεγαλοεργοδοσία τη δυνατότητα να παρακάμπτει Συμβάσεις, να εντείνει την εκμετάλλευση, διατηρώντας εργαζόμενους πολλών ταχυτήτων ακόμα και μέσα στην ίδια επιχείρηση.

Πολύ περισσότερο, με ένα ακόμα δώρο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ προς το κεφάλαιο, η επέκταση μιας Συλλογικής Σύμβασης σε όλο τον κλάδο επαφίεται πλέον αποκλειστικά στην... «καλή θέληση» των εργοδοτικών οργανώσεων: Με εγκύκλιό της, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ τούς έδωσε τη δυνατότητα να μπλοκάρουν όλη τη διαδικασία για την υποχρεωτικότητα μιας κλαδικής ΣΣΕ, απλά και μόνο με το να μη δώσουν το μητρώο μελών τους για να πιστοποιηθεί αν η Σύμβαση καλύπτει το 50%+1 των εργαζομένων...

Η πρώτη εφαρμογή του εν λόγω... «βέτο» αφορά στην κλαδική ΣΣΕ στη Ναυπηγοεπισκευή που υπογράφηκε τον Νοέμβρη του 2017, κάτω από την πίεση απεργιών και πολύμορφων κινητοποιήσεων: Η κυβέρνηση αρνείται να κηρύξει τη Σύμβαση υποχρεωτική για όλο τον κλάδο, επικαλούμενη το γεγονός ότι η εργοδοτική ένωση δεν παραδίδει το αρχείο των μελών της.

Αντιλαϊκή σκυταλοδρομία

Το δίπολο που επιχειρούν να στήσουν προεκλογικά ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ είναι πέρα για πέρα κάλπικο. Η αποδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων, η τεράστια περικοπή των μισθών, η υπονόμευση των Συλλογικών Συμβάσεων, η εκτίναξη της «ευελιξίας», όλη η εργασιακή ζούγκλα φέρει ατόφια τη σφραγίδα των κυβερνήσεων του ΣΥΡΙΖΑ, της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ.

Πρόσθετα σε όσα καταγράφονται παραπάνω για τους μισθούς και τις Συλλογικές Συμβάσεις, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ προώθησε επίσης πλήθος άλλων χτυπημάτων στα εργατικά δικαιώματα, τα οποία θα παρουσιαστούν σε επόμενα φύλλα του «Ριζοσπάστη», όπως το χτύπημα του απεργιακού δικαιώματος, η απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, το χτύπημα στην κυριακάτικη αργία, η γενίκευση της «διευθέτησης» του χρόνου εργασίας, η διευκόλυνση των «δουλεμπορικών» γραφείων κ.ά.

Πάνω εκεί έρχεται να πατήσει τώρα η ΝΔ, που ετοιμάζεται να πιάσει το νήμα από εκεί που το αφήνει ο ΣΥΡΙΖΑ, έχοντας ψηφίσει μαζί του όλη την προηγούμενη τετραετία μια σειρά εμβληματικούς «αναπτυξιακούς» νόμους, που χτυπάνε στην καρδιά τα εργατικά δικαιώματα και αυγατίζουν τα προνόμια για το κεφάλαιο...

Επομένως, το πραγματικό δίλημμα για τους εργαζόμενους δεν μπορεί να είναι ποιος θα συνεχίσει να εφαρμόζει από κυβερνητικές θέσεις τον εργασιακό μεσαίωνα, αλλά πώς θα ορθώσουμε ισχυρό ανάχωμα σε αυτήν την αντιλαϊκή σκυταλοδρομία, πώς ο λαός με ισχυρό ΚΚΕ θα οργανώσει την αντίστασή του από καλύτερες θέσεις, για να εμποδίσει αντιλαϊκά μέτρα, να διεκδικήσει πραγματική ανάκτηση των απωλειών του και τελικά, με τον αγώνα του, να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για μια άλλη πολιτική που θα υπηρετεί τις δικές του ανάγκες.


Ζ.