ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΜΟΣΧΟΣ
Παρακαταθήκη και χρέος
Κυριακή 2 Δεκέμβρη 2001

Πριν τρεις εβδομάδες έφυγε από τη ζωή ο Αριστείδης Μόσχος, ο άφταστος δεξιοτέχνης στο σαντούρι, που συνάμα υπήρξε ένας ακούραστος δάσκαλος της παραδοσιακής μας μουσικής. Το «φευγιό» του έκλεισε το κεφάλαιο της ανθρώπινης περιπέτειας ενός καλλιτέχνη, που με αφοσίωση υπηρέτησε για μισό και πλέον αιώνα την ελληνική μουσική παράδοση. Μια «περιπέτεια», που σφραγίστηκε από την καλλιτεχνική καταξίωση, αλλά και αρκετές πίκρες και αγωνία για την υπόθεση της παραδοσιακής μουσικής εκπαίδευσης. Ονειρο ζωής, που έγινε πραγματικότητα το 1985, ήταν για τον Αρ. Μόσχο το Λαϊκό Σχολείο Παραδοσιακής Μουσικής, στο οποίο διδάσκονται δεκάδες μουσικά όργανα. Ενα όνειρο, όμως, που δεν το συμμερίστηκε η πολιτεία, καθώς πολλές ήταν οι φορές που το σχολείο βρέθηκε μπροστά σε τεράστια οικονομικά αδιέξοδα, με κίνδυνο να σταματήσει τη λειτουργία του. Κι αν αυτό αποτράπηκε ήταν χάρη στη συνεχή επίμονη και ακούραστη προσπάθεια του δασκάλου. «Το Σχολείο μας», έλεγε ο Αρ. Μόσχος σε παλαιότερη συνέντευξή του στο «Ριζοσπάστη» (28/6/1992), «το μοναδικό σχολείο παραδοσιακής μουσικής στην Ελλάδα αντιμετωπίζει οξυμένα οικονομικά προβλήματα. Κάθε μήνα έχει ένα παθητικό της τάξης των 700-900 χιλιάδων. Ο,τι οικονομικές δυνατότητες είχα, τις εξάντλησα. Από την πολιτεία όμως ποτέ δε μου είπαν "πάρε κάτι για το Σχολείο", δεν έχει δοθεί ποτέ η παραμικρή ενίσχυση. Το Σχολείο κινδυνεύει. Και μαζί του κινδυνεύει να ναυαγήσει το όνειρο μιας ζωής. Να καταστραφεί ένα έργο επίμονης και πολύχρονης προσπάθειας, που από χρόνια θα έπρεπε να έχει αναλάβει το κράτος. Θα ήταν κρίμα να σταματήσει να λειτουργεί, εξαιτίας κάποιου μηδαμινού ποσού των 8-10 εκατομμυρίων το χρόνο, τη στιγμή μάλιστα που επιχορηγούνται με τρομακτικά ποσά εκδηλώσεις που δεν αξίζουν».


«Το μόνο που έχω χορτάσει είναι βραβεία, περγαμηνές και λόγια», έλεγε και συμπλήρωνε: «Σε κάθε εθνική γιορτή ακούω λόγια μεγάλα: "Ο Μόσχος είναι ζωντανή παράδοση", "Φυλάει Θερμοπύλες". Του Ευαγγελισμού αναγκάστηκα να πω: "Καλά τα λέτε σήμερα. Ομως δεν ξέρω αν θα τα θυμάστε και αύριο ή θα τα ξαναθυμηθείτε πάλι στις 28 Οκτωβρίου". Είμαι πολύ πικραμένος σ' αυτό τον τομέα και προκαλώ όποιον θέλει να έρθει να ελέγξει τι κάνουμε εδώ μέσα. Υπάρχουν τόσοι χορηγοί που ενισχύουν ορισμένες προσπάθειες. Ας κάνει κάποιος κάτι...». Η αγωνία, οι εκκλήσεις του Αρ. Μόσχου, δυστυχώς, στη διάρκεια της ζωής του δεν ευαισθητοποίησαν ούτε βρήκαν ανταπόκριση από αυτούς που παίρνουν τις αποφάσεις, καθορίζοντας την τύχη της όποιας πολιτιστικής προσπάθειας. Και είναι δύσκολο να πιστέψουμε πως αυτή η ίδια κυβερνητική πολιτική, που επί χρόνια αδιαφόρησε, θα αγκαλιάσει τώρα αυτή την προσπάθεια, που ο δάσκαλος δε βρίσκεται πια ανάμεσά μας. Η διεύθυνση, πάντως, του Λαϊκού Σχολείου Παραδοσιακής Μουσικής θεωρεί χρέος να συνεχίσει το έργο που ξεκίνησε και υπηρέτησε με συνέπεια και ευθύνη ο ιδρυτής του. Οπως ανακοίνωσε το Σχολείο, θα συνεχίσει κανονικά τη λειτουργία του υπό τη διεύθυνση της γυναίκας του Α. Μόσχου, Αγγελικής, ενός ανθρώπου που μοιράστηκε όλα αυτά τα χρόνια την αγάπη και τα όνειρά του για τη μουσική μας παράδοση. Στο Λαϊκό Σχολείο διδάσκονται σαντούρι, κλαρίνο, βιολί, λαούτο, ούτι, κανονάκι, λύρα Κρήτης και Πόντου, σάζι, φλογέρα, γκάιντα, μπουζούκι, κιθάρα, μπαγλαμάς, τζουράς, ακορντεόν, νταούλι, ταραμπούκα, ντέφι και τουμπερλέκι. Επίσης, Βυζαντινή Εκκλησιαστική Μουσική, Θεωρία της Ευρωπαϊκής Μουσικής, καθώς και Ιστορία της Ελληνικής Μουσικής, Βυζαντινής και Παραδοσιακής. Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να επικοινωνούν με τη Γραμματεία του Σχολείου (Βασ. Ηρακλείου 4, απέναντι από το Αρχαιολογικό Μουσείο, τηλ. 8229.952).

Αξίζει να σημειωθεί ότι στα 16 χρόνια λειτουργίας του αυτό το φυτώριο των εκατοντάδων σπουδαστών της ελληνικής παραδοσιακής μουσικής - διαφόρων ηλικιών - έδωσε πολλούς επαγγελματίες μουσικούς, ενώ δημιούργησε το δικό του αξιόλογο συγκρότημα, που έχει εκπροσωπήσει πολλές φορές επάξια την Ελλάδα σε διάφορες διοργανώσεις στο εξωτερικό. Το συγκρότημα μαζί με το Αρ. Μόσχο έχει λάβει πολλές τιμητικές διακρίσεις από συλλόγους, σωματεία και δήμους.


Ρ. Σ.